Η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) προχωρά στη μεταφορά δισεκατομμυρίων οφειλών που δεν μπορούν να εισπραχθούν σε «ειδικά βιβλία», μετά από εξάντληση όλων των μέσων είσπραξης. Ο χαρακτηρισμός μιας οφειλής ως ανεπίδεκτης είσπραξης γίνεται με συγκεκριμένες διαδικασίες, ανάλογα με το ύψος της οφειλής. Στο επιχειρησιακό σχέδιο της ΑΑΔΕ για το 2025, περιλαμβάνεται στόχος για τον χαρακτηρισμό 10 δισ.
ευρώ από τις ληξιπρόθεσμες οφειλές ως ανεπίδεκτες. Σημαντικό είναι ότι το 90,5% των οφειλετών χρωστάει ποσά έως 10.000 ευρώ, ενώ το 76,5% του συνολικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου προέρχεται από οφειλές άνω του 1 εκατ. ευρώ.
Οι οφειλέτες που έχουν χαρακτηριστεί ανεπίδεκτοι δεν μπορούν να λάβουν φορολογική ενημερότητα και οι περιουσίες τους παραμένουν δεσμευμένες.
Πιο αναλυτικά:
Σε «ειδικά βιβλία» μεταφέρονται οφειλές για τις οποίες έχει εξαντληθεί κάθε μέσο για να εισπραχθούν από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ). Σύμφωνα με απόφαση του Διοικητή της ΑΑΔΕ Γιώργου Πιτσιλή, γίνεται ανακαθορισμός των χρηματικών ορίων για τον χαρακτηρισμό οφειλής ως ανεπίδεκτης είσπραξης με σκοπό, όπως αναφέρεται, τη διασφάλιση της εύρυθμης και αποτελεσματικής λειτουργίας των Υπηρεσιών της ΑΑΔΕ που είναι αρμόδιες για τον χαρακτηρισμό των οφειλών ως ανεπίδεκτων είσπραξης.
Γράφει ο Δημήτρης Χριστούλιας
Πρόκειται για ληξιπρόθεσμες οφειλές που παραμένουν ανείσπρακτες επί σειρά ετών και για τις οποίες έχουν εξαντληθεί όλα τα διαθέσιμα μέσα καταναγκαστικής είσπραξης, χωρίς αποτέλεσμα.
Έτσι, ο χαρακτηρισμός οφειλής ως ανεπίδεκτης είσπραξης και η καταχώρισή της στα ειδικά βιβλία, που προβλέπονται από τη νομοθεσία γίνεται:
- Με απόφαση του αρμόδιου για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής Προϊσταμένου φορολογικής ή τελωνειακής υπηρεσίας, κατόπιν εισήγησης του Προϊσταμένου του Τμήματος που έχει την αρμοδιότητα του Δικαστικού, εφόσον πρόκειται για συνολική βασική βεβαιωμένη ληξιπρόθεσμη οφειλή μικρότερη των τριακοσίων χιλιάδων (300.000) ευρώ,
- με απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, κατόπιν εισήγησης του αρμόδιου για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής Προϊσταμένου ΚΕ.Β.ΕΙΣ./Δ.Ο.Υ./ΚΕ.ΜΕ.Φ./Ζ’ Τμήματος ΚΕ.ΦΟ.Δ.Ε. Αττικής ή τελωνειακής υπηρεσίας, εφόσον πρόκειται για συνολική βασική βεβαιωμένη ληξιπρόθεσμη οφειλή από τριακόσιες χιλιάδες (300.000) ευρώ και έως τρία εκατομμύρια (3.000.000) ευρώ και
- με απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, κατόπιν εισήγησης του Προϊσταμένου της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης, εφόσον πρόκειται για συνολική βασική βεβαιωμένη ληξιπρόθεσμη οφειλή μεγαλύτερη από τρία εκατομμύρια (3.000.000) ευρώ.
Σημειώνεται ότι στο επιχειρησιακό Σχέδιο της ΑΑΔΕ, για το έτος 2025 και στο κεφάλαιο για τη διαχείριση των ληξιπρόθεσμων χρεών αναγράφεται, ότι μεταξύ άλλων η ΑΑΔΕ στοχεύει και «στον χαρακτηρισμό 10,0 δισ. ευρώ εκ των ληξιπρόθεσμων οφειλών της Φορολογικής και Τελωνειακής Διοίκησης ως ανεπίδεκτων είσπραξης».
Να σημειωθεί ότι έως τον Οκτώβριο 2024, οι οφειλές προς ΑΑΔΕ και ΚΕΑΟ είχαν φτάσει συνολικά στα 157,3 δισ. ευρώ με βάση τα στοιχεία της ΑΑΔΕ που επεξεργάστηκε το γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή.
Συγκεκριμένα το συνολικό ληξιπρόθεσμο υπόλοιπο προς την ΑΑΔΕ , διαμορφώθηκε στα 108,5 δισ. ευρώ, αυξημένο κατά 2,4 δισ. ευρώ σε σχέση με τον Οκτώβριο του 2023. Ωστόσο, ποσοστό 24,3% του συνολικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου, που αντιστοιχεί σε 26,3 δισ. ευρώ, αφορά σε οφειλές που χαρακτηρίζονται ως ανεπίδεκτες είσπραξης.
9 στους 10 με οφειλές έως 10.000 ευρώ
Το 90,5% των οφειλετών συγκεντρώνεται στις οφειλές έως 10.000 ευρώ με το συνολικό τους ληξιπρόθεσμο υπόλοιπο να αγγίζει το 3,6% των συνολικών οφειλών, ενώ οφειλές άνω του 1 εκατ. ευρώ συγκεντρώνεται το 76,5% του συνολικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου και μόλις το 0,2% των οφειλετών.
Με βάση, πάντως, τη νομοθεσία, κατά την περίοδο που το χρέος παραμένει στα ανεπίδεκτα, ο οφειλέτης δεν μπορεί να λάβει φορολογική ενημερότητα, δεν μπορεί να μεταβιβάσει περιουσιακά στοιχεία, ενώ τυχόν τραπεζικοί λογαριασμοί και θυρίδες του ίδιου ή συνυπόχρεων προσώπων παραμένουν δεσμευμένοι. Αν στο μεταξύ προκύψει περιουσιακό στοιχείο ή εισόδημα, το Δημόσιο έχει πλήρες δικαίωμα να επανενεργοποιήσει την υπόθεση και να διεκδικήσει το ποσό, ακόμη και πριν την παρέλευση της δεκαετίας.