Η οικονομία των ΗΠΑ απειλείται με επιβράδυνση, ενώ οι τιμές για τους καταναλωτές αναμένεται να αυξηθούν, ως αποτέλεσμα των νέων δασμών στις εισαγωγές προϊόντων, προειδοποίησε ο Τζερόμ Πάουελ, πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ (FED).
Ο ίδιος διευκρίνισε ότι οι πρόσφατοι δασμοί, που ανακοίνωσε ο Ντόναλντ Τραμπ, ήταν πολύ υψηλότεροι από ό,τι εκτιμούσε αρχικά η Τράπεζα, καθώς ξεπέρασαν το ανώτατο όριο των προβλέψεών της.
Οι δηλώσεις του Πάουελ έρχονται σε μια χρονική στιγμή έντονης αστάθειας στα παγκόσμια χρηματιστήρια, με τους επενδυτές να αντιδρούν στις αποφάσεις για επιβολή δασμών και την περαιτέρω κλιμάκωση του εμπορικού πολέμου ΗΠΑ – Κίνας.
Όπως ανέφερε, έρευνες σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις καταγράφουν «απότομη πτώση» της εμπιστοσύνης στις οικονομικές προοπτικές, με βασική αιτία τις ανησυχίες για την επιβάρυνση από τους νέους δασμούς.
Από την επιστροφή του στα καθήκοντά του, ο πρόεδρος Τραμπ έχει επιβάλει δασμό 10% στα εισαγόμενα προϊόντα από την πλειονότητα των χωρών, ενώ ενίσχυσε ακόμη περισσότερο τα μέτρα έναντι της Κίνας, με δασμούς 145% στα κινεζικά αγαθά – με ορισμένες εξαιρέσεις για smartphones.
Η Κίνα απάντησε με αντίμετρα, επιβάλλοντας δασμούς 125% στα αμερικανικά προϊόντα. Ο Λευκός Οίκος ανακοίνωσε ότι με τη σωρευτική εφαρμογή των νέων και παλαιότερων δασμών, το συνολικό ύψος των επιβαρύνσεων στα κινεζικά προϊόντα ενδέχεται να αγγίξει το 245%.
«Το επίπεδο των αυξήσεων των δασμών που έχουν ανακοινωθεί μέχρι στιγμής είναι σημαντικά μεγαλύτερο από το αναμενόμενο», ανέφερε ο Πάουελ, χαρακτηρίζοντας την παρέμβασή του ως την πιο αυστηρή προειδοποίηση για τις συνέπειες του νέου καθεστώτος.
«Το ίδιο είναι πιθανό να ισχύει και για τις οικονομικές επιπτώσεις, οι οποίες θα περιλαμβάνουν υψηλότερο πληθωρισμό και βραδύτερη ανάπτυξη», πρόσθεσε.
Από την πλευρά του, ο Αμερικανός πρόεδρος υποστηρίζει ότι οι δασμοί ενισχύουν τη βιομηχανία και τις θέσεις εργασίας, όμως οι χρηματοπιστωτικές αγορές δεν συμμερίζονται αυτή την εκτίμηση.
Ο Πάουελ, μιλώντας την Τετάρτη, επεσήμανε ότι ο αντίκτυπος των πολιτικών της κυβέρνησης Τραμπ στον τομέα του εμπορίου, της μετανάστευσης, της δημοσιονομικής πολιτικής και της οικονομικής ρύθμισης παραμένει «εξαιρετικά αβέβαιος».
Αλυσιδωτές επιπτώσεις στις χρηματαγορές
Οι παγκόσμιες χρηματαγορές υπέστησαν νέους κραδασμούς την Τετάρτη, εξαιτίας της κλιμάκωσης του εμπορικού πολέμου. Οι αμερικανικοί δείκτες κινήθηκαν καθοδικά, με ιδιαίτερα μεγάλη πτώση στον τεχνολογικό τομέα.
Τεχνολογικές εταιρείες όπως η Nvidia, που είναι στενά συνδεδεμένες με τις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού, προειδοποίησαν για αρνητικό αντίκτυπο στα οικονομικά τους αποτελέσματα.
Οι τρεις βασικοί χρηματιστηριακοί δείκτες των ΗΠΑ υπέστησαν σημαντικές απώλειες:
Χρηματιστηριακός Δείκτης | Ποσοστιαία Μεταβολή |
Dow Jones | -1,73% |
S&P 500 | -2,24% |
Nasdaq | -3,07% |
Πέρα από τη διόρθωση στις μετοχές, ανησυχία προκαλεί η στροφή των επενδυτών μακριά από το κρατικό χρέος των ΗΠΑ. Την περασμένη εβδομάδα, το πραγματικό επιτόκιο των αμερικανικών ομολόγων αυξήθηκε σημαντικά – μια εξέλιξη που μπορεί να εξηγεί και την απόφαση του Τραμπ να αναστείλει ορισμένους από τους υψηλότερους δασμούς.
Οι κυβερνήσεις, για να δανειστούν από τις αγορές, εκδίδουν ομόλογα (ουσιαστικά IOUs) και πληρώνουν τόκους στους επενδυτές. Τα αμερικανικά ομόλογα, λόγω του αξιόπιστου προφίλ τους, σπανίως συνοδεύονται από υψηλά επιτόκια. Όμως, η πρόσφατη αύξηση στα επιτόκια αποτελεί ένδειξη απώλειας εμπιστοσύνης από πλευράς επενδυτών στην αμερικανική οικονομία.
Αν και αυτή την εβδομάδα καταγράφεται σταθεροποίηση, τα επιτόκια παραμένουν αυξημένα.
Η στάση της Fed και τα επόμενα βήματα
Ο Πάουελ υπογράμμισε ότι παρά τις αναταράξεις, η αμερικανική οικονομία παραμένει σταθερή. Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα προς το παρόν δεν σκοπεύει να προχωρήσει σε αλλαγές στη νομισματική της πολιτική, διατηρώντας το βασικό επιτόκιο στο εύρος 4,25% – 4,5%, όπως ισχύει από τον Δεκέμβριο.
«Θα περιμένουμε μεγαλύτερη σαφήνεια προτού εξετάσουμε οποιαδήποτε προσαρμογή», τόνισε.
Η εντολή της Fed είναι να διατηρεί μέγιστη απασχόληση και σταθερότητα τιμών. Εάν η κατάσταση οδηγήσει σε αύξηση του πληθωρισμού αλλά και της ανεργίας, ο Πάουελ επισήμανε ότι η Τράπεζα θα σταθμίσει την απόσταση της οικονομίας από τους στόχους και θα προχωρήσει σε μέτρα με βάση διαφορετικούς χρονικούς ορίζοντες, ώστε να περιοριστεί ο πληθωρισμός και να μειωθεί η ανεργία.
«Όπως είπε και ο σπουδαίος Σικάγος Φέρις Μπιούλερ, “η ζωή κινείται αρκετά γρήγορα”», κατέληξε με νόημα ο Πάουελ.