Κοιτάζει στην κάμερα, σου λέει τα δικά της· μετά ζει λίγο τη ζωή της (ή ένα κβαντικό «ίσως»)· και στη χαρακιά του δίσκου, σα βελόνα, πηδάει στο επόμενο track.
H Kάτια Γκουλιώνη έπαιξε ένα στοίχημα· δούλεψε. Κατάπιε τον Γουντι Άλεν και έσπασε τη σύμβαση του «παίζω» [ΑΚΑ ερμηνεύω]… με περισσότερο παιχνίδι.
«Εμπνεύστηκα από stand up comedians όπως τους Lenny Bruce και Andy Kaufman που τους λατρεύω. Το κοινό τους είναι αυτή η επαφή με την κάμερα, η τεχνική που κοιτάς κατευθείαν και σπάς τον [τέταρτο] τοίχο […] Και ο Kaufman και ο Bruce ειχανε μία αμεσότητα που ήτανε […] σε ένα μικρό μεταίχμιο θεάτρου και κινηματογράφου».
Στο πλευρό της, και στην ταινία «Ο Νόμος του Μέρφυ», και στο πλατώ, η Βικτωρία Μπιτούνη. Και οι δύο μας μίλησαν για τη συνεργασία και το νέο πρότζεκτ τους που προβάλλεται ήδη στους κινηματογράφους.
Αλέξανδρος Ρωμανός Λιζάρδος:
Η Μαρία, είναι και Αλίκη και Μίκη, φέρει δηλαδή τρεις ταυτότητες που παραπέμπουν στη ντίβα Αλίκη Βουγιουκλάκη, την Ελληνίδα «Μαρία» (που όλοι έχουμε από μια Μαρία στη ζωή μας) και την καλλιτεχνική αρτιότητα που βρίσκεται ανάμεσα στον Μίκυ Μάους και τον Μίκυ Θεοδωράκη. Τελικά πόσο από Μαρία, Αλίκη και Μίκυ έχετε;
Βικτωρία Μπιτούνη:
Θα έλεγα το ότι όλοι έχουμε λίγο από όλα στη ζωή μας, ανάλογα με ποιους ανθρώπους βρισκόμαστε (κοντά) στις καταστάσεις που αντιμετωπίζουμε, (αλλά) και τη χρονική περίοδο που βρισκόμαστε σαν άνθρωποι· τη παρούσα στιγμή. Δεν μπορώ να πω ότι είμαι λίγο παραπάνω από κάποια από αυτές. Νομίζω πως είναι κάτι μοιρασμένο.
Κάτια Γκουλιώτη: Συμφωνώ. Έχουμε τα πάντα. Τώρα θέλω να πιστεύω πως γύρω από έναν χαρακτήρα στην προσέγγισή του, διαφέρει δοσολογία. Έχω αυτή την αισιοδοξία ότι έχουμε μεγάλη γκάμα συναισθημάτων, οπότε η δοσολογία διαφέρει σε σχέση με την προσέγγιση του χαρακτήρα.
Αλέξανδρος Ρωμανός Λιζάρδος:
«Ο νόμος του Μέρφυ» […] συνδέεται με τις κακοτοπιές που μπορεί να συμβούν σε έναν άνθρωπο· […] στην ταινία όμως, ο Μερφυ είναι ένας σκύλος, ο οποίος γίνεται η αφορμή για να ψάξει η κεντρική ηρωίδα τον εαυτό της. Το παράξενο, που δεν ήταν και το προσδοκούμενο, είναι το ότι ο σκύλος δεν υπάρχει σε όλη την ταινία, και ας είναι κατά κάποιο τρόπο ο αφηγητής μας. […] Τι συμβαίνει λοιπόν με αυτό τον Μέρφυ και τους νόμους του;
Κάτια Γκουλιώνη:
Ο Μέρφυ (συμβολικά) είναι το τρυφερό ανέγγιχτο κομμάτι της ηρωίδας, της Μαρίας Αλίκης. Ενυπάρχει στις απανωτές αποτυχίες, που νιώθει η ίδια ότι έχει στη ζωή της, (σε όλα αυτά) που δεν καταφέρνει και αυτό δημιουργεί κάτι τρομερά αστείο και συγκινητικό που […] μέσω της αποτυχίας απελευθερώνεται και βρίσκει τον εαυτό του. Ο Μέρφυ είναι […] το ανέγγιχτο παιδικό τρυφερό κομμάτι. Η ίδια νιώθει ότι δεν μπορεί να ανοιχτεί συναισθηματικά για αυτό πάνε και όλα στραβά δεν μπορεί να προσαρμοστεί, δεν μπορεί να ανοιχτεί συναισθηματικά να δοθεί να μοιραστεί. Ο Μέρφι είναι η δέσμευση, είναι το σημείο σε όλο το σενάριο της Κατερίνα Μπέη, Άγγελου Φραντζή ,Κωστή Σαμαρά, που είναι η δέσμευση είναι το σημάδι ότι στη ζωή της […] μπορεί να αγαπήσει, μπορεί να είναι τρυφερή, μπορεί να απεγκλωβιστεί από αυτό το τραύμα που έχει, που την κρατάει πίσω στα πάντα -μέσα της-. Ο Μέρφυ είναι η δέσμευση της είναι ότι «μπορεί», είναι η ελπίδα ότι μπορούμε να «αγκαλιάσουμε». Εξού και το «αγκάλιασε με» το τραγούδι της ταινίας μας που ερμηνεύει υπέροχα η Δήμητρα Γαλάνη, σε μουσική του Σταμάτη Κραουνάκη. Είναι πραγματικά δώρο αυτή η μουσική που έχει γράψει· υπέροχη η μουσική του Σταμάτη Κραουνάκη.
Αλέξανδρος Λιζάρδος:
Υπάρχουν κάποια μαγικά δευτερόλεπτα σε κάθε άνθρωπο που κλείνουμε τα μάτια και είναι σαν να έχουμε ακούσει 18 διαφορετικές αφηγήσεις από τις πιθανότητες ενός γεγονότος, το οποίο θα είναι καταλυτικό για τη ζωή μας. Λένε ότι συνήθως αυτό συμβαίνει τη στιγμή που η ζωή μας κρίνεται κυριολεκτικά ή μεταφορικά. [Αυτή η φωνή γίνεται η Βικτωρία], που λειτουργεί σαν τη φωνή της λογικής. Τι βρήκες λοιπόν μέσα σε αυτή την ηρωίδα που ήταν καθαρτικό για εσένα;
Βικτωρία Μπιτούνη:
Ήταν ένα ταξίδι πολύ προσωπικό. Έχω αντλήσει στοιχεία από μία προσωπική, πολύ δυνατή παιδική φιλία που είχα στη ζωή μου. Άντλησα εικόνες, συναισθήματα, βιώματα, εμπειρίες που είχα με την κολλητή μου τότε, το οποίο με κατά κάποιο τρόπο μου έδωσε κάποιες βάσεις ώστε να φτάσω σε αυτό το ανθρώπινο στοιχεία της Βικτωρίας του ρόλου· και να βρω και μία δίοδο να φτιάξω την όντως παιδική φιλία που υπήρχε μεταξύ της Μαρίας Αλίκης και της Βικτωρίας. Οι άνθρωποι που μας αγαπάνε είναι και οι πιο σκληροί, γιατί θέλουν το καλό μας, οπότε όταν θέλουν να φτάσουμε στο 100% των δυνατοτήτων μας και στο να ζήσουμε στο 100% της ζωής μας είναι μερικές φορές λίγο σκληροί μαζί μας. […] Αυτό είναι που στην ουσία δείχνει την αγάπη τους.
Αλέξανδρος Λιζάρδος:
Θα μου επιτρέψεις να πω, ας γίνεται και λίγο πιο αβίαστα, δηλαδή εντάξει, ας είναι σκληροί, αλλά ας γίνεται και λίγο αβίαστα!
Κάτια Γκουλιώνη:
(γέλια) Ναι, πόση προσπάθεια ναι δηλαδή! Αυτό που λέει και η Βικτορία είναι ότι σε όλη την ταινία υπάρχει η απελπισία της προσπάθειας: Της προσπάθειας σε αυτό που βιώνουμε όλοι, (δηλαδή) ότι προσπαθούμε (για τα πάντα). Προσπαθούμε για όλους τους ρόλους που καλούμαστε να παίξουμε. Για μας τις γυναίκες (αυτοί οι ρόλοι είναι) της μητέρας, της συντρόφου, οι επαγγελματικές σχέσεις, της κόρης. Και όλη αυτή η προσπάθεια· πόσο αγκυλωτική είναι και πόσο συρρικνώνει […] την επιθυμία μας. Γιατί συνεχώς νιώθουμε ότι πρέπει να προσπαθούμε να πετύχουμε κάτι. Έτσι και η ηρωίδα (η Μαρία Αλίκη) συμφιλιώνεται με την Βικτωρία, αφού συμφιλιώνεται με ένα κομμάτι της το οποίο της δείχνει το άνοιγμα στο ότι η αποτυχία έχει πλάκα! Υπάρχει και θρίαμβος στην αποτυχία! Αν δεν αποδεχθούμε αυτό το κομμάτι, το θρίαμβο και το χιούμορ που έχει η αποτυχία, και τη συγκίνηση ενδεχομένως που προκαλεί μία αποτυχία, δεν μπορούμε να περάσουμε, να γιατρέψουμε «το μέσα μας», το τραύμα που έχουμε ή την υπέρμετρη προσπάθεια στο να έχουμε ένα στάνταρ σχετικά με την ταυτότητα. [Ίσως] για αυτό η ταινία να έχει όλες αυτές τις διαφορετικές ταυτότητες, που δεν ξέρουμε αν μας τις δίνουν ή αν τις έχουμε αποφασίσει εμείς για τον εαυτό μας. Εκεί υπάρχει ένα τεράστιο ερωτηματικό δηλαδή πόσες πολλές φορές μας πιέζει και μας εξαντλεί μια ταυτότητα που την έχουμε φτιάξει και νιώθουμε άνετα με αυτή. Από την άλλη όμως είναι και στείρα η διαδικασία των ταυτοτήτων που μας φορτώνουν και οι αναφορές που έχουν για εμάς ώστε να είμαστε συνεπείς. Θέλουμε αυτή τη φωλιά, αυτό το ασφαλές πεδίο που ενδεχομένως να μας κρατάει και πίσω για να μπορούμε να έχουμε αυτή τη συνέπεια, να είμαστε συνεπείς στην ταυτότητα που έχουν διαλέξει για εμάς.
Αλέξανδρος Λιζάρδος:
Οι αναθεματισμένες πεποιθήσεις καλό είναι να εξαφανίζονται και αυτές. Γιατί αυτό το διπλά αναθεματισμένο «Μπράβο», το οποίο κάποιοι άνθρωποι δεν ακούμε με τον τρόπο που θέλουμε να το ακούσουμε, γεμίζουμε πληγές. […] Υπάρχει και «δίπλα μονοπάτι»… (δεν είναι όλα μονόδρομος).
Κάτια Γκουλιώνη:
Ε ναι βέβαια βέβαια.
Αλέξανδρος Λιζάρδος:
(Στη Βικτωρία) Για σένα λοιπόν λειτούργησε θεραπευτικά η όλη διαδικασία. Είμαι σίγουρος ότι το Μπράβο θα ακολουθήσει αν δεν το έχεις ακούσει ήδη μετά από την προβολή στο φεστιβάλ.
Κάτια Γκουλιώνη:
Ήδη έχει ακούσει μπράβο, πολλά μπράβο.
Αλέξανδρος Λιζάρδος:
Μετά σε αυτή την διαδικασία της θεραπείας και του Μπράβο υπάρχει ένα πολύ ωραίο σχόλιο μέσα για την πραγματική δουλειά που ψυχοθεραπεία αλλά και οι εναλλακτικές θεραπείες (life coaching) και για ποιο λόγο τελικά έχουμε φτάσει σε μια κοινωνία που όλα πρέπει να θεραπεύονται από εξωτερικό παράγοντα. Το μετατρέπω σε ερώτηση και για τις δυό σας.
Βικτωρία Μπιτούνη:
Αυτό είναι πολύ ευαίσθητο θέμα. Προσωπικά θεωρώ ότι βοηθάει κάποιες φορές ο εξωτερικός παράγοντας, αλλά βοηθάει και το να κάνουμε και εμείς τη δουλειά, να βοηθήσουμε τον εαυτό μας σε κάποια πράγματα, να τον ακούσουμε τον εαυτό μας, να κάνουμε διάλογο με τον εαυτό μας. Να κάτσουμε να δούμε σιγά-σιγά τι φταίει, τι μας ενοχλεί, τι μας φέρνει σε μία κατάσταση να νιώθουμε μελαγχολικοί, δυσαρεστημένοι, ή να μην είμαστε ευχαριστημένοι με κάποια φίλια μας, με μία σχέση μας ή οτιδήποτε, γιατί (δηλαδή) το να υπάρχει μία δυσλειτουργία στην επικοινωνία μεταξύ της σχέσης μας. Για παράδειγμα, μεταφράζεται σε δυσκολία στην επικοινωνία και απο τις 2 μεριές; Αν δεν γίνει το ταξίδι αυτογνωσίας και συζήτησης με τον εαυτό μας σε προσωπικό επίπεδο, δεν μπορούμε να περιμένουμε να διορθωθεί μία σχέση δυο ανθρώπων. Ο καθένας πρέπει να δουλέψει προσωπικά, για να μπορούμε μετά να δουλέψουμε και μαζί. Πρέπει να έχει λυθεί πρώτα το προσωπικό και μετά να λυθεί το μεταξύ μας, οπότε είναι λίγο περίπλοκο.
Αλέξανδρος Λιζάρδος:
Τι προσθέτεις (Κάτια) σε αυτό το περίπλοκο;
Κάτια Γκουλιώνη:
Σε αυτό το περίπλοκο προσθέτω ότι δεν υπάρχει μέθοδος. Για την ακρίβεια, δεν είναι μία μέθοδος που μπορείς να ακολουθήσεις. Καμία συνταγή δεν είναι αυτό που λέει. Όλα τα κλισέ η ηρωίδα μου τα συζητάει με την Βικτωρία. (…) δεν υπάρχει (μία) μέθοδος. Είναι όπως και στην ταινία οι αναφορές που χρησιμοποιήσαμε: δεν είναι μία συγκεκριμένων κατευθύνσεων. Έχουμε πολλαπλά είδη (σ.σ. ταινιών), όπως και η κωμωδία που έχει ένα τεράστιο πεδίο: είναι, για παράδειγμα, η σκρούμπολ κωμωδία που ήτανε μία αναφορά, που δεν ήρθε καθόλου τυχαία στη χρονολογία που παρουσιάζεται, (καθώς επινοήθηκε κινηματογραφικά όταν) είχαμε το οικονομικό κραχ. Δηλαδή η κωμωδία, είναι το πιο αναρχικό είδος, γιατί διαλύει την κατασκευή, δεν έχει μέθοδο, αλλά έχει πολλά διαφορετικά (συστατικά). Δεν πιστεύω στην μέθοδο, ότι κάποιος ειδικός μόνο θα σε βοηθήσει. Έρχομαι κοντά σε αυτό που λες Βικτωρία, ότι είναι όλα «συν Αθηνά». Δηλαδή (στη θεραπεία υπάρχουν) […] διαφορετικά πράγματα που μπορούν να σε βοηθήσουν και ανάμεσα σε αυτά είναι σίγουρα είναι η ελπίδα, δηλαδή κάτι που νομίζω ότι ολοένα και περισσότερο μας την παίρνουνε.
Αλέξανδρος Λιζάρδος:
Η ταινία περνάει από πάρα πολλά κινηματογραφικά είδη ως ένας εκτενής ένας φόρος τιμής στην κινηματογραφική τέχνη. Μελετά παράλληλά τα συναισθήματα· το καθένα ξεχωριστά. Επίσης τα γυναικεία αρχέτυπα και πως αυτά έχουν τυποποιηθεί στον κινηματογράφο. Ας αναφερθώ τώρα στο τελευταίο είδος που παρουσιάζει η ταινία: το musical. […] Ποιο τραγούδι δίνει νόημα στη ζωή σας αυτή την περίοδο;
Βικτωρία Μπιτούνη:
Νομίζω από τους Queen το «Βohemian Rapsody».
Αλέξανδρος Λιζάρδος:
Γρήγορη, έτοιμη, αποφασιστική.
Κάτια Γκουλιώνη:
Εγώ θα διαλέξω τα δύο τραγούδια στη μουσική του Σταμάτη Κραουνάκη που έχει κάνει για την ταινία μας [….] αυτό που ερμηνεύει η Τάνια Τσανακλίδου, το «Μαρία Αλικη», και το δεύτερο που είναι το «αγκάλιασε με» που το ερμηνεύει η Δήμητρα Γαλάνη. Και δεν αλλάζω με τίποτα αυτό που έχει φτιαχτεί στο τελευταίο κομμάτι της ταινίας που έχουμε μία «παραλλαγή» που τελειώνουμε musical. Δεν μπορώ να αλλάξω νότα ούτε ήχο, ούτε τίποτα από όλο αυτό που έχει δημιουργήσει ο Σταμάτης Κραουνάκης, οπότε διαλέγω ακριβώς τα ίδια.
Κοιτάζει στην κάμερα, σου λέει τα δικά της· μετά ζει λίγο τη ζωή της (ή ένα κβαντικό «ίσως»)· και στη χαρακιά του δίσκου, σα βελόνα, πηδάει στο επόμενο track.
H Kάτια Γκουλιώνη έπαιξε ένα στοίχημα· δούλεψε. Κατάπιε τον Γουντι Άλεν και έσπασε τη σύμβαση του «παίζω» [ΑΚΑ ερμηνεύω]… με περισσότερο παιχνίδι.
«Εμπνεύστηκα από stand up comedians όπως τους Lenny Bruce και Andy Kaufman που τους λατρεύω. Το κοινό τους είναι αυτή η επαφή με την κάμερα, η τεχνική που κοιτάς κατευθείαν και σπάς τον [τέταρτο] τοίχο […] Και ο Kaufman και ο Bruce ειχανε μία αμεσότητα που ήτανε […] σε ένα μικρό μεταίχμιο θεάτρου και κινηματογράφου».
Στο πλευρό της, και στην ταινία «Ο Νόμος του Μέρφυ», και στο πλατώ, η Βικτωρία Μπιτούνη. Και οι δύο μας μίλησαν για τη συνεργασία και το νέο πρότζεκτ τους που προβάλλεται ήδη στους κινηματογράφους.
Αλέξανδρος Ρωμανός Λιζάρδος:
Η Μαρία, είναι και Αλίκη και Μίκη, φέρει δηλαδή τρεις ταυτότητες που παραπέμπουν στη ντίβα Αλίκη Βουγιουκλάκη, την Ελληνίδα «Μαρία» (που όλοι έχουμε από μια Μαρία στη ζωή μας) και την καλλιτεχνική αρτιότητα που βρίσκεται ανάμεσα στον Μίκυ Μάους και τον Μίκυ Θεοδωράκη. Τελικά πόσο από Μαρία, Αλίκη και Μίκυ έχετε;
Βικτωρία Μπιτούνη:
Θα έλεγα το ότι όλοι έχουμε λίγο από όλα στη ζωή μας, ανάλογα με ποιους ανθρώπους βρισκόμαστε (κοντά) στις καταστάσεις που αντιμετωπίζουμε, (αλλά) και τη χρονική περίοδο που βρισκόμαστε σαν άνθρωποι· τη παρούσα στιγμή. Δεν μπορώ να πω ότι είμαι λίγο παραπάνω από κάποια από αυτές. Νομίζω πως είναι κάτι μοιρασμένο.
Κάτια Γκουλιώτη: Συμφωνώ. Έχουμε τα πάντα. Τώρα θέλω να πιστεύω πως γύρω από έναν χαρακτήρα στην προσέγγισή του, διαφέρει δοσολογία. Έχω αυτή την αισιοδοξία ότι έχουμε μεγάλη γκάμα συναισθημάτων, οπότε η δοσολογία διαφέρει σε σχέση με την προσέγγιση του χαρακτήρα.
Αλέξανδρος Ρωμανός Λιζάρδος:
«Ο νόμος του Μέρφυ» […] συνδέεται με τις κακοτοπιές που μπορεί να συμβούν σε έναν άνθρωπο· […] στην ταινία όμως, ο Μερφυ είναι ένας σκύλος, ο οποίος γίνεται η αφορμή για να ψάξει η κεντρική ηρωίδα τον εαυτό της. Το παράξενο, που δεν ήταν και το προσδοκούμενο, είναι το ότι ο σκύλος δεν υπάρχει σε όλη την ταινία, και ας είναι κατά κάποιο τρόπο ο αφηγητής μας. […] Τι συμβαίνει λοιπόν με αυτό τον Μέρφυ και τους νόμους του;
Κάτια Γκουλιώνη:
Ο Μέρφυ (συμβολικά) είναι το τρυφερό ανέγγιχτο κομμάτι της ηρωίδας, της Μαρίας Αλίκης. Ενυπάρχει στις απανωτές αποτυχίες, που νιώθει η ίδια ότι έχει στη ζωή της, (σε όλα αυτά) που δεν καταφέρνει και αυτό δημιουργεί κάτι τρομερά αστείο και συγκινητικό που […] μέσω της αποτυχίας απελευθερώνεται και βρίσκει τον εαυτό του. Ο Μέρφυ είναι […] το ανέγγιχτο παιδικό τρυφερό κομμάτι. Η ίδια νιώθει ότι δεν μπορεί να ανοιχτεί συναισθηματικά για αυτό πάνε και όλα στραβά δεν μπορεί να προσαρμοστεί, δεν μπορεί να ανοιχτεί συναισθηματικά να δοθεί να μοιραστεί. Ο Μέρφι είναι η δέσμευση, είναι το σημείο σε όλο το σενάριο της Κατερίνα Μπέη, Άγγελου Φραντζή ,Κωστή Σαμαρά, που είναι η δέσμευση είναι το σημάδι ότι στη ζωή της […] μπορεί να αγαπήσει, μπορεί να είναι τρυφερή, μπορεί να απεγκλωβιστεί από αυτό το τραύμα που έχει, που την κρατάει πίσω στα πάντα -μέσα της-. Ο Μέρφυ είναι η δέσμευση της είναι ότι «μπορεί», είναι η ελπίδα ότι μπορούμε να «αγκαλιάσουμε». Εξού και το «αγκάλιασε με» το τραγούδι της ταινίας μας που ερμηνεύει υπέροχα η Δήμητρα Γαλάνη, σε μουσική του Σταμάτη Κραουνάκη. Είναι πραγματικά δώρο αυτή η μουσική που έχει γράψει· υπέροχη η μουσική του Σταμάτη Κραουνάκη.
Αλέξανδρος Λιζάρδος:
Υπάρχουν κάποια μαγικά δευτερόλεπτα σε κάθε άνθρωπο που κλείνουμε τα μάτια και είναι σαν να έχουμε ακούσει 18 διαφορετικές αφηγήσεις από τις πιθανότητες ενός γεγονότος, το οποίο θα είναι καταλυτικό για τη ζωή μας. Λένε ότι συνήθως αυτό συμβαίνει τη στιγμή που η ζωή μας κρίνεται κυριολεκτικά ή μεταφορικά. [Αυτή η φωνή γίνεται η Βικτωρία], που λειτουργεί σαν τη φωνή της λογικής. Τι βρήκες λοιπόν μέσα σε αυτή την ηρωίδα που ήταν καθαρτικό για εσένα;
Βικτωρία Μπιτούνη:
Ήταν ένα ταξίδι πολύ προσωπικό. Έχω αντλήσει στοιχεία από μία προσωπική, πολύ δυνατή παιδική φιλία που είχα στη ζωή μου. Άντλησα εικόνες, συναισθήματα, βιώματα, εμπειρίες που είχα με την κολλητή μου τότε, το οποίο με κατά κάποιο τρόπο μου έδωσε κάποιες βάσεις ώστε να φτάσω σε αυτό το ανθρώπινο στοιχεία της Βικτωρίας του ρόλου· και να βρω και μία δίοδο να φτιάξω την όντως παιδική φιλία που υπήρχε μεταξύ της Μαρίας Αλίκης και της Βικτωρίας. Οι άνθρωποι που μας αγαπάνε είναι και οι πιο σκληροί, γιατί θέλουν το καλό μας, οπότε όταν θέλουν να φτάσουμε στο 100% των δυνατοτήτων μας και στο να ζήσουμε στο 100% της ζωής μας είναι μερικές φορές λίγο σκληροί μαζί μας. […] Αυτό είναι που στην ουσία δείχνει την αγάπη τους.
Αλέξανδρος Λιζάρδος:
Θα μου επιτρέψεις να πω, ας γίνεται και λίγο πιο αβίαστα, δηλαδή εντάξει, ας είναι σκληροί, αλλά ας γίνεται και λίγο αβίαστα!
Κάτια Γκουλιώνη:
(γέλια) Ναι, πόση προσπάθεια ναι δηλαδή! Αυτό που λέει και η Βικτορία είναι ότι σε όλη την ταινία υπάρχει η απελπισία της προσπάθειας: Της προσπάθειας σε αυτό που βιώνουμε όλοι, (δηλαδή) ότι προσπαθούμε (για τα πάντα). Προσπαθούμε για όλους τους ρόλους που καλούμαστε να παίξουμε. Για μας τις γυναίκες (αυτοί οι ρόλοι είναι) της μητέρας, της συντρόφου, οι επαγγελματικές σχέσεις, της κόρης. Και όλη αυτή η προσπάθεια· πόσο αγκυλωτική είναι και πόσο συρρικνώνει […] την επιθυμία μας. Γιατί συνεχώς νιώθουμε ότι πρέπει να προσπαθούμε να πετύχουμε κάτι. Έτσι και η ηρωίδα (η Μαρία Αλίκη) συμφιλιώνεται με την Βικτωρία, αφού συμφιλιώνεται με ένα κομμάτι της το οποίο της δείχνει το άνοιγμα στο ότι η αποτυχία έχει πλάκα! Υπάρχει και θρίαμβος στην αποτυχία! Αν δεν αποδεχθούμε αυτό το κομμάτι, το θρίαμβο και το χιούμορ που έχει η αποτυχία, και τη συγκίνηση ενδεχομένως που προκαλεί μία αποτυχία, δεν μπορούμε να περάσουμε, να γιατρέψουμε «το μέσα μας», το τραύμα που έχουμε ή την υπέρμετρη προσπάθεια στο να έχουμε ένα στάνταρ σχετικά με την ταυτότητα. [Ίσως] για αυτό η ταινία να έχει όλες αυτές τις διαφορετικές ταυτότητες, που δεν ξέρουμε αν μας τις δίνουν ή αν τις έχουμε αποφασίσει εμείς για τον εαυτό μας. Εκεί υπάρχει ένα τεράστιο ερωτηματικό δηλαδή πόσες πολλές φορές μας πιέζει και μας εξαντλεί μια ταυτότητα που την έχουμε φτιάξει και νιώθουμε άνετα με αυτή. Από την άλλη όμως είναι και στείρα η διαδικασία των ταυτοτήτων που μας φορτώνουν και οι αναφορές που έχουν για εμάς ώστε να είμαστε συνεπείς. Θέλουμε αυτή τη φωλιά, αυτό το ασφαλές πεδίο που ενδεχομένως να μας κρατάει και πίσω για να μπορούμε να έχουμε αυτή τη συνέπεια, να είμαστε συνεπείς στην ταυτότητα που έχουν διαλέξει για εμάς.
Αλέξανδρος Λιζάρδος:
Οι αναθεματισμένες πεποιθήσεις καλό είναι να εξαφανίζονται και αυτές. Γιατί αυτό το διπλά αναθεματισμένο «Μπράβο», το οποίο κάποιοι άνθρωποι δεν ακούμε με τον τρόπο που θέλουμε να το ακούσουμε, γεμίζουμε πληγές. […] Υπάρχει και «δίπλα μονοπάτι»… (δεν είναι όλα μονόδρομος).
Κάτια Γκουλιώνη:
Ε ναι βέβαια βέβαια.
Αλέξανδρος Λιζάρδος:
(Στη Βικτωρία) Για σένα λοιπόν λειτούργησε θεραπευτικά η όλη διαδικασία. Είμαι σίγουρος ότι το Μπράβο θα ακολουθήσει αν δεν το έχεις ακούσει ήδη μετά από την προβολή στο φεστιβάλ.
Κάτια Γκουλιώνη:
Ήδη έχει ακούσει μπράβο, πολλά μπράβο.
Αλέξανδρος Λιζάρδος:
Μετά σε αυτή την διαδικασία της θεραπείας και του Μπράβο υπάρχει ένα πολύ ωραίο σχόλιο μέσα για την πραγματική δουλειά που ψυχοθεραπεία αλλά και οι εναλλακτικές θεραπείες (life coaching) και για ποιο λόγο τελικά έχουμε φτάσει σε μια κοινωνία που όλα πρέπει να θεραπεύονται από εξωτερικό παράγοντα. Το μετατρέπω σε ερώτηση και για τις δυό σας.
Βικτωρία Μπιτούνη:
Αυτό είναι πολύ ευαίσθητο θέμα. Προσωπικά θεωρώ ότι βοηθάει κάποιες φορές ο εξωτερικός παράγοντας, αλλά βοηθάει και το να κάνουμε και εμείς τη δουλειά, να βοηθήσουμε τον εαυτό μας σε κάποια πράγματα, να τον ακούσουμε τον εαυτό μας, να κάνουμε διάλογο με τον εαυτό μας. Να κάτσουμε να δούμε σιγά-σιγά τι φταίει, τι μας ενοχλεί, τι μας φέρνει σε μία κατάσταση να νιώθουμε μελαγχολικοί, δυσαρεστημένοι, ή να μην είμαστε ευχαριστημένοι με κάποια φίλια μας, με μία σχέση μας ή οτιδήποτε, γιατί (δηλαδή) το να υπάρχει μία δυσλειτουργία στην επικοινωνία μεταξύ της σχέσης μας. Για παράδειγμα, μεταφράζεται σε δυσκολία στην επικοινωνία και απο τις 2 μεριές; Αν δεν γίνει το ταξίδι αυτογνωσίας και συζήτησης με τον εαυτό μας σε προσωπικό επίπεδο, δεν μπορούμε να περιμένουμε να διορθωθεί μία σχέση δυο ανθρώπων. Ο καθένας πρέπει να δουλέψει προσωπικά, για να μπορούμε μετά να δουλέψουμε και μαζί. Πρέπει να έχει λυθεί πρώτα το προσωπικό και μετά να λυθεί το μεταξύ μας, οπότε είναι λίγο περίπλοκο.
Αλέξανδρος Λιζάρδος:
Τι προσθέτεις (Κάτια) σε αυτό το περίπλοκο;
Κάτια Γκουλιώνη:
Σε αυτό το περίπλοκο προσθέτω ότι δεν υπάρχει μέθοδος. Για την ακρίβεια, δεν είναι μία μέθοδος που μπορείς να ακολουθήσεις. Καμία συνταγή δεν είναι αυτό που λέει. Όλα τα κλισέ η ηρωίδα μου τα συζητάει με την Βικτωρία. (…) δεν υπάρχει (μία) μέθοδος. Είναι όπως και στην ταινία οι αναφορές που χρησιμοποιήσαμε: δεν είναι μία συγκεκριμένων κατευθύνσεων. Έχουμε πολλαπλά είδη (σ.σ. ταινιών), όπως και η κωμωδία που έχει ένα τεράστιο πεδίο: είναι, για παράδειγμα, η σκρούμπολ κωμωδία που ήτανε μία αναφορά, που δεν ήρθε καθόλου τυχαία στη χρονολογία που παρουσιάζεται, (καθώς επινοήθηκε κινηματογραφικά όταν) είχαμε το οικονομικό κραχ. Δηλαδή η κωμωδία, είναι το πιο αναρχικό είδος, γιατί διαλύει την κατασκευή, δεν έχει μέθοδο, αλλά έχει πολλά διαφορετικά (συστατικά). Δεν πιστεύω στην μέθοδο, ότι κάποιος ειδικός μόνο θα σε βοηθήσει. Έρχομαι κοντά σε αυτό που λες Βικτωρία, ότι είναι όλα «συν Αθηνά». Δηλαδή (στη θεραπεία υπάρχουν) […] διαφορετικά πράγματα που μπορούν να σε βοηθήσουν και ανάμεσα σε αυτά είναι σίγουρα είναι η ελπίδα, δηλαδή κάτι που νομίζω ότι ολοένα και περισσότερο μας την παίρνουνε.
Αλέξανδρος Λιζάρδος:
Η ταινία περνάει από πάρα πολλά κινηματογραφικά είδη ως ένας εκτενής ένας φόρος τιμής στην κινηματογραφική τέχνη. Μελετά παράλληλά τα συναισθήματα· το καθένα ξεχωριστά. Επίσης τα γυναικεία αρχέτυπα και πως αυτά έχουν τυποποιηθεί στον κινηματογράφο. Ας αναφερθώ τώρα στο τελευταίο είδος που παρουσιάζει η ταινία: το musical. […] Ποιο τραγούδι δίνει νόημα στη ζωή σας αυτή την περίοδο;
Βικτωρία Μπιτούνη:
Νομίζω από τους Queen το «Βohemian Rapsody».
Αλέξανδρος Λιζάρδος:
Γρήγορη, έτοιμη, αποφασιστική.
Κάτια Γκουλιώνη:
Εγώ θα διαλέξω τα δύο τραγούδια στη μουσική του Σταμάτη Κραουνάκη που έχει κάνει για την ταινία μας [….] αυτό που ερμηνεύει η Τάνια Τσανακλίδου, το «Μαρία Αλικη», και το δεύτερο που είναι το «αγκάλιασε με» που το ερμηνεύει η Δήμητρα Γαλάνη. Και δεν αλλάζω με τίποτα αυτό που έχει φτιαχτεί στο τελευταίο κομμάτι της ταινίας που έχουμε μία «παραλλαγή» που τελειώνουμε musical. Δεν μπορώ να αλλάξω νότα ούτε ήχο, ούτε τίποτα από όλο αυτό που έχει δημιουργήσει ο Σταμάτης Κραουνάκης, οπότε διαλέγω ακριβώς τα ίδια.
Αλέξανδρος Λιζάρδος:
Και η ομορφιά σε αυτό το τελευταίο μέρος της ταινίας είναι το ότι σε σημεία κυριολεκτικά και μεταφορικά φαλτσάρει, όπως φαλτσάρει και η ζωη.
Ας πιάσουμε όμως και ένα άλλο στοιχείο της ταινίας που θα καταλάβουν το νόημα της ερώτησης οι αναγνώστες όταν δουν την ταινία. Αν λοιπόν και οι δύο σας είχατε έναν προσωπικό αφηγητή που θα σας έδινε μια κατεύθυνση για αυτό που σας συμβαίνουν -και δεν τα αναγνωρίζετε-, ποιά φωνή θα θέλατε να έχει και σίγουρα ποιο θα ήταν το tag line το οποίο θα έπρεπε να προσθέσει για το ποιες τελικά είστε εσείς οι 2.
Κάτια Γκουλιώνη:
Ωραία να πω πρώτη; Εγώ θα ήθελα τη φωνή της Βικτώριας. […] δίνει όλες τις εκδοχές της συνέχειας και τι πρέπει να κάνω. Δεν αλλάζω τη φωνή της Βικτωρίας. Αυτή θα ήθελα να με καθοδηγεί.
Βικτωρία Μπιτούνη:
Τώρα διχάζομαι γιατί η Κάτια στην ταινία έχει υπάρξει πολύ σαν μητρική φιγούρα, με έχει καθοδηγήσει πάρα πολύ με το ταλέντο της και με την εμπειρία της όλα αυτά τα χρόνια στο χώρο. […] Αν μπορούσα να διαλέξω μία θηλυκή φωνή θα ήταν σίγουρα της Κάτιας, τώρα αν ήταν ανδρική θα έλεγα του κυρίου Βαλτινού.
Κάτια Γκουλιώνη:
Ωραία επιλογή. Φανταστική επιλογή. Σε καθησυχάζει. Είναι σαν να σου λέει ότι όλα θα πάνε καλά. Αλλά έχουμε και τη φωνή του Νίκου Κουρή που μπορεί να παίξει και αυτό σαν εκδοχή. Και ο Νίκος Κουρής έχει φανταστική φωνή.
Αλέξανδρος Λιζάρδος:
Ολοκληρώνοντας, επειδή η πιο γκαντεμικες στιγμές της ζωής μας είναι αυτές οι οποίες μας μένουν -και έχω σίγουρα κάτι από αυτές να αφηγηθούμε το οποίο θα μας φέρει πολύ γέλιο στην παρέα μας-, θα θέλατε να μοιραστείτε το πιο παράξενο, γκαντέμικο περιστατικό της ζωής σας;
Κάτια Γκουλιώνη:
Επειδή είναι πάρα πολλά, δεν μπορώ να σταθώ σε ένα. […] Με δυσκολεύει η ερώτηση, γιατί… δεν ξέρω! Θες (Βικτωρία) να πεις γιατί δεν μπορώ να το βάλω σε λεξεις αυτό που σκέφτομαι.
Βικτωρία Μπιτούνη:
Εγώ θα έλεγα ότι τόσα χρόνια που υπάρχω, ζω ενα νομο του Μέρφυ. Ό,τι προγραμματίζω, όταν κάνω σχέδια, νομίζω ότι ο Θεός γελάει μαζί μου, οπότε δεν […] υπάρχει κάποια στιγμή που δεν τον έχω βιώσει. Είναι λίγο (πως να το πω)… Όσο μου πήγαινε κόντρα η ζωή τόσο της πήγαινα κι εγώ κόντρα και πάντα καταλήγω στο «όχι, θα πετύχω αυτό που θέλω».
Κάτια Γκουλιώνη:
Μα αυτό που λες είναι και η ταινία, δηλαδή μέσω της αποτυχίας όλοι οι χαρακτήρες προχωράνε σε κάτι το οποίο φέρνει ελπίδα και συγκίνηση και χαμόγελο στο τέλος. Επειδή είμαστε επηρεασμένες από την ταινία και από τη δουλειά που έχει προηγηθεί, βλέπουμε την αποτυχία ή την γκαντεμιά σαν κάτι που μπορεί να μας δώσει κάτι ωραίο, οπότε δεν μπορούμε να μπούμε σε ένα μεμονωμένο γεγονός.
Και η ομορφιά σε αυτό το τελευταίο μέρος της ταινίας είναι το ότι σε σημεία κυριολεκτικά και μεταφορικά φαλτσάρει, όπως φαλτσάρει και η ζωη.
Ας πιάσουμε όμως και ένα άλλο στοιχείο της ταινίας που θα καταλάβουν το νόημα της ερώτησης οι αναγνώστες όταν δουν την ταινία. Αν λοιπόν και οι δύο σας είχατε έναν προσωπικό αφηγητή που θα σας έδινε μια κατεύθυνση για αυτό που σας συμβαίνουν -και δεν τα αναγνωρίζετε-, ποιά φωνή θα θέλατε να έχει και σίγουρα ποιο θα ήταν το tag line το οποίο θα έπρεπε να προσθέσει για το ποιες τελικά είστε εσείς οι 2.
Κάτια Γκουλιώνη:
Ωραία να πω πρώτη; Εγώ θα ήθελα τη φωνή της Βικτώριας. […] δίνει όλες τις εκδοχές της συνέχειας και τι πρέπει να κάνω. Δεν αλλάζω τη φωνή της Βικτωρίας. Αυτή θα ήθελα να με καθοδηγεί.
Βικτωρία Μπιτούνη:
Τώρα διχάζομαι γιατί η Κάτια στην ταινία έχει υπάρξει πολύ σαν μητρική φιγούρα, με έχει καθοδηγήσει πάρα πολύ με το ταλέντο της και με την εμπειρία της όλα αυτά τα χρόνια στο χώρο. […] Αν μπορούσα να διαλέξω μία θηλυκή φωνή θα ήταν σίγουρα της Κάτιας, τώρα αν ήταν ανδρική θα έλεγα του κυρίου Βαλτινού.
Κάτια Γκουλιώνη:
Ωραία επιλογή. Φανταστική επιλογή. Σε καθησυχάζει. Είναι σαν να σου λέει ότι όλα θα πάνε καλά. Αλλά έχουμε και τη φωνή του Νίκου Κουρή που μπορεί να παίξει και αυτό σαν εκδοχή. Και ο Νίκος Κουρής έχει φανταστική φωνή.
Αλέξανδρος Λιζάρδος:
Ολοκληρώνοντας, επειδή η πιο γκαντεμικες στιγμές της ζωής μας είναι αυτές οι οποίες μας μένουν -και έχω σίγουρα κάτι από αυτές να αφηγηθούμε το οποίο θα μας φέρει πολύ γέλιο στην παρέα μας-, θα θέλατε να μοιραστείτε το πιο παράξενο, γκαντέμικο περιστατικό της ζωής σας;
Κάτια Γκουλιώνη:
Επειδή είναι πάρα πολλά, δεν μπορώ να σταθώ σε ένα. […] Με δυσκολεύει η ερώτηση, γιατί… δεν ξέρω! Θες (Βικτωρία) να πεις γιατί δεν μπορώ να το βάλω σε λεξεις αυτό που σκέφτομαι.
Βικτωρία Μπιτούνη:
Εγώ θα έλεγα ότι τόσα χρόνια που υπάρχω, ζω ενα νομο του Μέρφυ. Ό,τι προγραμματίζω, όταν κάνω σχέδια, νομίζω ότι ο Θεός γελάει μαζί μου, οπότε δεν […] υπάρχει κάποια στιγμή που δεν τον έχω βιώσει. Είναι λίγο (πως να το πω)… Όσο μου πήγαινε κόντρα η ζωή τόσο της πήγαινα κι εγώ κόντρα και πάντα καταλήγω στο «όχι, θα πετύχω αυτό που θέλω».
Κάτια Γκουλιώνη:
Μα αυτό που λες είναι και η ταινία, δηλαδή μέσω της αποτυχίας όλοι οι χαρακτήρες προχωράνε σε κάτι το οποίο φέρνει ελπίδα και συγκίνηση και χαμόγελο στο τέλος. Επειδή είμαστε επηρεασμένες από την ταινία και από τη δουλειά που έχει προηγηθεί, βλέπουμε την αποτυχία ή την γκαντεμιά σαν κάτι που μπορεί να μας δώσει κάτι ωραίο, οπότε δεν μπορούμε να μπούμε σε ένα μεμονωμένο γεγονός.
Η ταινία «Ο Νόμος του Μέρφυ» είναι συμπαραγωγή της ΕΡΤ και προβάλλεται ήδη στους κινηματογράφους. Η συνέντευξη είναι επεξεργασμένη από το αμοντάριστο υλικό της θεματικής εκπομπή του κινηματογράφου που παρουσιάζεται στο ertnews, με σκοπό την καλύτερη ροή του λόγου και την κατανόηση.