Στα πρώτα χρόνια της αποίκησης της Αυστραλίας, οι πεζοναύτες του Βρετανικού Ναυτικού ανέλαβαν την αστυνόμευση. Ωστόσο, λόγω της οικονομικής κρίσης και της αύξησης της εγκληματικότητας, κρίθηκε αναγκαία η δημιουργία ενός τοπικού αστυνομικού σώματος.
Η κυβέρνηση επέλεξε να αναθέσει την αστυνόμευση σε 12 καταδίκους με καλή διαγωγή, οι οποίοι χωρίστηκαν σε τέσσερις ομάδες και ανέλαβαν περιπολίες στην περιοχή της Νέας Νότιας Ουαλίας. Το εγχείρημα ονομάστηκε Night Watch και είχε τόσο μεγάλη επιτυχία, ώστε επεκτάθηκε σταδιακά σε περισσότερες πόλεις, συμβάλλοντας σημαντικά στον έλεγχο του εγκλήματος.
Πιο αναλυτικά:
Όταν η Αυστραλία άρχισε να αποικείται, δεν υπήρχε αστυνομία. Οι πεζοναύτες του Βασιλικού Ναυτικού της Βρετανίας, ανέλαβαν να κάνουν αυτή τη δουλειά το 1788.
Αλλά οι ανάγκες αυξάνονταν για εφαρμογή των νόμων και η αστυνόμευση από τους πεζοναύτες δεν έφτανε. Η ανάγκη έγινε μεγαλύτερη όταν η χώρα χτυπήθηκε από οικονομική κρίση. Η έλλειψη προϊόντων προκάλεσε ανησυχία για άνοδο της εγκληματικότητας στους κατοίκους, κάτι που τελικά συνέβη.
Οι πεζοναύτες δεν μπόρεσαν να ελέγξουν την άνοδο της εγκληματικότητας. Η τότε κυβέρνηση κατάλαβε πως θα έπρεπε να ιδρυθεί ένα τοπικό αστυνομικό δυναμικό, που τελικά ονομάστηκε Night Watch.
Εκείνη την εποχή, η Αυστραλία είχε περισσότερους κατάδικους παρά κατοίκους. Κι έτσι, με τους κατάδικους να είναι η μόνη πηγή για να οργανωθεί το αστυνομικό δυναμικό, ο κυβερνήτης ανέθεσε σε 12 κατάδικους, που είχαν την καλύτερη συμπεριφορά στη φυλακή, να αναλάβουν την αστυνόμευση.
Οι 12 άνδρες διαιρέθηκαν σε τέσσερις ομάδες για να κάνουν περιπολία σε διαφορετικά μέρη της New South Wales. Η επιτυχία ήταν άμεση και η κυβέρνηση αποφάσισε να αναπτύξει το πρόγραμμα και το 1790, μια ομάδα κατάδικων μετατράπηκαν σε αστυνομικούς στην πόλη του Σίδνεϊ και αργότερα σε άλλες πόλεις.
Τα ιστορικά αρχεία δείχνουν ότι η Night Watch και οι επεκτάσεις της είχαν μεγάλη επιτυχία στον έλεγχο και τη μείωση του εγκλήματος σε ολόκληρη την Αυστραλία, ένα εκπληκτικό αποτέλεσμα για μια αστυνομική δύναμη που δημιουργήθηκε από καταδίκους.