- Η στεγαστική κρίση στην Ελλάδα αποτελεί ένα σημαντικό κοινωνικό ζήτημα.
- Η άνοδος των βραχυχρόνιων μισθώσεων έχει επιδεινώσει την προσφορά στέγης.
- Η επίλυση του προβλήματος απαιτεί τη θέσπιση κανονιστικού πλαισίου για τον έλεγχο της πρακτικής των βραχυχρόνιων ενοικιάσεων.
Η στεγαστική κρίση αποτελεί ένα από τα πιο καίρια κοινωνικά ζητήματα στην Ελλάδα σήμερα.
Οι διαρκείς αλλαγές στην αγορά ακινήτων, οι αυξήσεις στα ενοίκια και η περιορισμένη προσφορά προσιτών κατοικιών έχουν δημιουργήσει ένα ασφυκτικό πλαίσιο για πολλά νοικοκυριά. Ένας από τους κύριους παράγοντες που εντείνουν αυτή την κρίση είναι η ραγδαία άνοδος των βραχυχρόνιων μισθώσεων, που έγινε ιδιαίτερα δημοφιλής τα τελευταία χρόνια, κυρίως μέσω ψηφιακών πλατφορμών.
Η δυνατότητα εκμετάλλευσης ακινήτων για βραχυχρόνια ενοικίαση, έχει γίνει μια επικερδής επιχειρηματική δραστηριότητα που –όπως πρόσφατα επεσήμανε και ο Πρωθυπουργός- λειτουργεί με όρους αθέμιτου ανταγωνισμού έναντι των λοιπών αδειοδοτημένων μορφών καταλυμάτων, τόσο στα αστικά κέντρα όσο και σε πολλούς τουριστικούς προορισμούς.
Αυτή η εξέλιξη, όμως, έχει άμεσο αντίκτυπο στην προσφορά στέγης. Οι ιδιοκτήτες ακινήτων προτιμούν να τα διαθέτουν για βραχυχρόνιες μισθώσεις, καθώς έτσι επιτυγχάνουν υψηλότερα έσοδα συγκριτικά με τις παραδοσιακές μακροχρόνιες ενοικιάσεις. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της Grant Thornton η μέση τιμή βραχυχρόνια μίσθωσης είναι υψηλότερη σε σχέση με τη μακροχρόνια μίσθωση κατά 300% στο Παγκράτι, κατά 480% στο Κουκάκι, κατά 500% στον Κεραμεικό ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στη Ρόδο φτάνει στο 870%!
Ωστόσο, αυτή η πρακτική έχει μειώσει δραματικά την προσφορά κατοικιών που διατίθενται για μόνιμη ενοικίαση, με αποτέλεσμα οι τιμές των ενοικίων να σκαρφαλώνουν σε δυσθεώρητα ύψη σε πολλές περιοχές. Ιδιαίτερα ευάλωτες είναι ορισμένες κατηγορίες, όπως οι φοιτητές. Οι πόλεις που φιλοξενούν πανεπιστήμια, έχουν δει σημαντική αύξηση στις βραχυχρόνιες μισθώσεις, γεγονός που έχει επιδεινώσει το πρόβλημα στέγασης για τους φοιτητές. Οι περισσότεροι εξ αυτών, δυσκολεύονται να βρουν προσιτές επιλογές για να μπορούν να παρακολουθήσουν τις σπουδές τους.
Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση του φοιτητή, Γιώργου Ρουσάκη, που αποδεικνύει πως οι βραχυχρόνιες μισθώσεις μπορούν να ακυρώσουν μακροχρόνια όνειρα.
Όπως περιγράφει ο ίδιος: «Από πολύ μικρός ήθελα να σπουδάσω Πληροφορική. Πριν 2 χρόνια κατάφερα να κάνω αυτό το όνειρο πραγματικότητα και να περάσω σε μια σχολή ψηφιακών συστημάτων. Πήγα χαρούμενος στην πόλη που βρίσκεται η σχολή μου για να βρω σπίτι να μείνω και να ξεκινήσω τη φοιτητική μου ζωή. Μεγάλη απογοήτευση! Δεν έβρισκα πουθενά. Τα περισσότερα σπίτια της πόλης ήταν Airbnb. Και κάποια ελάχιστα που ήταν διαθέσιμα είχαν πανάκριβα ενοίκια και δεν θα μπορούσα να ανταπεξέλθω στα έξοδα. Ακόμη και συγκάτοικο αν κατάφερνα να βρω, πάλι το ενοίκιο δεν θα έβγαινε. Το όνειρο μου έμεινε στη μέση. Αναγκάστηκα να πάρω διετή διακοπή σπουδών. Ελπίζω, σε αυτά τα δυο χρόνια, να γίνει κάτι και να αλλάξει αυτή η κατάσταση. Είναι μια μεγάλη αδικία για τη γενιά μου».
Χαρακτηριστική της κατάστασης που έχει δημιουργηθεί στην Αθήνα εξαιτίας των βραχυχρόνιων μισθώσεων είναι η περίπτωση της Μάγιας Κουτούζη, νέας μητέρας και εργαζόμενης στον ιδιωτικό τομέα. Εξηγεί η ίδια: «Από τριών χρόνων έζησα στο Κουκάκι μέχρι που έφυγα στο εξωτερικό. Όταν γύρισα πήγα πάλι να ζήσω στο Κουκάκι, σε ένα μικρό σπιτάκι. Σε αυτά τα χρόνια που έλειπα είχε αλλάξει πάρα πολύ το Κουκάκι. Παντρεύτηκα, έκανα ένα παιδί και χρειάστηκε να αλλάξουμε σπίτι για να πάμε σε ένα πιο μεγάλο. Ήθελα να συνεχίσω να μένω στο Κουκάκι αλλά ήταν αδύνατον να βρούμε εκεί οποιοδήποτε σπίτι.
Στην περιοχή υπήρχε πάρα πολύς κόσμος συνέχεια κι ένας μόνιμος διαπεραστικός θόρυβος από τον ήχο των βαλιτσών όλο το εικοσιτετράωρο. Δεν υπήρχε επίσης καμία περίπτωση να βρεις θέση να παρκάρεις, ειδικά μετά τον Μάιο. Και το πιο στενάχωρο απ’ όλα ήταν πως δεν υπήρχε πια γειτονιά. Εκεί που τους ήξερες όλους και υπήρχαν όλων των ειδών τα μαγαζιά, τώρα ότι υπήρχε αφορούσε την εξυπηρέτηση των τουριστών. Έτσι αναγκαστήκαμε να φύγουμε από το Κουκάκι. Χρειάζεται μέτρο. Δεν μπορούμε να βρούμε πια σπίτια. Είναι κρίμα».
Το πρόβλημα επισημαίνεται και στα τελευταία επικαιροποιημένα στοιχεία της Eurostat. Οι ενοικιαστές στην Ελλάδα είναι στη χειρότερη θέση μεταξύ όλων των χωρών της Ε.Ε με το 26,1 % να δηλώνει πως δεν καταφέρνει να πληρώσει το ενοίκιό του και καταφεύγει σε δανεικά.
Εκ των πραγμάτων λοιπόν, η συζήτηση για τις βραχυχρόνιες μισθώσεις και την επίδρασή τους στη στεγαστική κρίση έχει αρχίσει να εντείνεται. Η υιοθέτηση ενός κανονιστικού πλαισίου που θα περιορίζουν την ανεξέλεγκτη εξάπλωση αυτής της πρακτικής και η θέσπιση ορίων ημερών ενοικίασης για να προστατευτεί η τοπική στέγαση, όπως συμβαίνει ήδη σε πολλές χώρες της Ευρώπης, είναι μονόδρομος πλέον και για την Ελλάδα προκειμένου να αποκατασταθεί η ισορροπία στην αγορά ακινήτων, παρέχοντας μια πιο βιώσιμη λύση στο πρόβλημα της στέγασης.