Μια συνέντευξη που δεν μπορείς να δεις χωρίς να σε πιάσει κόμπος στο στομάχι έδωσε η Άριελ Κωνσταντινίδη στο Στούντιο 4, όπου μίλησε για τις δύο άκρες της ζωής της: τη χαρά της εγκυμοσύνης σε ηλικία 53 ετών και τον πόνο της παιδικής της ηλικίας δίπλα σε μια μητέρα με ναρκισσιστική διαταραχή προσωπικότητας.
Άριελ Κωνσταντινίδη: «Μεγάλωσα με το αφήγημα ότι είμαι το λάθος»
Η ηθοποιός περιέγραψε ένα σκοτεινό οικογενειακό σκηνικό, όπου κυριαρχούσε η ψυχρότητα, η κακοποίηση και ο απόλυτος έλεγχος. Η μητέρα της, όπως είπε, ήταν ένας άνθρωπος που «έπαιζε με το μυαλό σου, σου έστελνε διπλά μηνύματα» και χρησιμοποιούσε την κόρη της για να αντλεί προσοχή και θαυμασμό από το περιβάλλον.
«Πάθαινε διάφορα κάθε φορά που είχα πρεμιέρα, έμπαινε σε μεγάλη ταραχή για να με πάρει πίσω και να μη χαρώ. Μόνο από εκείνη είχα δικαίωμα να παίρνω χαρά. Δυστυχώς το περιβάλλον όλο τη θαύμαζε, ήταν όμορφη, έξυπνη και σαγηνευτική για να καλύπτει πολλά. Εγώ ήρθα ένα παιδί φουλ σε συναίσθημα, με μία γυναίκα που ήταν απολύτως παγωμένη», είπε χαρακτηριστικά η Άριελ Κωνσταντινίδη.
Η εγκυμοσύνη και η ανάγκη για αποκατάσταση
Παρά το βαρύ παρελθόν, η Άριελ Κωνσταντινίδη σήμερα διανύει μια εγκυμοσύνη που ζει συνειδητά και με ηρεμία. Όπως αποκάλυψε, δεν αγχώθηκε αυτή τη φορά, σε αντίθεση με την εγκυμοσύνη των δίδυμων γιων της. Αυτό το παιδί, όπως είπε, είναι για εκείνη μια ευκαιρία να επαναπροσδιορίσει τη μητρότητα, με τον δικό της τρόπο – χωρίς φόβο και χωρίς ενοχές: «Ταλαιπωρήθηκα, όχι από εξωσωματικές, αλλά για να νιώσω ότι είμαι κατάλληλη μαμά», είπε χαρακτηριστικά.
Αναφέρθηκε και στον πατέρα της, που έπασχε από μανιοκατάθλιψη, και στο πώς όλη η οικογένεια ήταν παραδομένη στη δύναμη της μητέρας της, αφήνοντάς τη να ελέγχει τα πάντα. «Το είχαμε συζητήσει, αλλά δεν μπορείς να βγάλεις άκρη με μια τέτοια προσωπικότητα. Η λύση για εμένα ήταν μόνο ότι με τη λοβοτομή θα μπορούσα να επιβιώσω».
Όσον αφορά τη μέρα που η μητέρα της έφυγε από τη ζωή, η Άριελ Κωνσταντινίδη σημείωσε πως: «Ήταν μία ωραία μέρα. Είχαμε αποχαιρετιστεί νωρίτερα, είχε άνοια και η ποιότητα ζωής της δεν ήταν καλή. Από τότε που γέννησα δεν ήθελα πολύ επαφή με τα παιδιά μαζί της, είχε ψευδαισθήσεις, ήταν επικίνδυνη για τον εαυτό της και για τους άλλους. Τη λάτρευα και ήταν σχολείο, έχω αντοχές και όρεξη για τη ζωή, αυτό της το χρωστάω. Από μικρή ένιωθα ότι δεν ανήκω σε κανέναν, ότι είμαι ορφανή».