- Η δημοσιογραφία στην Ελλάδα έχει χάσει το κοινωνικό της ρόλο, με τα μέσα ενημέρωσης να εξυπηρετούν συμφέροντα πολιτικών και ολιγαρχών, προωθώντας καμπάνιες μίσους για τους αντιπάλους.
- Ο συγγραφέας επισημαίνει την υποκρισία των πολιτικών και των μέσων ενημέρωσης, που επιδεικνύουν διπλά μέτρα και σταθμά στην κάλυψη και την κριτική, ανάλογα με την πολιτική ατζέντα της Νέας Δημοκρατίας.
- Η κατάσταση αυτή έχει οδηγήσει σε παρακμή της δημόσιας ζωής, με τους βουλευτές να υποστηρίζουν τον Μητσοτάκη κατ' εντολήν και τα μέσα ενημέρωσης να προωθούν μια «οπαδική» προσωπολατρία, αντί να ενημερώνουν αντικειμενικά το κοινό.
Δεν προσφέρουν υπηρεσίες στον τόπο τα μέσα ενημέρωσης που συντηρούν μια «οπαδική» προσωπολατρία στον Μητσοτάκη, εξαπολύοντας καμπάνιες μίσους για τους αντιπάλους του. Και δεν υπηρετούν τον τόπο, επίσης, οι βουλευτές που τον λιβανίζουν σαν γκαρσόνια συνοικιακής ταβέρνας, έτοιμα να αρπάξουν το δίφραγκο στον αέρα
Του Γιώργου Χαρβαλιά
Όταν πρωτοξεκίνησα τη δημοσιογραφία, πριν από περίπου 35 χρόνια, δεν μου είχε περάσει από το μυαλό ότι θα ερχόταν κάποια στιγμή που θα ντρεπόμουν να πω τι επάγγελμα κάνω. Το ζω, δυστυχώς, και αυτό…
Στην Ελλάδα δεν υπάρχει πλέον δημοσιογραφία – υπό την έννοια τουλάχιστον «λειτουργήματος» με θετικό κοινωνικό πρόσημο. Η «ενημέρωση» έχει καταντήσει μια φτηνή (με όλες τις έννοιες) υπηρεσία, που σερβίρεται στα μέτρα και τα γούστα του εκάστοτε αφεντικού – κυβέρνησης, ολιγάρχη, κόμματος, και πάει λέγοντας.
Πολύ φοβούμαι πως όλα άρχισαν με τα Μνημόνια. Μέχρι τότε ασφαλώς και υπήρχε «στρατευμένη» δημοσιογραφία. Υπήρχαν και payrolls. Αλλά η κατάσταση ήταν υποφερτή. Aπλά άλλαζες κανάλι και εφημερίδα.
Στην κρίση χρέους, όμως, έπρεπε να βρεθεί επειγόντως ένοχος. Και αυτός ήταν ο ίδιος ο λαός. Το «μαζί τα φάγαμε» δεν το εφηύρε ο μακαρίτης ο Πάγκαλος. Έπαιζε κάθε μέρα στα κεντρικά δελτία του Mega και των άλλων καναλιών, μέχρι να καταστεί κοινή πεποίθηση – ότι το ξεχειλώσαμε με «αστακομακαρονάδες» και έπρεπε να έρθουν οι… Γότθοι για να μας αναμορφώσουν.
Κάπου εκεί, λοιπόν, η δημοσιογραφία το «έστριψε». Κι άρχισε να υπηρετεί άλλες αξίες, που εκπορεύονταν έξω από τα σύνορα της χώρας, τάχα μου «ευρωπαϊκές». Αυτή ήταν η πρώτη λοξοδρόμηση. Αίφνης, η «πολιτική ορθότητα» έφτασε να υπαγορεύεται από τους δανειστές. Η δεύτερη λοξοδρόμηση έγινε από τότε που ανέλαβε ο Μητσοτάκης την ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας, με την οργανωμένη δολοφονία χαρακτήρα των πολιτικών του αντιπάλων. Όχι μόνο με τα πληρωμένα «πιστόλια» της δημοσιογραφίας, αλλά και με τα χιλιάδες τρολ που ξαφνικά έστησε η «Μητσοτάκης Α.Ε.», κυριαρχώντας στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Πολιτικό σκηνικό
Νομίζω ότι όσοι με παρακολουθούν ξέρουν πολύ καλά πως δεν τρέφω την παραμικρή εκτίμηση στον Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος μάλιστα επιχειρεί να επιστρέψει στο πολιτικό σκηνικό, προσκυνημένος (και επίσημα) πλέον στην ντόπια διαπλοκή και στο νεοφιλελεύθερο «ευρω-ιερατείο». Ωστόσο, δεν μπορώ να μην επισημάνω τη δαιμονοποίησή του για πρωτοβουλίες και πολιτικές τις οποίες εφαρμόζει σήμερα «copy paste» ο Μητσοτάκης, χωρίς να ανοίγει μύτη στα μέσα ενημέρωσης. Στα ίδια ακριβώς μέσα που βυσσοδομούσαν και ωρύονταν για το Μάτι, αλλά… ξερόβηχαν για τις πολιτικές ευθύνες στα Τέμπη, στα ίδια που βάφτιζαν (όχι αβάσιμα) προδοσία τις Πρέσπες, αλλά σφυρίζουν αδιάφορα μπροστά στις επικύψεις Γεραπετρίτη και στο ξεπούλημα του Αιγαίου, στα ίδια που υποστήριζαν ότι ο Τσίπρας μετατρέπει τη χώρα σε λαθρομεταναστευτική χαβούζα και σήμερα κάνουν ότι δεν βλέπουν την έκρηξη στις παράνομες αφίξεις. Είναι τα ίδια, επίσης, που «έκραζαν» τον ΣΥΡΙΖΑ για τις ακρότητες του δικαιωματισμού, αλλά επί πέντε ολόκληρα χρόνια χειροκροτούσαν τη woke παράνοια και τον ΛΟΑΤΚΙσμό, που επέβαλε ως θέσφατο ο Μητσοτάκης με τους «ακτιβιστές» της αυλής του.
Είναι φυσιολογική η παρουσίαση μιας σχεδόν πανομοιότυπης είδησης με αντιδιαμετρικά αντίθετη χροιά; Μάλλον όχι. Και προφανώς μία εξήγηση μόνο υπάρχει για αυτά τα δύο μέτρα και σταθμά, που φοβούμαι ότι δεν είναι καθόλου κολακευτική για τους σημερινούς «ταγούς» της ενημέρωσης.
Το ίδιο ισχύει, ωστόσο, και για τους εκλεγμένους εκπροσώπους των «συστημικών κομμάτων», ιδίως της Νέας Δημοκρατίας, που χασκογελούσαν για τις κωλοτούμπες Τσίπρα, αλλά σήμερα φτάνουν να αποθεώνουν τις μοναδικές πιρουέτες του αρχηγού τους με τη woke ατζέντα.
Έντρομος ο κύριος Μητσοτάκης μπροστά στη θριαμβευτική εκλογή Τραμπ, έσπευσε να αποκηρύξει εν μια νυκτί την πολιτική της «διαφορετικότητας και συμπεριληπτικότητας», που εφήρμοζε ως ζηλωτής τα τελευταία πέντε χρόνια. Από τη «δικτατορία της πλειοψηφίας», που καταπιέζει τους «ευπαθείς διαφορετικούς», έφτασε να μιλά για τη «δικτατορία της μειοψηφίας», που επιβάλλει παλαβές ακρότητες στη σιωπούσα πλειοψηφία! Και, αντί οι βουλευτές του να διερωτηθούν πώς αυτός ο άνθρωπος, που σήμερα φοβάται μήπως… δεν αρέσει στον Τραμπ, θα διαπραγματευθεί αύριο με τον Ερντογάν, βγαίνουν στα κανάλια και βγάζουν τρελό ολόκληρο τον ελληνικό λαό, ισχυριζόμενοι ότι… καλά τα λέει ο αρχηγός – πάντα αυτά εννοούσε!
Άλλοι πολιτικοί, που χρωστούν την ύπαρξή τους στον Σαμαρά, βγήκαν την επαύριο της διαγραφής του να υποστηρίξουν ότι «καιρός ήταν να τελειώνουμε με δαύτον! Δεν πήγαινε άλλο με τις προκλήσεις του!».
Αναλύσεις
Μαζί τους, η συγχορδία της… ανεξάρτητης ενημέρωσης στέλνει τον πρώην πρωθυπουργό στον Καιάδα με βαθυστόχαστες αναλύσεις, του τύπου «πώς ο Μεσσήνιος συνωμοτούσε και ο πρωθυπουργός τον έβαλε με αποφασιστικότητα στη θέση του».
Αίφνης, μπήκαν στο χορό και τα τρολ. Χιλιάδες τρολ τον βρίζουν, ανασύροντας ακόμη και θέματα υγείας ή εμφανίζοντάς τον, στα 73 του χρόνια, ως «ραμολί», «γραφικό γεροντάκι», «νευρόσπαστο», «γκαβό» και διάφορα άλλα… κολακευτικά.
Προσωπικά, θα σας έλεγα πως, αν και δεν διαφωνώ με τις επισημάνσεις του για τα εθνικά θέματα, ούτε τον Σαμαρά λυπάμαι. Φέρει τεράστια ευθύνη για το σημερινό κατάντημα, για τη θριαμβευτική παλιννόστηση της οικογένειας Μητσοτάκη, για την πολιτική εκτόξευση τυχάρπαστων γενίτσαρων του μητσοτακισμού, όπως ο Άδωνις και ο Βορίδης, για την εδραίωση σε υπουργεία και θεσμικούς ρόλους άκρως ακατάλληλων προσώπων, όπως η Κεραμέως και ο Τασούλας. Δικά του δημιουργήματα είναι όλοι αυτοί που σήμερα τον «αδειάζουν» πανηγυρικά. Ο κύριος Σαμαράς γνώριζε πολύ καλά τις θέσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη, τις πρακτικές της αυλής του, το νταλαβέρι της αδερφής του (που ο ίδιος ξανάφερε στο κόμμα) με την ολιγαρχία. Άργησε τόσο πολύ να διαφοροποιηθεί, ώστε ακόμη και η σημερινή διαφωνία του μπορεί να ερμηνεύεται με ιδιοτελή κίνητρα.
«Πολύ αργά για δάκρυα, κύριε Σαμαρά» έγραφε προ μηνών ο εκδότης αυτής της εφημερίδας Γιάννης Φιλιππάκης, σε μια από τις σπάνιες, αλλά πολύ καίριες, παρεμβάσεις του. Στο άρθρο αυτό, μέσα σε λίγες παραγράφους, αποδομούσε την πολιτική διαδρομή του Σαμαρά και εξηγούσε γιατί δεν είναι καθόλου πειστικός ως «αντάρτης». Ψάξτε το στο διαδίκτυο και νομίζω ότι θα με καταλάβετε.
Όμως, ακόμη κι αυτή η «όψιμη», έστω και ιδιοτελής, «αφύπνιση» δεν δικαιολογεί αυτή τη χυδαία επιχείρηση δολοφονίας χαρακτήρα που τελικά επιχειρείται για όποιον τολμήσει να αμφισβητήσει το… αλάθητο του αρχηγού. Δεν προσφέρουν υπηρεσίες στον τόπο τα μέσα ενημέρωσης που συντηρούν μια τέτοιου είδους «οπαδική» προσωπολατρία στον Μητσοτάκη, εξαπολύοντας καμπάνιες μίσους για τους αντιπάλους του. Και δεν υπηρετούν τον τόπο, επίσης, οι βουλευτές που τον λιβανίζουν σαν γκαρσόνια συνοικιακής ταβέρνας, έτοιμα να αρπάξουν το δίφραγκο στον αέρα. Είναι απεχθείς αυτές οι εικόνες, πραγματικό κατάντημα της δημόσιας ζωής…
Δημοσιεύεται στη «δημοκρατία»