Η Lotus Elise, γνωστή για την εξαιρετική οδική της συμπεριφορά, μεταμορφώνεται από την εταιρεία Get Lost σε ένα θηρίο σαφάρι, ικανό να αντεπεξέλθει σε απαιτητικά εδάφη. Η νέα έκδοση βασίζεται σε ένα μοντέλο του 1999 και περιλαμβάνει σημαντικές αναβαθμίσεις, όπως αύξηση της απόστασης από το έδαφος και ειδικά χωμάτινα ελαστικά.
Παρά τις τροποποιήσεις, το βάρος διατηρείται κοντά στα 725 κιλά, ενώ ο κινητήρας παραμένει ο κλασικός 1.800άρης, με αναμενόμενες επιδόσεις αντίστοιχες της κανονικής Elise. Αυτή η καινοτόμος προσέγγιση συνδυάζει την κλασική αίσθηση της Elise με τις απαιτήσεις του εκτός δρόμου.
Πιο αναλυτικά
Η Lotus Elise αποτελεί εδώ και τρεις δεκαετίες συνώνυμο της οδικής συμπεριφοράς. Το βρετανικό κεντρομήχανο λανσαρίστηκε το 1996 και μέχρι σήμερα, συνθέτει τον ορισμό της αμεσότητας, της ανόθευτης αίσθησης και της τηλεγραφικής εκτέλεσης των εντολών του οδηγού. Σε άσφαλτο. Αν υπάρχει όρεξη και χρήμα, όμως, μπορεί να μεταφέρει τις αρετές της και στο χώμα.
Η Get Lost (δεν κάνουμε πλάκα, αυτό είναι το όνομα της εταιρίας) αποφάσισε να δημιουργήσει μια Elise, που δεν θα είχε κανένα πρόβλημα ακόμα κι αν συμμετείχε σε σαφάρι. Η νεότευκτη αγγλική εταιρία ξεκίνησε ως ιδέα ενός φωτογράφου, ο οποίος φαντασιώθηκε μια Elise MK1 στα πρότυπα των Lamborghini Hurracan Sterrato και Porsche 911 Dakar. Το εγχείρημα βασίστηκε σε ένα αυτοκίνητο του 1999, με τις αλλαγές στην ανάρτηση, τους τροχούς και το πάτωμα να τη διαφοροποιούν από τις συνηθισμένες αδελφές της. Η απόσταση από το έδαφος έχει αυξηθεί κατά 100 χλστ., τα μετατρόχια επίσης, υπάρχουν προστατευτικές ποδιές σε καίρια σημεία (κάρτερ, διαφορικό κλπ) και τα αμιγώς χωμάτινα ελαστικά, μαζί με την τετράδα των έξτρα LED μπροστά, φροντίζουν για τις ασφαλείς αναζητήσεις της «Project Safari», σε χωματόδρομους και κατσάβραχα.
Πληροφορίες για τον κινητήρα δεν δημοσιοποιούνται, αλλά λογικά στο κέντρο της κατασκευής φωλιάζει ο κλασικός 1.800άρης 16βάλβιδος, με απόδοση 120 ίππων στις 5.500 σ.α.λ. και 165 Nm στις 3.000 σ.α.λ. Η κανονική Elise των 725 κιλών ήθελε 5,9 δλ. για το 0-100 χλμ./ώρα και ξεπερνούσε τα 200 χλμ./ώρα τελικής, οπότε παρόμοιο νεύρο θα πρέπει να περιμένουμε και από τη χωμάτινη. Κι αυτό γιατί το βάρος αναφέρεται πως έχει διατηρηθεί κοντά στο εργοστασιακό, παρά τις μηχανικές αλλαγές και τις αρκετές προσθήκες στο αμάξωμα (φώτα, αεραγωγός για την ψύξη του μοτέρ, ρεζέρβα).