Η ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας – Κύπρου αντιμετωπίζει σοβαρές καθυστερήσεις, καθώς ο ΑΔΜΗΕ αποφάσισε να παγώσει τις πληρωμές προς τη γαλλική Nexans, με αποτέλεσμα την αποχώρηση δύο ιταλικών ερευνητικών πλοίων από το Αιγαίο. Οι έρευνες για την πόντιση του καλωδίου έχουν αναβληθεί, κυρίως λόγω της τουρκικής παρενόχλησης και της διστακτικότητας της ελληνικής κυβέρνησης να προχωρήσει σε σκληρές αποφάσεις.
Παρά τις κυβερνητικές διαβεβαιώσεις ότι το πάγωμα είναι προσωρινό, οι προοπτικές για την ολοκλήρωση του έργου παραμένουν αβέβαιες, με την Τουρκία να συνεχίζει να εμποδίζει την υλοποίηση. Η κατάσταση περιπλέκεται από τις γεωπολιτικές εξελίξεις στην περιοχή και τις σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας, με την ελληνική κυβέρνηση να καλείται να λάβει κρίσιμες αποφάσεις για το μέλλον του έργου.
Πιο αναλυτικά:
Θολό είναι το τοπίο σε σχέση με τις προοπτικές ολοκλήρωσης της ηλεκτρικής διασύνδεσης της Κύπρου με την Κρήτη, μετά την απόφαση του φορέα υλοποίησης του έργου, του ΑΔΜΗΕ, για πάγωμα των πληρωμών προς τη γαλλική Nexans, η οποία κατασκευάζει το καλώδιο.
Το πρώτο, το «NG Worker», είχε αποχωρήσει ήδη προ δεκαημέρου, ενώ την περασμένη Τετάρτη ξεκίνησε από το Ηράκλειο της Κρήτης για το λιμάνι της Μεσίνα στην Ιταλία και το δεύτερο, το «Ievoli Relume».
Οι έρευνες βυθού αποτελούν μέρος της σύμβασης ανάμεσα στον ΑΔΜΗΕ και τη γαλλική εταιρεία. Η αποχώρηση των πλοίων σηματοδοτεί μια νέα αναστολή για την υλοποίηση του έργου, ωστόσο διαρροές από το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας διαβεβαιώνουν πως το πάγωμα είναι προσωρινό και έχει στόχο να περιορίσει την οικονομική έκθεση του ΑΔΜΗΕ σε ό,τι αφορά τη σύμβαση με τη Nexans ώσπου «να διασφαλιστεί η ομαλή υλοποίηση των ερευνών βυθού σε διεθνή ύδατα».
Αναβολές
Σύμφωνα με πληροφορίες της Realnews, τα πλοία είχαν ολοκληρώσει τις εργασίες τους εντός χωρικών υδάτων στην Κρήτη και στην Κύπρο και το επόμενο βήμα ήταν να συνεχίσουν τις έρευνες πόντισης βυθού στα διεθνή ύδατα μεταξύ Κρήτης και Κάσου.
Οι έρευνες αυτές επρόκειτο να πραγματοποιηθούν στο τέλος του 2024 εξαιτίας της συνεχούς παρενόχλησης του έργου από την Τουρκία, ωστόσο οι σχετικές αποφάσεις έπαιρναν διαρκώς αναβολή από την ελληνική κυβέρνηση, η οποία δίσταζε να προχωρήσει σε σκληρές αποφάσεις (να στείλει δηλαδή τα ερευνητικά να διεξάγουν τις έρευνες με ισχυρή συνοδεία πολεμικών πλοίων) για να μη δυναμιτίσει τα «ήρεμα νερά».
Το αποτέλεσμα ήταν να επωμίζεται ο ΑΔΜΗΕ πρόσθετο κόστος, καθώς οι ιδιοκτήτριες εταιρείες πληρώνονται είτε όταν τα πλοία κάνουν έρευνες βυθού είτε όχι, χωρίς μάλιστα να μπορεί να το αιτιολογήσει, αφού λόγω της γεωπολιτικής αβεβαιότητας και της συνεχούς αναστολής των ερευνών δεν ήταν σε θέση να δώσει στη Nexans την οριστική εντολή για να προχωρήσει με την κατασκευή του καλωδίου, συνολικού κόστους 1,4 δισ. ευρώ.
Το βήμα του ΑΔΜΗΕ έγινε σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές σε συνεννόηση με τη Nexans. Η εταιρεία μάλιστα εξέδωσε ανακοίνωση με την οποία αμφισβητούσε την προσωρινή αναστολή προφανώς για να προλάβει την κατάρρευση της μετοχής της στο χρηματιστήριο.
Ωστόσο, το «πάγωμα» μπορεί να είναι προσωρινό. Αυτό σημαίνει πως, σε σύντομο χρονικό διάστημα, όλοι οι εμπλεκόμενοι στο έργο θα βρεθούν ενώπιον σημαντικών αποφάσεων.
Το κύριο βάρος σε αυτή την υπόθεση πέφτει στον υπουργό Εξωτερικών Γιώργο Γεραπετρίτη και στον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, που πρέπει να πείσουν την τουρκική πολιτική ηγεσία να σταματήσει να εμποδίζει το έργο.
Οι προοπτικές δεν είναι ευοίωνες, καθώς ήδη έχουν υπάρξει περισσότερες επικοινωνίες για το θέμα αυτό ανάμεσα στον Γ. Γεραπετρίτη και τον Χακάν Φιντάν, χωρίς η Τουρκία να μεταβάλει τη στάση της. Έμπειροι διπλωμάτες δεν δίνουν πολλές ελπίδες σε μια τουρκική αναδίπλωση, με δεδομένο ότι η Τουρκία επιδιώκει ούτως ή άλλως να έχει τον πρώτο λόγο σε όλους τους ενεργειακούς διαδρόμους στην ανατολική Μεσόγειο και δεν θέλει να υλοποιούνται έργα που την παρακάμπτουν.
Πέραν τούτου, η παρεμπόδιση των ερευνών για την πόντιση του καλωδίου αποτελεί για την Άγκυρα μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να επιβάλει στην πράξη τα όρια που καθορίζει το παράνομο τουρκολιβυκό μνημόνιο. Πάντως, με δεδομένο το όψιμο ενδιαφέρον των Τούρκων να συμμετάσχουν στα σχέδια και στα σχήματα που εξυφαίνονται στις Βρυξέλλες για την ευρωπαϊκή άμυνα, κυβερνητικά στελέχη εκτιμούν πως θα μπορούσε να βρεθεί πεδίο συνεννόησης.
Αν υλοποιηθεί στον συνολικό σχεδιασμό του, το καλώδιο ηλεκτρικής διασύνδεσης εξασφαλίζει την ηλεκτρική διασύνδεση του Ισραήλ, μέσω Κρήτης και Κύπρου, με τα ευρωπαϊκά δίκτυα και το μεγαλύτερο γεωπολιτικό όφελος θα το έχει το Τελ Αβίβ.
Αυτός άλλωστε ήταν και ο πρωταρχικός στόχος του έργου και γι’ αυτό το «έσπρωχνε» και το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ως μείζον έργο και ως υλοποίηση στην πράξη της συνεργασίας 3+1 (Ελλάδα, Κύπρος, Ισραήλ και ΗΠΑ).
Προθυμία
Πληροφορίες από στρατιωτικές πηγές αναφέρουν πάντως ότι ο νέος Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών, Μάρκο Ρούμπιο, παρά το γεγονός ότι ήταν, μαζί με τον Μπομπ Μενέντεζ, ο κύριος εμπνευστής της νομοθεσίας East Med Act, που έθετε στο επίκεντρο του αμερικανικού ενδιαφέροντος τον στρατηγικό χαρακτήρα της συνεργασίας 3+1, δεν έδειξε καμία προθυμία να κάνει κάτι για το συγκεκριμένο έργο στην πρόσφατη συνάντησή του με τον Γ. Γεραπετρίτη.
Πέραν τούτου, διπλωματικές πηγές επισημαίνουν πως το ενδιαφέρον του Ισραήλ, παρά τις ένθερμες επίσημες δηλώσεις, παραμένει επί της ουσίας «χλιαρό». Την Πέμπτη έρχεται, πάντως, στην Αθήνα ο Ισραηλινός υπουργός Εξωτερικών για την τριμερή Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ και θα είναι μια καλή ευκαιρία για την ελληνική διπλωματία να διαπιστώσει πώς στέκεται το Ισραήλ απέναντι στο έργο.
Για το έργο έχουν εγκριθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιδοτήσεις ύψους 657 εκατ. ευρώ, από τα οποία ο ΑΔΜΗΕ έχει ήδη λάβει τα 160 εκατ. Αν το έργο σταματήσει, ο ΑΔΜΗΕ οφείλει να τα επιστρέψει, συν τις ρήτρες που έχουν οριστεί στο συμβόλαιο με τη Nexans.
Το επόμενο διάστημα -και μέσα στα χρονικά όρια- η ελληνική κυβέρνηση θα βρεθεί μπροστά σε σκληρές αποφάσεις. Είτε να ακυρώσει το έργο, αποδεχόμενη την οικονομική ζημιά, αλλά και την αμφισβήτηση της οριοθετημένης ελληνικής υφαλοκρηπίδας με την Αίγυπτο, είτε να προχωρήσει στην υλοποίησή του, ρισκάροντας κλιμάκωση της έντασης με την Τουρκία στο νότιο Αιγαίο.
Αλλαγή στάσης από τον Ερντογάν
Το τηλεφώνημα για τα γενέθλια του Κυριάκου Μητσοτάκη και η νέα δήλωση για σταθερότητα και «ήρεμα νερά»
Τα «ήρεμα νερά», έπειτα από μια μακρά περίοδο σταδιακής επιδείνωσης των διμερών σχέσεων, θυμήθηκε την περασμένη Δευτέρα ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Μιλώντας στους πρεσβευτές των ξένων χωρών στην Αγκυρα, κατά τη διάρκεια παραδοσιακού δείπνου ιφτάρ, με το οποίο οι μουσουλμάνοι διακόπτουν τη νηστεία στη διάρκεια του Ραμαζανιού, δήλωσε ότι «επιθυμούμε τη διατήρηση της σταθερότητας στην ανατολική Μεσόγειο και στο Αιγαίο», ενώ προσέθεσε πως «είμαστε υπέρ της διατήρησης του θετικού κλίματος που έχουμε δημιουργήσει με αμοιβαία βήματα στις σχέσεις μας με τη γειτονική μας Ελλάδα».
Τις δηλώσεις αυτές ακολούθησε και τηλεφωνική επικοινωνία του Ερντογάν με τον Κυριάκο Μητσοτάκη την περασμένη Τρίτη, στην οποία ο Τούρκος Πρόεδρος ευχήθηκε στον Έλληνα πρωθυπουργό για τα γενέθλιά του. Το τηλεφώνημα αυτό ήρθε σε ανταπόδοση της επικοινωνίας των δύο ηγετών στις 26 Φεβρουαρίου, στην οποία ο Κυριάκος Μητσοτάκης ευχήθηκε για τα γενέθλια του Ερντογάν.
Οι εκατέρωθεν αβρότητες πάντως δεν θα πρέπει να προϊδεάζουν για κάποια νέα άνοιξη στα ελληνοτουρκικά. Ο Τούρκος Πρόεδρος σκοπίμως θυμήθηκε την ελληνοτουρκική προσέγγιση. Η Τουρκία επιθυμεί να συμμετάσχει στα ευρωπαϊκά σχέδια για την ευρωπαϊκή άμυνα και η βιομηχανία της να λάβει μερίδιο από τις ευρωπαϊκές αμυντικές παραγγελίες.
Είναι ενδεικτική η αποστροφή του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών Χακάν Φιντάν την Πέμπτη, ότι «η Τουρκία θα ήθελε να είναι μέρος μιας νέας ευρωπαϊκής δομής ασφάλειας σε περίπτωση διάλυσης του ΝΑΤΟ». Όλα αυτά προϋποθέτουν για την «έξωθεν καλή μαρτυρία» τις καλές σχέσεις με την Αθήνα και πιθανότατα και τη συναίνεσή της.
Γι’ αυτό ο Ερντογάν θυμήθηκε τα «ήρεμα νερά». Το τι ακριβώς επιδιώκει η Άγκυρα, το κατέστησε απολύτως σαφές ο ίδιος ο Τούρκος Πρόεδρος σε τηλεδιάσκεψη των ηγετών των μη μελών χωρών και εταίρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Στην τηλεδιάσκεψη, εκτός από τον Ερντογάν, συμμετείχαν από την πλευρά της Ε.Ε. οι επικεφαλής των θεσμικών οργάνων και οι ηγέτες του Ηνωμένου Βασιλείου, του Καναδά, της Νορβηγίας και της Ισλανδίας.
Συμπερίληψη
Εκεί ο Ερντογάν δήλωσε ότι η ασφάλεια της Ευρώπης αφορά ολόκληρη τη Γηραιά Ήπειρο και όχι μόνο τα μέλη της Ε.Ε. και επανέλαβε ότι τα σχέδια για την ευρωπαϊκή ασφάλεια θα πρέπει να περιλαμβάνουν την Τουρκία.
Τονίζοντας ότι είναι προς το κοινό συμφέρον να σχεδιάζονται όλα τα βήματα που αφορούν την ευρωπαϊκή ασφάλεια από κοινού με την Τουρκία, ο Τούρκος Πρόεδρος δήλωσε: «Ας μην ξεχνάμε ότι η ευρωπαϊκή ασφάλεια δεν είναι υπόθεση των μελών της Ενωσης, αλλά όλων των Ευρωπαίων συμμάχων. Θα θέλαμε να δούμε τη σημερινή συνάντηση ως εκδήλωση αυτής της ρεαλιστικής προσέγγισης, όπως και τη Σύνοδο Κορυφής που φιλοξένησε στις 2 Μαρτίου το Ηνωμένο Βασίλειο».
Παράλληλα, προσέθεσε ότι «είναι σημαντικό για εμάς να συμμετέχουμε σε μηχανισμούς, όπως ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός για την Ειρήνη, οι οποίοι στοχεύουν στην ανοικοδόμηση και στη στήριξη της Ουκρανίας».
Ο Ερντογάν υποστήριξε ότι δεν υπάρχει καμία δικαιολογία για τον αποκλεισμό της Τουρκίας από τα προγράμματα αμυντικών προμηθειών της Ε.Ε. «Η αμυντική βιομηχανία μας είναι έτοιμη να συμβάλει στον τομέα της άμυνας.
Το πρόγραμμα της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας πρέπει να είναι ανοιχτό σε όλους τους Ευρωπαίους συμμάχους», είπε ο Τούρκος Πρόεδρος, ενώ προσέθεσε ότι ο κρίσιμος ρόλος της Τουρκίας στην ευρωπαϊκή οικονομική ασφάλεια και στην άμυνα έχει αποδειχθεί και η χώρα του διατηρεί τον στόχο για πλήρη ένταξη στην Ε.Ε.
Η Αθήνα αντιλαμβάνεται την τουρκική σκοπιμότητα αλλά και ότι πολλές ευρωπαϊκές χώρες αντιμετωπίζουν θετικά το αίτημα του Ερντογάν. Αυτό άλλωστε ήταν και το κλίμα στην άτυπη Σύνοδο Κορυφής, στην οποία επισήμως δεν έγινε καμία συζήτηση.
Διπλωματικοί κύκλοι ωστόσο εκτιμούν πως το ενδιαφέρον του Τούρκου Προέδρου για την ευρωπαϊκή άμυνα θα μπορούσε να διευκολύνει τη συνεννόηση για ζητήματα που δημιουργούν τριβές ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία, όπως το θέμα του καλωδίου Κρήτης – Κύπρου.
Ενδεχομένως να οδηγήσει σε μια πιο διαλλακτική στάση της Τουρκίας στην άτυπη πενταμερή για το Κυπριακό που θα διεξαχθεί στις 17 και στις 18 Μαρτίου στη Γενεύη της Ελβετίας.
Προς το παρόν, οι προσδοκίες για ουσιαστική επανεκκίνηση των συνομιλιών παραμένουν ισχνές λόγω της άκαμπτης στάσης των Τούρκων και των Τουρκοκυπρίων, οι οποίοι επιμένουν για λύση δύο κρατών εκτός του πλαισίου των αποφάσεων του ΟΗΕ.
Οι τρεις εγγυήτριες δυνάμεις θα εκπροσωπηθούν στη Γενεύη σε επίπεδο υπουργών Εξωτερικών, δηλαδή η Ελλάδα από τον Γιώργο Γεραπετρίτη και η Τουρκία από τον Χ. Φιντάν. Δεν αποκλείεται οι δύο υπουργοί να έχουν στο περιθώριο της διάσκεψης και μια κατ’ ιδίαν συνάντηση.
Στην πενταμερή υπό τον γενικό γραμματέα του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες θα συμμετάσχουν επίσης ο Τουρκοκύπριος ηγέτης Ερσίν Τατάρ (ο οποίος ακόμα και σε δηλώσεις του την Πέμπτη επέμεινε στη λογική των δύο κρατών) και ο Κύπριος Πρόεδρος Νίκος Χριστοδουλίδης, ο οποίος ήρθε στην Αθήνα το Σάββατο για συζητήσεις με την ελληνική κυβέρνηση που αφορούν τον συντονισμό των δύο πλευρών ενόψει της διάσκεψης.
Δείτε εδώ το δημοσίευμα της Realnews
Δείτε εδώ το δημοσίευμα της Realnews