- Η Μαρία Διονυσιώτη μαρτυρά για τη φονική πυρκαγιά στο Μάτι, όπου έχασε την κόρη της και τον εγγονό της.
- Ο πυροσβέστης, Ανδρέας Δημητρίου, κατέθεσε στη δίκη για τα γεγονότα.
- Η μάρτυρας περιέγραψε την απελπιστική κατάσταση της πυρκαγιάς.
- Ο Χαράλαμπος Διονυσιώτης κατέθεσε για την αδυναμία βοήθειας από πυροσβεστική και άλλες υπηρεσίες.
- Ο υπάλληλος στην πολιτική προστασία του Δήμου Ραφήνας μαρτύρησε για την αντίδραση στη φωτιά.
- Η δίκη θα συνεχιστεί στις 10 Σεπτεμβρίου.
Μία ακόμα σοκαριστική μαρτυρία ακούστηκε σήμερα Πέμπτη (5.9.24) στη δίκη στο Τριμελές Εφετείο Πλημμελημάτων Αθηνών για τη φονική πυρκαγιά στο Μάτι.
Η Μαρία Διονυσιώτη έχασε στη φονική πυρκαγιά στο Μάτι την κόρη της Μαργαρίτα και τον μόλις έξι μηνών εγγονό της. Ο γαμπρός της, ο πυροσβέστης, Ανδρέας Δημητρίου, κατέθεσε χθες Τετάρτη στη δίκη.
Η μάρτυρας συγκίνησε ακόμα και τους δικαστές λέγοντας πως μετά την τραγωδία που βίωσαν απλά υπάρχουν, εκείνη, ο άνδρα της και ο γαμπρός της.
Όπως περιέγραψε στο δικαστήριο, την κατάσταση στις 23 Ιουλίου 2018 ως απελπιστική.
«Ένας μαύρος καπνός υπήρχε παντού, αέρας έντονος. Για να προστατευθώ είχα πάρει αγκαλιά μια κολώνα. Ψάχναμε μαζί με κόσμο και τον άντρα μου να βρούμε την Μαργαρίτα. Δεν απαντούσε. Κάποια στιγμή μάθαμε ότι η Μαργαρίτα με το μωρό είναι στην Αργυρά Ακτή με το μωρό» ανέφερε στην κατάθεση της, η μάρτυρας.
Εκείνη και ο άνδρας της βρισκόταν στην πλατεία της Ραφήνας ενώ ένας φίλος τους πήγε στο Λιμεναρχείο για να τους πει να στείλουν ένα σκάφος.
«Μετά ξαναπήγε και του είπαν πως ήταν ενήμεροι αλλά οι βάρκες δεν μπορούσαν να προσεγγίσουν γιατί είχε πολλά βράχια. Τελικά ενημερωθήκαμε πως η Μαργαρίτα πήγε στον «Ευαγγελισμό». Περιμέναμε ενημέρωση από τους γιατρούς. Μετά από ώρα ήρθε ο Αντρέας με έβαλε σε μια καρέκλα να καθίσω, με αγκάλιασε και μου είπε ότι ο μπέμπης μας έγινε αγγελάκι. Από εκεί και πέρα δεν θυμάμαι κάτι», εξήγησε η μάρτυρας.
Η μάρτυρας τόνισε πως όταν γύρισαν σπίτι τους αντίκρισαν ένα σκηνικό που θύμιζε πυρηνικό πόλεμο και στη συνέχεια αναφέρθηκε στο πως έμαθε για την απώλεια της κόρης της.
«Με έβαλαν σε έναν καναπέ και μου είπε ο Αντρέας ότι η Μαργαρίτα δεν άντεξε μακριά από τον μπέμπη. Η Μαργαρίτα όταν μπήκε στο ασθενοφόρο ζήτησε από τους διασώστες να υπαγορεύσει ένα γράμμα ότι ευχαριστεί εμάς και τον άντρα της και ότι μας αγαπάει. Η Μαργαρίτα και τόσοι άνθρωποι έφυγαν μαρτυρικά. Αν είχε εγκαίρως το λιμεναρχείο στείλει βάρκες ο μπέμπης μας θα τα είχε καταφέρει. Αλλά κανένας δεν έκανε την δουλειά του. Μας εγκατέλειψαν, μας άφησαν στην τύχη μας. Εγώ δεν κάηκα, αλλά έχει κάνει η ψυχή μου. Ζω με αυτή την καύτρα μέχρι να κλείσω τα μάτια μου. Η Μαργαρίτα μετά την απώλεια του γιου μας ήταν το στήριγμα μας. Ο μπέμπης μας θα ζούσε και θα πήγαινες σχολεία. Εμείς δεν ζούμε απλά υπάρχουμε. Εμείς και ο Αντρέας είμαστε τρία κομμάτια κρέας που απλά υπάρχουμε» είπε, συγκλονίζοντας το δικαστήριο η μάρτυρας.
«Οι πραγματικοί υπεύθυνοι δεν είναι κατηγορούμενοι»
Στο δικαστήριο κατέθεσε και ο Χαράλαμπος Διονυσιώτης, ο οποίος περιέγραψε στην κατάθεση του τι αντίκρισε στην παραλία και πως κατάφερε να να εντοπίσει τελικά μαζί με τον γαμπρό του την κόρη του και τον εγγονό του.
«Ούτε η πυροσβεστική, ούτε το λιμενικό ούτε η αστυνομία βάλανε ένα χέρι βοήθειας. Δεν υπήρχε τίποτα, κάνεις και οι πραγματικοί υπεύθυνοι δεν είναι κατηγορούμενοι. Αν τους είχαν εκτρέψει αντίθετα προς το Μαραθώνα θα είχαμε λιγότερους νεκρούς. Δεν υπήρχε ενημέρωση, δεν υπήρχε σχέδιο εκκένωσης (….) Είμαστε σίγουροι ότι οι 104 πέθαναν ακαριαία; Δεν ήμαστε. Αυτοί οι άνθρωποι έπρεπε να περιμένουν την άλλη μέρα το πρωί τους διασώστες; Δεν έπρεπε άμεσα να τους βοηθήσουν που ουρλιάζανε οι εγκαυματίες στα μπαλκόνια; Μας εγκατέλειψαν όλοι και μας εγκαταλείπουν ακόμη και σήμερα. Για να πετάξουμε τα αποκαΐδια με αμάξι του δήμου, έπρεπε να βρούμε λεφτά να πληρώσουμε το παράβολο» είπε ο μάρτυρας, καταθέτοντας στο δικαστήριο.
Στο δικαστήριο κατέθεσε, επίσης, και ο υπάλληλος στην πολιτική προστασία του Δήμου Ραφήνας, Εμμανουήλ Τσαλιαγκός, υπάλληλος στην πολιτική προστασία του Δήμου Ραφήνας, ο οποίος είδε πρώτος το καπνό και ειδοποίησε Δήμο και πυροσβεστική.
Ο μάρτυρας στην κατάθεση του ανέφερε πως εκείνη την ημέρα είδε μόνο ένα Έρικσον να πετάει στη περιοχή και να κάνει μια ρίψη στις 5:15 με 5:30 μ.μ.
Απαντώντας σε ερωτήσεις της προέδρου μάλιστα ο μάρτυρας είπε πως θα μπορούσε να γίνει κάτι διαφορετικό ως προς την αντιμετώπιση όσο η φωτιά ήταν στο Νταού.
Ακόμη ο μάρτυρας κατέθεσε πως εκείνη την ημέρα ο άνεμος ήταν πολύ ισχυρός και τα Καναντέρ δεν μπορούσαν να επιχειρήσουν.
Η δίκη θα συνεχιστεί την Τρίτη 10 Σεπτεμβρίου.