Η κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε την κατάργηση σειράς περιβαλλοντικών μέτρων που είχαν θεσπιστεί από την προηγούμενη διοίκηση του Τζο Μπάιντεν, με στόχο τη μείωση των εκπομπών ρύπων από αυτοκίνητα και εργοστάσια. Ο επικεφαλής της Υπηρεσίας Προστασίας του Περιβάλλοντος χαρακτήρισε την απόφαση αυτή ως την πιο σημαντική απορρύθμιση στην ιστορία των ΗΠΑ, υποσχόμενος να «απελευθερώσει» την ενέργεια και να αναζωογονήσει την αυτοκινητοβιομηχανία.
Ανάμεσα στα μέτρα που καταργούνται είναι και ο κανονισμός που απαιτούσε από ηλεκτροπαραγωγικούς σταθμούς να μειώσουν σχεδόν στο μηδέν τις εκπομπές CO2. Η απόφαση έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις από περιβαλλοντικές οργανώσεις, οι οποίες προειδοποιούν για σοβαρές επιπτώσεις στο κλίμα και τη δημόσια υγεία.
Πιο αναλυτικά:
Η κυβέρνηση του Ρεπουμπλικάνου προέδρου Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε την Τετάρτη την κατάργηση σειράς περιβαλλοντικών μέτρων που είχε υιοθετήσει η διοίκηση του Δημοκρατικού προκατόχου του, Τζο Μπάιντεν. Τα μέτρα αυτά στόχευαν κυρίως στη μείωση των εκπομπών ρύπων από αυτοκίνητα και εργοστάσια παραγωγής ενέργειας που βασίζονται στον άνθρακα.
Ο επικεφαλής της Υπηρεσίας Προστασίας του Περιβάλλοντος (EPA), Λι Ζέλντιν, χαρακτήρισε την απόφαση ως «τη σημαντικότερη και πιο επιδραστική απορρύθμιση στην ιστορία των ΗΠΑ», υποσχόμενος να «απελευθερώσει την αμερικανική ενέργεια» και να «αναζωογονήσει την αυτοκινητοβιομηχανία».
Ανάμεσα στα πάνω από 30 μέτρα που καταργούνται, η κυβέρνηση Τραμπ στοχεύει στην ακύρωση κανονισμού του 2024 που απαιτούσε από τους ηλεκτροπαραγωγικούς σταθμούς να μειώσουν τις εκπομπές CO2 σχεδόν στο μηδέν, προκειμένου να συνεχίσουν τη λειτουργία τους.
Ο κανονισμός, που θεωρούνταν ακρογωνιαίος λίθος της περιβαλλοντικής πολιτικής Μπάιντεν, προέβλεπε τη χρήση τεχνολογιών δέσμευσης και αποθήκευσης άνθρακα. Η εφαρμογή του είχε προγραμματιστεί για το 2032 και θα ίσχυε επίσης για μελλοντικούς σταθμούς φυσικού αερίου.
Σύμφωνα με την προηγούμενη κυβέρνηση, το μέτρο θα περιόριζε την εκπομπή 1,4 δισεκατομμυρίων τόνων CO2 έως το 2047, ποσότητα που αντιστοιχεί στις εκπομπές 328 εκατομμυρίων αυτοκινήτων ετησίως.
Η απόφαση προκάλεσε την έντονη αντίδραση περιβαλλοντικών οργανώσεων. Ο Τσαρλς Χάρπερ από την οργάνωση Evergreen δήλωσε: «Οι εταιρείες που ρυπαίνουν γιορτάζουν σήμερα, καθώς η EPA του Τραμπ μόλις τους έδωσε το ελεύθερο να μολύνουν χωρίς όρια».
Η κυβέρνηση Τραμπ ανακοίνωσε επίσης την αναθεώρηση της νομοθεσίας για το καθαρό νερό, που είχε θεσπιστεί υπό τον Μπάιντεν. Ο νόμος απαγόρευε τη ρίψη αποβλήτων σε «ύδατα των ΗΠΑ», με την επιβολή προστίμων για τους παραβάτες.
Η νέα EPA υποστηρίζει πως ο κανονισμός δεν ευθυγραμμιζόταν με απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου του 2023, η οποία περιόριζε την προστασία μόνο σε «μόνιμα και συνεχή υδάτινα σώματα», όπως ποτάμια, λίμνες και ωκεανούς.
Η περιβαλλοντική οργάνωση Earthjustice προειδοποιεί ότι η αλλαγή αυτή αφήνει εκτεθειμένα εκατομμύρια στρέμματα υγροβιότοπων και χιλιάδες χιλιόμετρα μικρών ρυακιών, τα οποία συμβάλλουν στη φιλτράρισμα του νερού και στην προστασία από πλημμύρες.
Η κυβέρνηση Τραμπ προχωρά επίσης σε μαζικές απολύσεις σε υπηρεσίες που σχετίζονται με την κλιματική έρευνα. Ήδη, εκατοντάδες εργαζόμενοι έχουν απομακρυνθεί από τη ΝΟΑΑ (Εθνική Υπηρεσία Ωκεανών και Ατμόσφαιρας), ενώ η EPA αναμένεται να περιορίσει τον προϋπολογισμό της κατά 65%.
Ο Λι Ζέλντιν ανακοίνωσε ακόμη το κλείσιμο διευθύνσεων περιβαλλοντικής δικαιοσύνης στην EPA, οι οποίες είχαν συσταθεί για την αντιμετώπιση της ρύπανσης σε υποβαθμισμένες κοινότητες.
«Ο πρόεδρος Τραμπ θέλει να βοηθήσουμε να εγκαινιαστεί χρυσή εποχή στην Αμερική για όλους τους πολίτες, ανεξαρτήτως φυλής, φύλου και καταγωγής», δήλωσε ο Ζέλντιν.
Η περιβαλλοντική οργάνωση Natural Resources Defense Council κατηγορεί την κυβέρνηση Τραμπ ότι οδηγεί τις ΗΠΑ «πίσω στην εποχή της ανεμπόδιστης μόλυνσης», εκθέτοντας τους πολίτες σε τοξικά χημικά, μολυσμένο αέρα και νερό.
Ο ίδιος ο Τραμπ, διαβόητος αμφισβητίας της κλιματικής αλλαγής, έχει χαρακτηρίσει επανειλημμένα την ενεργειακή μετάβαση ως «απάτη».
Η πολιτική αυτή προκαλεί έντονες αντιδράσεις τόσο στις ΗΠΑ όσο και στη διεθνή κοινότητα, με τους υποστηρικτές της περιβαλλοντικής προστασίας να προειδοποιούν για σοβαρές επιπτώσεις στο κλίμα και τη δημόσια υγεία.