- Οι ένοπλες δυνάμεις του Τσαντ πραγματοποίησαν αεροπορικούς βομβαρδισμούς κατά της Μπόκο Χαράμ, με αποτέλεσμα πολλοί νεκροί και τραυματίες μεταξύ των τζιχαντιστών, όπως δήλωσε ο πρόεδρος Μααμάτ Ιντρίς Ντεμπί Ιτνό.
- Η επιχείρηση αυτή είναι αντίποινα για προηγούμενη επίθεση της Μπόκο Χαράμ που είχε ως αποτέλεσμα 40 θανάτους και αποσκοπεί στην αποκατάσταση της ασφάλειας στην περιοχή της λίμνης Τσαντ.
- Ο πρόεδρος Ντεμπί τόνισε την έλλειψη υποστήριξης από γειτονικές χώρες και επεσήμανε τη δέσμευση του Τσαντ να συνεχίσει τον αγώνα κατά της τρομοκρατίας, ενώ η Μπόκο Χαράμ έχει προκαλέσει πάνω από 40.000 θανάτους από το 2009.
Νέοι αεροπορικοί βομβαρδισμοί των ενόπλων δυνάμεων του Τσαντ, στο πλαίσιο αντεπίθεσης εναντίον τζιχαντιστών της οργάνωσης Μπόκο Χαράμ, είχαν αποτέλεσμα να σκοτωθούν και να τραυματιστούν πολλά μέλη της, διαβεβαίωσε χθες Πέμπτη ο πρόεδρος Μααμάτ Ιντρίς Ντεμπί Ιτνό.
«Διεξαγάγαμε αεροπορικές επιδρομές (…) που προκάλεσαν πολλούς νεκρούς και τραυματίες», τόνισε ο αρχηγός του κράτους, με στρατιωτική περιβολή, από την επαρχία της Λίμνης Τσαντ.
Ο πρόεδρος Ντεμπί διέταξε και διοικεί «προσωπικά» επιχείρηση εναντίον της Μπόκο Χαράμ, σε αντίποινα για επίθεση τζιχαντιστών εναντίον θέσης των ενόπλων δυνάμεων της χώρας του στην Μπαρκαράμ, νήσο στον νομό Καγιά, κοντά στα σύνορα με τη Νιγηρία, τον περασμένο μήνα. Ο απολογισμός των θυμάτων της επίθεσης αυτής τζιχαντιστών ήταν «κάπου 40 νεκροί», σύμφωνα με τις αρχές.
«Καθαρά στρατιωτική», και με σκοπό την αποκατάσταση «της ασφάλειας», η επιχείρηση άρχισε περί τα μέσα Οκτωβρίου με σκοπό να εγγυηθεί «την ασφάλεια του ειρηνικού πληθυσμού μας», με την «καταδίωξη» και την «εξάλειψη» στοιχείων της Μπόκο Χαράμ, διαβεβαίωνε την περασμένη εβδομάδα ο Αμπντεραχίμ Μπιρέμ Αμίντ, ο μεταβατικός πρωθυπουργός του Τσαντ.
Για να αντιμετωπιστεί η δράση τζιχαντιστικών οργανώσεων, τέσσερις χώρες της περιοχής σχημάτισαν τον Ιούλιο του 2015 πολυεθνική μικτή δύναμη με 5.800 μέλη, με εντολή να δρα στη λεκάνη της Λίμνης Τσαντ.
Η αχανής έκταση νερού και βαλτότοπων βρίσκεται ανάμεσα στο Νίγηρα, τη Νιγηρία, το Καμερούν και το Τσαντ κι είναι σπαρμένη νησιά και νησάκια, όπου βρίσκουν καταφύγιο μαχητές της Μπόκο Χαράμ και της αντίπαλης οργάνωσης Ισλαμικό Κράτος στη Δυτική Αφρική (ΙΚΔΑ), που γεννήθηκε όταν η πρώτη διασπάστηκε.
Ο κ. Ντεμπί επέκρινε το γεγονός πως η χώρα ου δεν έλαβε «καμιά υποστήριξη» από τους γείτονές του.
Υπογράμμισε ότι ο στρατός του δίνει «έμβαση στην προστασία των αμάχων και της εθνικής επικράτειας, επιμένοντας πως το Τσαντ «θα συνεχίσει να αγωνίζεται κατά της τρομοκρατίας».
Μέλη των ενόπλων δυνάμεων του Τσαντ μπαίνουν συχνά στο στόχαστρο της Μπόκο Χαράμ στην περιοχή της λίμνης Τσαντ.
Η εξέγερση της Μπόκο Χαράμ, που έχει αποδειχθεί πολύ δύσκολο να αντιμετωπιστεί, ξέσπασε το 2009 στη Νιγηρία. Έχει στοιχίσει τη ζωή 40.000 και πλέον ανθρώπων, έχει αναγκάσει άλλους δύο εκατομμύρια και πλέον να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους κι εξαπλώθηκε στα γειτονικά κράτη.
Τον Μάρτιο του 2020, η οργάνωση εξαπέλυσε πολυαίμακτη επίθεση εναντίον άλλης στρατιωτικής βάσης στην περιοχή της λίμνης Τσαντ. Οι αρχές είχαν ανακοινώσει τότε κάπου 100 νεκρούς. Επρόκειτο για τις πιο βαριές απώλειες που υπέστη ποτέ ο στρατός του Τσαντ.
Ο στρατάρχης Ιντρίς Ντεμπί, που κυβέρνησε το Τσαντ με σιδηρά πυγμή τριάντα χρόνια, είχε συνήθεια να διοικεί τον στρατό του του στο πεδίο. Αφού σκοτώθηκε από πυρά ανταρτών στο μέτωπο, ο γιος του Μααμάτ Ιντρίς Ντεμπί, που εξελέγη πρόεδρος, είχε ανακηρυχθεί από τον στρατό μεταβατικός αρχηγός του κράτους, επικεφαλής χούντας δεκαπέντε στρατηγών, το 2021.
Πηγές: ΑΠΕ-ΜΠΕ, AFP