- Η Σοφία Εφραίμογλου τονίζει την ανάγκη αύξησης της συμμετοχής των γυναικών στην οικονομία, σημειώνοντας ότι οι Ελληνίδες έχουν υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης και κατατάσσονται πρώτες στην ΕΕ ως γυναίκες επιχειρηματίες, αλλά πολλές δραστηριοποιούνται σε τομείς με περιορισμένη ανάπτυξη.
- Υπάρχουν σημαντικές ανισότητες στα ποσοστά γυναικείας επιχειρηματικότητας και ηγεσίας, με τις γυναίκες να αποτελούν μόλις το 15% των ιδρυτών νεοφυών επιχειρήσεων και να πληρώνονται 10,4% λιγότερο από τους άνδρες στην Ελλάδα.
- Η πρόεδρος του ΕΕΔΕΓΕ προτείνει την ενίσχυση των προγραμμάτων υποστήριξης γυναικείας επιχειρηματικότητας και την ανάγκη για ένα πιο φιλικό εργασιακό περιβάλλον, ώστε οι γυναίκες να μπορούν να αναπτύξουν τις ηγετικές τους ικανότητες και να μειωθούν οι έμφυλες ανισότητες.
«Είναι γνωστό ότι η χώρα μας έχει ένα εξαιρετικό γυναικείο δυναμικό» υπογραμμίζει σε δήλωσή της στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η Σοφία Εφραίμογλου, πρόεδρος του Εθνικού Επιμελητηριακού Δικτύου Ελληνίδων Γυναικών Επιχειρηματιών (ΕΕΔΕΓΕ), εκτελεστική αντιπρόεδρος του Ιδρύματος Μείζονος Ελληνισμού και Α΄ αντιπρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών.
Σύμφωνα με τα στοιχεία, όπως εξηγεί η κυρία Εφραίμογλου, το 51% των Ελληνίδων στις ηλικίες 25 έως 34 ετών έχουν ολοκληρώσει τριτοβάθμια εκπαίδευση, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στους άνδρες είναι 35% και οι γυναίκες με διδακτορικό τίτλο σπουδών αγγίζουν πλέον το 50% στο σύνολο των διδακτόρων.
Επιπλέον, η Ελλάδα έχει την πιο υψηλή θέση πανευρωπαϊκά, όσον αφορά στο ποσοστό των γυναικών επιχειρηματιών στο σύνολο του ενεργού πληθυσμού, το οποίο ανέρχεται στο 37%.
Όμως, η ανάληψη επιχειρηματικής δραστηριότητας από τις γυναίκες τείνει να στρέφεται σε κλάδους με μικρή σχετικά αναπτυξιακή δυναμική, ενώ είναι μικρότερα τα ποσοστά της γυναικείας επιχειρηματικότητας, που αξιοποιεί έρευνα και καινοτομία και εστιάζει σε νέες τεχνολογίες και ταυτόχρονα, οι γυναίκες αποτελούν μόλις το 15% των ιδρυτών των νεοφυών επιχειρήσεων και μόνο το 2% έχει πρόσβαση σε επενδυτικά κεφάλαια.
«Η αύξηση της συμμετοχής των γυναικών στην οικονομία είναι επιτακτική για να μπορεί η χώρα μας να στηρίξει την ανάπτυξη – τόσο απλά» τονίζει η κυρία Εφραίμογλου υπενθυμίζοντας ότι το Εθνικό Επιμελητηριακό Δίκτυο Γυναικών Επιχειρηματιών και το ΕΒΕΑ έχουν αποφασίσει την ειδική υποστήριξη της γυναικείας νεοφυούς επιχειρηματικότητας, μέσω της Θερμοκοιτίδας Νεοφυών Επιχειρήσεων του ΕΒΕΑ καθώς και την υλοποίηση στοχευμένων προγραμμάτων αναβάθμισης δεξιοτήτων και επανακατάρτισης άνεργων γυναικών καθώς και γυναικών 45 και άνω.
«Τα παραδείγματα σπουδαίων γυναικών, που αφήνουν ανεξίτηλη τη σφραγίδα τους στους χώρους όπου επιλέγουν να δραστηριοποιηθούν, αυξάνονται διαρκώς» υπογραμμίζει η Κυρία Εφραίμογλου προσθέτοντας όμως: «Παρόλα αυτά, ο δρόμος που έχουμε να διανύσουμε σε θέματα έμφυλης ισότητας – και ιδιαίτερα σε θέματα ηγεσίας – παραμένει ακόμη μακρύς. Χρειάζεται όχι μόνο να συνεχίσουμε αλλά και να εντείνουμε τις προσπάθειές μας».
Σήμερα, μεγάλο μέρος της κοινωνίας – παγκόσμια και στην Ελλάδα – εξακολουθεί να προσδιορίζει ρόλους, ανάλογα με το φύλο, συνεχίζει η ίδια σημειώνοντας: «Η κοινωνία μας εξακολουθεί, σε μεγάλο βαθμό, να συνδέει την έννοια της ηγεσίας με ανδρικά χαρακτηριστικά και αντιμετωπίζει με δυσπιστία τις γυναίκες που τολμούν να διεκδικήσουν θέσεις ευθύνης. Η πρόκληση του συνδυασμού εργασίας και οικογένειας φαίνεται να αφορά αποκλειστικά σχεδόν τις γυναίκες – με αποτέλεσμα η μητρότητα να θεωρείται ως εμπόδιο στην επαγγελματική ανέλιξη».
Η κυρία Εφραίμογλου υπενθυμίζει ότι σύμφωνα με τις έρευνες, οι γυναίκες εγκαταλείπουν συχνότερα την εργασία τους στον ψηφιακό τομέα, σε σχέση με τους άνδρες – κάτι που μάλιστα εντοπίζεται εντονότερα στις ηλικίες μεταξύ 30 και 44 ετών, δηλαδή στην κορύφωση του εργασιακού βίου τους.
Ακόμη, όπως αναφέρει, είναι ανάγκη οι επιχειρήσεις να επενδύσουν, ακόμη περισσότερο, στη δημιουργία ενός εργασιακού περιβάλλοντος, που θα επιτρέπει στις γυναίκες να αναπτύξουν και να εμπιστευθούν το δικό τους, αυθεντικό στυλ ηγεσίας. Και να τις ενθαρρύνουν, ώστε να το ασκήσουν στην πράξη.
«Σημασία για την μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα έχει η παραγωγικότητα, χωρίς να έχει σημασία αν σε αυτή συντελούν συγκεκριμένα φύλα ή άλλα χαρακτηριστικά» σημειώνει η κυρία Εφραίμογλου, ταυτόχρονα όμως, προσθέτει, οι εταιρείες θα πρέπει να φροντίσουν και για την καταπολέμηση της μισθολογικής ανισότητας. Τα στοιχεία δείχνουν ότι στην Ελλάδα οι γυναίκες πληρώνονται 10,4% λιγότερο από τους άνδρες. «Μπορεί ο ευρωπαϊκός μέσος όρος να είναι στο 13% αλλά όταν σε χώρες όπως η Ιταλία, Σλοβενία, Ρουμανία και Λουξεμβούργο είναι μικρότερο από 5%, καταλαβαίνετε ότι έχουμε δρόμο ακόμα» τόνισε.
Για την παρουσία των γυναικών σε ανώτερες διοικητικές θέσεις η κυρία Εφραίμογλου υπενθυμίζει ότι, πρόσφατα, η Grant Thornton δημοσίευσε την έρευνα «Γυναικείο Επιχειρείν 2024», η οποία καταγράφει την παρουσία των γυναικών σε ανώτερες διοικητικές θέσεις παγκοσμίως. Σύμφωνα με τα ευρήματα, το ποσοστό των γυναικών σε αυτές τις θέσεις ανήλθε στο 33,5% το 2024, σημειώνοντας αύξηση 1,1 ποσοστιαίας μονάδας σε σχέση με το προηγούμενο έτος.
Στην Ελλάδα, το ποσοστό των γυναικών σε ανώτερες διοικητικές θέσεις μειώθηκε στο 32% το 2024, από 37% το 2023. Ωστόσο, το ποσοστό των γυναικών που κατέχουν θέσεις Διευθύνουσας Συμβούλου (CEO) ή Γενικής Διευθύντριας (Managing Director) αυξήθηκε στο 27% το 2024, από 14% το προηγούμενο έτος.
Η έρευνα επισημαίνει ότι παρά την πρόοδο, αναφέρει η κυρία Εφραίμογλου, ότι ο ρυθμός αύξησης της γυναικείας εκπροσώπησης σε ανώτερες διοικητικές θέσεις παραμένει αργός. Δηλαδή, με τον τρέχοντα ρυθμό, η πλήρης ισότητα δεν αναμένεται πριν το 2053.
Η ίδια υπενθυμίζει ότι, σύμφωνα με τα στοιχεία, οι γυναίκες εξακολουθούν να υστερούν σε ανώτερες διοικητικές θέσεις σε όλους τους κλάδους, ιδιαίτερα όμως στους τομείς της Μεταποίησης (24.6%) της Εφοδιαστικής Αλυσίδας και των Μεταφορών (23.3%), της Ενέργειας και Εξόρυξης (18.6%) και των Υποδομών (16.1%).
Σημειώνεται ότι η Grant Thornton υπογραμμίζει την ανάγκη για αποφασιστικές δράσεις από τις επιχειρήσεις, όπως η ανάθεση υπευθυνότητας σε ανώτερα στελέχη για θέματα ενσωμάτωσης και ίσων ευκαιριών, η θέσπιση σαφών στρατηγικών και στόχων, καθώς και η προώθηση ευέλικτων μοντέλων εργασίας.
«Η αντιμετώπιση των ανισοτήτων είναι ζήτημα δικαιωμάτων και ίσων ευκαιριών. Είναι όμως και κρίσιμη παράμετρος για την ανάπτυξη της οικονομίας» σημειώνει η κυρία Εφραίμογλου.
Η ίδια υπενθυμίζει ότι, σύμφωνα με τις έρευνες, μόλις το 18% των γυναικών σπουδάζει πληροφορική και στη συνέχεια ένα 25% ασχολείται με το computing και μόλις το 5% εξ αυτών αναλαμβάνει διευθυντικές θέσεις. «Θέσεις εργασίας βέβαια στις οποίες οι γυναίκες αμείβονται έως και 30% χαμηλότερα από τους άνδρες συναδέλφους τους» όπως σημειώνει.
Ειδικότερα, οι γυναίκες στην Ελλάδα εμφανίζουν από τα χαμηλότερα ποσοστά στην Ευρώπη σε ό,τι αφορά τη συμμετοχή τους στην ψηφιακή οικονομία και κοινωνία. Εντούτοις, στον δείκτη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, «Women in Digital Scoreboard» για το 2022, η Ελλάδα έχει βελτιώσει τη θέση της – φθάνοντας στην 20ή θέση από 23η το 2021. «Απέχει όμως πολύ από χώρες-παραδείγματα, όπως η Φινλανδία, η Σουηδία και η Δανία» προσθέτει η ίδια.
Επιπλέον, είναι σημαντικό ότι, σύμφωνα με το World Economic Forum οι γυναίκες υποεκπροσωπούνται σε τομείς όπως του πετρελαίου, του φυσικού αερίου και των εξορύξεων (22,7%) και στις κατασκευές (22,3%) που αποτελούν λιγότερο από το ένα τέταρτο των εργαζομένων.
Ειδικά για τις διακρίσεις λόγω φύλου, στα θέματα τεχνολογίας, όπως εκτιμά μελέτη της McKinsey, αν η Ευρώπη καταφέρει να αυξήσει τη συμμετοχή των γυναικών στον τομέα της τεχνολογίας στο 45% μέχρι το 2027, θα μπορούσε όχι μόνο να καλύψει την έλλειψη δεξιοτήτων, αλλά και να επιτύχει αύξηση του ΑΕΠ της μέχρι και 600 δισ. ευρώ.
Αντίστοιχα, το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο για την Ισότητα των Φύλων εκτιμά ότι η μείωση του έμφυλου χάσματος στα αντικείμενα STEM θα μπορούσε να αυξήσει το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως και 3% μέχρι το 2050.
«Αν θέλουμε να διασφαλίσουμε μια ανθεκτική ανάπτυξη και μια συμπεριληπτική κοινωνία στο μέλλον, χρειάζεται να κλείσουμε το έμφυλο ψηφιακό χάσμα» υπογραμμίζει η κυρία Εφραίμογλου.
Ενισχύεται η παρουσία των γυναικών σε ανώτατες διοικητικές θέσεις
Την ίδια ώρα, τα αποτελέσματα πρωτογενούς έρευνας της ICAP CRIF έδειξαν ότι το ποσοστό διείσδυσης της γυναικείας επιχειρηματικότητας το 2024 ανήλθε σε 27% παρουσιάζοντας αύξηση κατά 7,4 ποσοστιαίες μονάδες την τελευταία 10ετία (2015-2024) και αύξηση κατά 1,1 ποσοστιαία μονάδα σε σχέση με το 2023. Σύμφωνα με την ίδια έρευνα, οι εταιρείες που διοικούνται από γυναίκες είναι στην πλειοψηφία τους μικρού μεγέθους, εταιρείες περιορισμένης ευθύνης και ΙΚΕ, εντοπίζονται κυρίως στο γεωγραφικό διαμέρισμα της Στερεάς Ελλάδας και Εύβοιας, με την πλειοψηφία αυτών να βρίσκεται στην Αττική και ανήκουν κυρίως στους τομείς του Τουρισμού και Εμπορίου. Οι εταιρείες που διοικούνται από γυναίκες εμφανίζουν καλύτερες επιδόσεις στους περισσότερους χρηματοοικονομικούς δείκτες κερδοφορίας και αποδοτικότητας, γεγονός το οποίο μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι οι γυναίκες διακρίνονται για την αποτελεσματικότητα τους και την καλύτερη διαχείριση του κόστους των εταιρειών που διοικούν.
Σημειώνεται ότι το δείγμα της έρευνας περιλαμβάνει 74.524 επιχειρήσεις από όλους τους κλάδους της ελληνικής οικονομίας, οι οποίες έχουν αντληθεί από τη βάση δεδομένων της ICAP CRIF.
Αναλυτικότερα, το τρέχον έτος (2024), επί συνόλου δείγματος 74.524 επιχειρήσεων της έρευνας, ποσοστό 27% διευθύνεται από γυναίκες-ανώτατα στελέχη (20.130 εταιρείες). Το ποσοστό διείσδυσης εμφανίζεται αυξημένο συγκριτικά με τις προηγούμενες αντίστοιχες έρευνες (2023: 25,9%, 2022: 25,5%, 2021: 25,8%). Συγκεκριμένα, καταγράφει άνοδο κατά 1,1 ποσοστιαία μονάδα σε σχέση με το 2023. Από τα στοιχεία διαπιστώνεται διαχρονική διεύρυνση της διείσδυσης των γυναικών σε υψηλόβαθμες θέσεις του ελληνικού εταιρικού τομέα, με το ποσοστό συμμετοχής τους να εμφανίζεται ενισχυμένο κατά 7,4 ποσοστιαίες μονάδες την τελευταία δεκαετία (2015-2024).
Το μεγαλύτερο ποσοστό των εταιρειών που διοικούνται από γυναίκες εντοπίζεται στις πολύ μικρού και μικρού μεγέθους επιχειρήσεις, σύμφωνα με την επίσημη κατηγοριοποίηση που ακολουθείται στην ΕΕ. Ειδικότερα, από το σύνολο των εταιρειών που διοικούνται από γυναίκες, το υψηλότερο ποσοστό συμμετοχής εντοπίζεται στις επιχειρήσεις με ετήσιο κύκλο εργασιών μικρότερο από 2 εκατ. ευρώ (28,2%) και με αριθμό απασχολούμενου προσωπικού μικρότερο των 10 ατόμων (27,1%).
Επιπλέον παρατηρείται πως καθώς αυξάνεται το μέγεθος των εταιρειών (βάσει ετήσιου κύκλου εργασιών και αριθμού απασχολουμένων), το ποσοστό διείσδυσης εκείνων που διοικούνται από γυναίκες στο αντίστοιχο σύνολο των επιχειρήσεων του δείγματος περιορίζεται.
Εστιάζοντας στις «Top 500» επιχειρήσεις που διευθύνονται από γυναίκες – ανώτατα στελέχη, διαπιστώνεται ότι το 81,8% αυτών αφορά εταιρείες με κύκλο εργασιών μεταξύ 10 εκατ. ευρώ και 50 εκατ. ευρώ ενώ το υπόλοιπο 18,2% αποσπούν οι επιχειρήσεις με πωλήσεις πάνω από 50 εκατ. ευρώ. Επομένως, συμπεραίνεται ότι, σύμφωνα με τα ισχύοντα ευρωπαϊκά πρότυπα, το σύνολο των μεγαλύτερων εταιρειών που διευθύνονται από γυναίκες-ανώτατα στελέχη είναι μεσαίου και μεγάλου μεγέθους.
Αναφορικά με τη νομική μορφή τους, παρατηρείται ότι τα μεγαλύτερα ποσοστά συμμετοχής των επιχειρήσεων που διευθύνονται από γυναίκες, στο σύνολο του δείγματος, εντοπίζονται κατά σειρά στις: Εταιρείες Περιορισμένης Ευθύνης (31,9%), Ιδιωτικές Κεφαλαιουχικές Εταιρείες (30,9%), Ομόρρυθμες Εταιρείες (27,4%), Μονοπρόσωπες Ιδιωτικές Κεφαλαιουχικές Εταιρείες (27,1%), Ετερόρρυθμες Εταιρείες (26,0%), Μονοπρόσωπες Εταιρείες Περιορισμένης Ευθύνης (25,8%), Ανώνυμες Εταιρείες (22,4%). Σημειώνεται ότι, από τις 500 μεγαλύτερες εταιρείες της χώρας οι οποίες διευθύνονται από γυναίκες – ανώτατα στελέχη, ποσοστό 78,8% λειτουργούν ως Ανώνυμες Εταιρείες (ΑΕ).
Εξετάζοντας τη γεωγραφική κατανομή των επιχειρήσεων, παρατηρείται ότι τα υψηλότερα ποσοστά διείσδυσης εταιρειών στις οποίες δραστηριοποιούνται γυναίκες σε ανώτατες θέσεις, καταγράφονται: στα νησιά του Ιονίου (30,8%), στα νησιά του Αιγαίου (28,5%), στην Κρήτη (28,3%), στη Μακεδονία (27,0%), στη Στερεά Ελλάδα και Εύβοια (26,8%) και στην Πελοπόννησο (26,5%). Η μικρότερη συμμετοχή γυναικών εντοπίζεται στη Ήπειρο (24,2%). Αν και το γεωγραφικό διαμέρισμα της Στερεάς Ελλάδας και Εύβοιας δεν έχει τη μεγαλύτερη διείσδυση γυναικείας ηγεσίας, η πλειονότητα των επιχειρήσεων που διοικούνται από γυναίκες (56,2%) εδρεύει στο συγκεκριμένο γεωγραφικό διαμέρισμα, με τις περισσότερες εξ αυτών να βρίσκονται στην Αττική. Όσον αφορά τις 500 μεγαλύτερες επιχειρήσεις που διοικούνται από γυναίκες, το μεγαλύτερο ποσοστό αυτών (70,4%) βρίσκεται στην προαναφερόμενη γεωγραφική περιοχή (Στερεά Ελλάδα και Εύβοια). Ακολουθεί, με σημαντική διαφορά η Μακεδονία αποσπώντας μερίδιο 15,6%.
Εξετάζοντας την κατανομή των επιχειρήσεων βάσει του ευρύτερου τομέα δραστηριότητάς τους (Βιομηχανία, Εμπόριο, Χρηματοπιστωτικός Τομέας, Υπηρεσίες, Τουρισμός) φαίνεται ότι οι περισσότερες εταιρείες που διοικούνται από γυναίκες (ως ποσοστό συμμετοχής τους στο αντίστοιχο σύνολο) ανήκουν στον κλάδο του Τουρισμού (31,6%). Ακολουθούν ο τομέας του Εμπορίου και οι Υπηρεσίες με μερίδια 27,9% και 26,5% αντιστοίχως. Σημαντική διαφοροποίηση στη διάρθρωση ανά τομέα δραστηριοποίησης, παρατηρείται στο δείγμα των 500 μεγαλύτερων εταιρειών, με το 43% εξ αυτών να ανήκουν στον κλάδο του Εμπορίου, ενώ έπεται ο Βιομηχανικός κλάδος με μερίδιο συμμετοχής 25,6%. Μόνο το 7,8% των 500 μεγαλύτερων επιχειρήσεων που διοικούνται από γυναίκες δραστηριοποιούνται στον τομέα του Τουρισμού.
Αναφορικά με τις εταιρείες που εισέρχονται, στο πλαίσιο της έρευνας, για πρώτη φορά στις «Top 500» που διευθύνονται από γυναίκες-ανώτατα στελέχη, ο αριθμός των νεοεισερχομένων εταιρειών ανέρχεται σε 71. Σύμφωνα με την κατηγοριοποίηση που ακολουθείται στην ΕΕ, η συντριπτική πλειονότητα αυτών (90,1%) αποτελούν μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις (με ετήσιο κύκλο εργασιών από 10 εκατ. ευρώ έως 50 εκατ. ευρώ) ενώ ποσοστό 38% απασχολούν από 50 έως 249 εργαζομένους και το 29,6% αυτών απασχολούν 10 έως 49 εργαζομένους. Σχετικά με τη γεωγραφική κατανομή των νεοεισερχόμενων επιχειρήσεων, ποσοστό 78,9% εδρεύει στη Στερεά Ελλάδα και την Εύβοια. Στον τομέα του Εμπορίου δραστηριοποιείται το 39,4% των εταιρειών και ακολουθούν οι επιχειρήσεις του ευρύτερου κλάδου παροχής Υπηρεσιών με μερίδιο 32,4% επί του συνόλου των 71 νεοεισερχομένων εταιρειών. Έπονται, οι επιχειρήσεις της Βιομηχανίας (16,9%), ενώ πολύ μικρά ποσοστά αποσπούν ο Τουρισμός και ο Χρηματοπιστωτικός τομέας (8,5% και 2,8% αντίστοιχα). Τέλος, αναφορικά με τη νομική μορφή, η πλειοψηφία των νεοεισερχόμενων επιχειρήσεων λειτουργούν ως Ανώνυμες Εταιρείες (71,8%).