Ο πατέρας και η μητριά της 10χρονης Σάρας καταδικάστηκαν σε ισόβια από το βρετανικό Εφετείο για τη φρικτή δολοφονία της, η οποία περιλάμβανε βασανιστήρια με σίδερο και βραστό νερό. Η Σάρα υπέστη σοβαρά τραύματα και κακοποιήσεις για χρόνια, με την εισαγγελία να αναφέρει ότι είχε περίπου 100 τραύματα στο σώμα της.
Παρά τις καταγγελίες από το σχολείο της και τις κοινωνικές υπηρεσίες, δεν ελήφθησαν μέτρα για την προστασία της. Ο πατέρας θα έχει δικαίωμα αποφυλάκισης μετά από 39 χρόνια, ενώ η μητριά θα παραμείνει στη φυλακή τουλάχιστον 31 χρόνια.
Η οικογένεια εγκατέλειψε τη χώρα μετά τον θάνατο της Σάρας, αλλά συνελήφθη κατά την επιστροφή τους στη Βρετανία.
Πιο αναλυτικά:
Βρετανικό Εφετείο επικύρωσε την Πέμπτη (13/3) την ποινή των ισοβίων δεσμών που είχαν επιβληθεί πρωτόδικα στον πατέρα και τη μητριά της 10χρονης Σάρας, αφού τους έκρινε ενόχους για τα αδιανόητα βασανιστήρια που την είχαν υποβάλει και εν τέλει τη δολοφονία της.
Φρικτά βασανιστήρια
Ο 43χρονος πατέρας Ουρφάν Σαρίφ και η μητριά Μπεϊνάς Μπατούλ είχαν ασκήσει έφεση με σκοπό να αποφυλακιστούν νωρίτερα. Η εισαγγελία ζητούσε να επιβληθεί στον πρώτο ποινή ισοβίων δεσμών χωρίς τη δυνατότητα αποφυλάκισης. Οι τρεις δικαστές του Εφετείου ωστόσο δεν άλλαξαν την απόφαση που είχε ληφθεί τον Δεκέμβριο: Ο πατέρας θα έχει δικαίωμα αποφυλάκισης αφού εκτίσει 39 χρόνια στη φυλακή και η 30χρονη σύζυγός του θα παραμείνει φυλακισμένη για τουλάχιστον 31 χρόνια.

Κατά τη διάρκεια της δίκης τους το 2024, η περιγραφή των βασανιστηρίων που βίωσε η Σάρα συγκλόνισε το Ηνωμένο Βασίλειο. Οργή και πολλά ερωτήματα προκάλεσε επίσης το γεγονός ότι οι κοινωνικές υπηρεσίες είχαν πολλές ευκαιρίες, αλλά δεν κατάφεραν να σώσουν το παιδί.
Σημειώνεται ότι η Σάρα Σαρίφ πέθανε τον Αύγουστο του 2023 στο Γουόκινγκ, στα νοτιοδυτικά του Λονδίνου.

Εκτός από τους γονείς, το δικαστήριο καταδίκασε σε κάθειρξη 16 ετών και τον θείο του παιδιού, τον Φαϊσάλ Μαλίκ, 29 ετών, που ζούσε με την οικογένεια και θεωρείται ότι «προκάλεσε ή διευκόλυνε» τον θάνατο της ανιψιάς του.
Η Σάρα υποβαλλόταν «σε συνεχή και επαναλαμβανόμενα βασανιστήρια επί πολλά χρόνια» ανέφερε ο εκπρόσωπος της εισαγγελίας στη γραπτή εισήγησή του. Από τη νεκροψία-νεκροτομή διαπιστώθηκε ότι το παιδί έφερε περίπου 100 τραύματα, μεταξύ άλλων και στο κρανίο, είχε κατάγματα, εκχυμώσεις, μώλωπες, εγκαύματα και σημάδια από δαγκώματα. Επί μήνες, την ξυλοκοπούσαν με ένα μπαστούνι του κρίκετ, την έκαιγαν με σίδερο σιδερώματος ή με βραστό νερό. Το κεφάλι της ήταν καλυμμένο με μια μάσκα φτιαγμένη από πλαστικές σακούλες.
Την επομένη του θανάτου της, ο πατέρας, η μητριά και ο θείος έφυγαν στο Πακιστάν μαζί με τα άλλα πέντε παιδιά τους, εγκαταλείποντας το πτώμα σε ένα κρεβάτι. Έπειτα από έναν μήνα, οι τρεις ενήλικες επέστρεψαν στη Βρετανία και συνελήφθησαν μέσα στο αεροπλάνο.

Ο Ουρφάν Σαρίφ, που ήταν οδηγός ταξί, κατηγόρησε αρχικά τη σύζυγό του αλλά στη συνέχεια παραδέχτηκε την ενοχή του, υποστηρίζοντας ότι δεν ήθελε να σκοτώσει τη Σάρα. Η δικηγόρος της Μπεϊνάς Μπατούλ σχολίασε ότι η ποινή που επιβλήθηκε στην πελάτισσά της ήταν «υπερβολική», ισχυριζόμενη ότι και εκείνη ήταν θύμα του συζύγου της.
Τον Απρίλιο του 2023, λίγους μήνες πριν από τον θάνατο της Σάρας, όταν εντάθηκαν τα βασανιστήρια, ο πατέρας απέσυρε το παιδί του από το σχολείο. Στη δίκη αποκαλύφθηκε ότι το σχολείο είχε κάνει τρεις καταγγελίες, ιδίως αφού το κορίτσι πήγε στο μάθημα φορώντας χιτζάμπ για να κρύψει τα τραύματά του. Οι κοινωνικές υπηρεσίες γνώρισαν την οικογένεια. Η Σάρα και ο αδελφός της είχαν αρχικά δοθεί στη μητέρα τους, την Όλγκα, αλλά το 2019 άλλος δικαστής έστειλε τα παιδιά να μείνουν με τον πατέρα τους.
Η σορός της Σάρας ενταφιάστηκε στην Πολωνία, την πατρίδα της μητέρας της.