- Η Wall Street καταγράφει σημαντικές απώλειες στα τρία κύρια χρηματιστήρια, με τον Dow Jones να χάνει περίπου 650 μονάδες, καταγράφοντας πτώση 1,5% στην προτελευταία συνεδρίαση του 2024.
- Παρά τις απώλειες, οι βασικοί δείκτες βρίσκονται κοντά σε επίπεδα ρεκόρ για το 2024, με τον S&P 500 και τον Dow να σημειώνουν αυξήσεις άνω του 25% και 14% αντίστοιχα.
- Υπάρχουν ανησυχίες για την πιθανή απώλεια δυναμικής της αγοράς, με τους επενδυτές να ελπίζουν σε μια αναστροφή της τάσης και σε μια πιθανή "Santa Claus Rally" στις τελευταίες συνεδριάσεις του έτους.
Με σημαντικές απώλειες και στους τρεις δείκτες κινείται προς το τέλος του 2024 η Wall Street, με τον Dow Jones να υποχωρεί κατά περίπου 650 μονάδες.
Πιο συγκεκριμένα, στην προτελευταία συνεδρίαση της Wall Street σήμερα (30.12.2024) ο βιομηχανικός δείκτης, Dow Jones, χάνει 663 μονάδες ή 1,5%. ο S&P 500 υποχωρεί 1,6% και ο Nasdaq διολισθαίνει κατά 1,7%. Όπως αναφέρει το CNBC, δεν υπάρχει είδηση – καταλύτης που να εξηγεί την σημερινή πτώση ενώ, μάλιστα, οι συναλλαγές αναμένονταν να είναι χαλαρές δεδομένης της μειωμένης εβδομάδας.
Οι βασικοί δείκτες οδεύουν προς το τέλος του έτους κοντά σε επίπεδα ρεκόρ, με τον S&P 500 και τον Dow να σημειώνουν άνοδο άνω του 25% και 14%, αντίστοιχα, και να βρίσκονται σε τροχιά για το καλύτερο έτος από το 2021. Ο Nasdaq έχει κερδίσει περισσότερο από 31% το 2024. Οι δείκτες οδεύουν επίσης προς ένα νικηφόρο τέταρτο τρίμηνο, με τον Nasdaq να βρίσκεται σε τροχιά για το μακρύτερο τριμηνιαίο νικηφόρο σερί του από το 2021.
Ωστόσο, κάποιες ανησυχίες έχουν αυξηθεί ότι η αγορά μπορεί να χάσει τη δυναμική της, με αυτό που φαίνεται να είναι η κατοχύρωση κερδών στο τέλος του έτους, καθώς οι δείκτες σημείωσαν απώλειες την Παρασκευή (27.12.2024). Οι μεγάλες τεχνολογικές μετοχές δυσκολεύονται και πάλι σήμερα, με τις μετοχές της Tesla και της Amazon να υποχωρούν περισσότερο από 1% η καθεμία.
Οι επενδυτές ελπίζουν ότι οι μετοχές θα βρουν ξανά τα πατήματά τους και θα προκαλέσουν αυτό που είναι γνωστό ως Santa Claus Rally. Το φαινόμενο αναφέρεται στην άνοδο της αγοράς κατά τις πέντε τελευταίες ημέρες διαπραγμάτευσης ενός ημερολογιακού έτους και τις δύο πρώτες του Ιανουαρίου.