- Ένα αμερικανικό ομοσπονδιακό δικαστήριο επιδίκασε 42 εκατομμύρια δολάρια σε τρεις πρώην κρατούμενους του Αμπού Γκράιμπ, θεωρώντας υπεύθυνη την αμυντική εταιρεία CACI Premier Technology για τη συμμετοχή της στη βασανιστήρια τους.
- Οι ενάγοντες, που υπέστησαν κακοποίηση στη φυλακή, έλαβαν 3 εκατομμύρια δολάρια ο καθένας σε αποζημίωση και 11 εκατομμύρια δολάρια σε κυρωτική αποζημίωση, με την υπόθεση να αποτελεί τη πρώτη φορά που επιζώντες του καθεστώτος βασανιστηρίων της αμερικανικής κυβέρνησης καταθέτουν σε δικαστήριο.
- Η CACI προσπάθησε επανειλημμένα να απορρίψει την υπόθεση, ενώ οι ισχυρισμοί για εκτεταμένη κακομεταχείριση στο Αμπού Γκράιμπ αναδείχθηκαν πριν από 20 χρόνια μέσω διαρροών φωτογραφιών που αποκάλυψαν τη σκληρότητα της κακοποίησης.
Ένα ομοσπονδιακό δικαστήριο στις ΗΠΑ έδωσε αποζημίωση την Τρίτη συνολικά 42 εκατομμύρια δολάρια σε τρεις Ιρακινούς άνδρες που υπέστησαν βασανιστήρια στη φυλακή Αμπού Γκράιμπ της Βαγδάτης πριν από δύο δεκαετίες –θεωρώντας έναν εργολάβο της κυβέρνησης των ΗΠΑ υπεύθυνο για τη συμβολή στην κακοποίηση.
Η απόφαση προέρχεται από μήνυση που κατατέθηκε για λογαριασμό πρώην κρατουμένων το 2008 κατά της αμυντικής εταιρείας CACI Premier Technology Inc. με έδρα τη Βιρτζίνια, σύμφωνα με δελτίο τύπου από το Κέντρο Συνταγματικών Δικαιωμάτων –– η οργάνωση που εκπροσωπεί τους ενάγοντες. Οι ενάγοντες ισχυρίστηκαν ότι η εταιρεία προσλήφθηκε από την κυβέρνηση των ΗΠΑ μετά την εισβολή των ΗΠΑ στο Ιράκ για να παρέχει υπηρεσίες ανάκρισης στο Αμπού Γκράιμπ (Abu Ghraib), ένα κέντρο κράτησης του αμερικανικού στρατού όπου Ιρακινοί κρατούμενοι βασανίστηκαν βάναυσα.
Οι ενάγοντες, ο Σουχέιλ Αλ Σιμάρι (Suhail Al Shimari), διευθυντής γυμνασίου, ο Ασάντ Ζουμπά’ε Asa’ad Zuba’e, ένας πωλητής φρούτων, και ο Σαλάλ Αλ Ιτζέλι (Salah Al-Ejaili), ένας δημοσιογράφος, έλαβαν ο καθένας 3 εκατομμύρια δολάρια σε αποζημίωση κι 11 εκατομμύρια δολάρια σε κυρωτική αποζημίωση, σύμφωνα με την ανακοίνωση και δικαστικά έγγραφα.
«Η νίκη δεν είναι μόνο για τους τρεις ενάγοντες σε αυτή την υπόθεση εναντίον μιας εταιρείας», είπε ο Αλ Ιτζέλι στην ανακοίνωση. «Η νίκη είναι ένα λαμπερό φως για όλους όσους έχουν καταπιεστεί και μια ισχυρή προειδοποίηση για κάθε εταιρεία ή εργολάβο που ασκεί διαφορετικές μορφές βασανιστηρίων ή κακοποίησης.
Οι ενάγοντες ισχυρίστηκαν ότι η CACI παραβίασε το διεθνές δίκαιο χρησιμοποιώντας φρουρούς που βασάνιζαν κρατούμενους, σύμφωνα με το δελτίο. Πάνω από 16 χρόνια, η εταιρεία προσπάθησε να απορρίψει την υπόθεση περισσότερες από 20 φορές πριν οδηγηθεί για πρώτη φορά σε δίκη τον Απρίλιο. Ο δικηγόρος της εταιρείας καταδίκασε περιπτώσεις κακοποίησης στη στρατιωτική αστυνομία των ΗΠΑ, την οποία χαρακτήρισε ως «μια χούφτα σάπια μήλα» κατά τις εναρκτήριες δηλώσεις εκείνη την εποχή. Η υπόθεση επαναδικάστηκε τις τελευταίες εβδομάδες, αφού η κριτική επιτροπή δεν μπόρεσε να καταλήξει σε ομόφωνη απόφαση νωρίτερα φέτος.
Αναφορές για εκτεταμένη κακομεταχείριση και κακοποίηση στο Αμπού Γκράιμπ ήρθαν στο φως πριν από περισσότερα από 20 χρόνια, όταν φωτογραφίες που διέρρευσαν έδειχναν κρατούμενους γυμνούς, δεμένους με λουριά ποζάροντας σε ανθρώπινες πυραμίδες. Στη δίκη του Απριλίου, ο Αλ Ιτζέλι, ο οποίος ζήτησε άσυλο στη Σουηδία, θυμήθηκε μακρόχρονα περιστατικά ταπείνωσης, ξυλοδαρμών και ψυχολογικών βασανιστηρίων κάτω από εκτυφλωτικά φώτα και δυνατή μουσική –– καθιστώντας ουσιαστικά αδύνατο τον ύπνο.
Η υπόθεση σηματοδοτεί την πρώτη φορά που επιζώντες του «καθεστώτος βασανιστηρίων μετά την 11η Σεπτεμβρίου» της αμερικανικής κυβέρνησης κατέθεσαν σε δικαστική αίθουσα, δήλωσε το Κέντρο Συνταγματικών Δικαιωμάτων –– αποκαλώντας το αποτέλεσμα «ιστορικό».
Πηγή: CNN
Μετάφραση-Επιμέλεια: Δανάη Στεργίου