Η Τζώρτζια Αργυροπούλου, χήρα του Μανώλη Γλέζου, κηδεύτηκε στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών στις 31 Μαρτίου, με πλήθος κόσμου να την αποχαιρετά. Η Αργυροπούλου, που έζησε 34 χρόνια μαζί με τον Γλέζο, πέθανε χωρίς να ανακοινωθούν τα αίτια.
Ο Μανώλης Γλέζος, γνωστός για την αντιστασιακή του δράση κατά των Ναζί και την πολιτική του καριέρα, είχε φύγει από τη ζωή το 2020. Η ζωή και η δράση του Γλέζου, από την Εθνική Αντίσταση μέχρι τη μακρά πολιτική του πορεία, έχουν αφήσει ανεξίτηλο σημάδι στην ελληνική ιστορία.
Πιο αναλυτικά:
Σήμερα, Δευτέρα 31 Μαρτίου, στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών, κηδεύτηκε η χήρα σύζυγος του δημοσιογράφου, συγγραφέα, πολιτικού της Αριστεράς και βουλευτή Απόστολου Γλέζου, Τζώρτζια Αργυροπούλου. Η είδηση του θανάτου της έγινε γνωστή μέσα από τα social media και τις αναρτήσεις των ανθρώπων που την ήξεραν, χωρίς όμως να αποκαλύπτουν τα αίτια της απώλειάς της – δείτε εδώ την ανακοίνωση για τον θάνατό της.
Αξίζει να σημειώσουμε ότι ο ίδιος έφυγε από τη ζωή στις 30 Μαρτίου του 2020, σε ηλικία 97 ετών. Μαζί της είχε ζήσει μία γεμάτη ζωή, καθώς ήταν μαζί από το 1986, μετρούσαν δηλαδή περίπου 34 χρόνια κοινής πορείας.

Στιγμιότυπα από τη κηδεία της χήρας συζύγου του Μανώλη Γλέζου, Τζώρτζιας Αργυροπούλου
Από νωρίς το πρωί λοιπόν πλήθος κόσμου μαζεύτηκε έξω από το κοιμητήριο προκειμένου να αποχαιρετήσει για τελευταία φορά τη γυναίκα που στάθηκε για πολλά χρόνια βράχος στο πλευρό του αγωνιστή της Αριστεράς. Συγγενείς, φίλοι, και γνωστοί με μεγάλη θλίψη την συνόδευσαν στη τελευταία της κατοικία ενώ ο φωτογραφικός φακός του dedomeno.gr εξασφάλισε αποκλειστικές φωτογραφίες.




Ποιος ήταν ο Μανώλης Γλέζος
Ο Μανώλης Γλέζος, γεννημένος στον Απείρανθο, στις 9 Σεπτεμβρίου 1922, ήταν Έλληνας ήρωας της Εθνικής Αντίστασης, πολιτικός της Αριστεράς, βουλευτής, δημοσιογράφος και συγγραφέας. Μαζί με τον Λάκη Σάντα υπήρξε συμπρωταγωνιστής σε μία από τις πρώτες αντιστασιακές ενέργειες στην κατεχόμενη Ελλάδα και ευρύτερα στην κατεχόμενη από τις δυνάμεις του Άξονα Ευρώπη, κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν μια νύχτα του Μαΐου του 1941 κατέβασαν τη σημαία της Ναζιστικής Γερμανίας από τον ιστό του βράχου της Ακρόπολης, στην Αθήνα.
Μετά τον πόλεμο εργάστηκε ως δημοσιογράφος, αναλαμβάνοντας αρχισυντάκτης της εφημερίδας Ριζοσπάστης, ενώ αργότερα υπήρξε διευθυντής και της εφημερίδας Η Αυγή. Ωστόσο, γρήγορα συνελήφθη για τις πολιτικές του πεποιθήσεις, φτάνοντας μάλιστα να καταδικαστεί σε θάνατο τρεις φορές. Οι συνεχείς δικαστικές του περιπέτειες μέχρι την οριστική του απαλλαγή με τη γενική αμνηστία του 1971 προκάλεσαν συχνά την αντίδραση της ελληνικής και της διεθνούς κοινής γνώμης.

Υπήρξε επί δεκαετίες ενεργός στα πολιτικά πράγματα και μέλος του ελληνικού κοινοβουλίου. Μεταξύ άλλων, ασχολήθηκε επισταμένα με το ζήτημα των γερμανικών οφειλών προς την Ελλάδα από την περίοδο του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, που αφορούν τις πολεμικές αποζημιώσεις και το κατοχικό δάνειο. Υπήρξε βουλευτής και πρόεδρος της Ενιαίας Δημοκρατικής Αριστεράς (ΕΔΑ) και αργότερα βουλευτής και ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ, βουλευτής του Συνασπισμού της Αριστεράς, των Κινημάτων και της Οικολογίας και του ΣΥΡΙΖΑ.
Από το 2014 έως το 2015 διετέλεσε ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, ερχόμενος πρώτος σε ψήφους σε όλη τη χώρα στις Ευρωεκλογές του Μαΐου του 2014. Συμμετείχε ως υποψήφιος της ΛΑΕ στις βουλευτικές εκλογές του Σεπτέμβρη του 2015, χωρίς να καταφέρει να εκλεγεί.
Την τελευταία πενταετία της ζωής του πήρε σαφή θέση υπέρ του “ΟΧΙ” στο δημοψήφισμα του 2015, και κατά της διαφαινόμενης Συμφωνίας των Πρεσπών του 2018, θεωρώντας ότι η συμφωνία προωθείται με εντολή του ΝΑΤΟ, για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων της συγκεκριμένης “συμμαχίας”. Το 1962 τιμήθηκε από την ΕΣΣΔ με το Διεθνές Βραβείο Ειρήνης Λένιν. Την περίοδο της πρώτης μεταπολεμικά δίωξης του Γλέζου, ο τότε πρόεδρος της Γαλλίας, Σαρλ ντε Γκωλ τον χαρακτήρισε ως τον «πρώτο παρτιζάνο της Ευρώπης».