Ο Αλέν Ντελόν, που πέθανε σε ηλικία 88 ετών την Κυριακή (18.082024), μεσουράνησε για δεκαετίες στον χώρο του κινηματογράφου. Όλα αυτά τα χρόνια κατόρθωσε να συσσωρεύσει σημαντική περιουσία, το ύψος της οποίας ωστόσο παραμένει επτασφράγιστο μυστικό.
Ο Αλέν Ντελόν δεν ήταν μόνο σπουδαίος ηθοποιός του κινηματογράφου, αλλά και οξυδερκής επιχειρηματίας ο οποίος κατάφερε να εκμεταλλευτεί την εικόνα του σταρ.
Εδώ και 15 χρόνια ο ηθοποιός πουλούσε τακτικά σε δημοπρασίες τις συλλογές έργων τέχνης, τα αυτοκίνητα και τα παλιά κρασιά του. «Προτιμώ να αφήσω μετρητά στα παιδιά μου», είχε εξηγήσει ο ίδιος το 2017 στο Γαλλικό Πρακτορείο, λέγοντας ότι «σιχαίνεται τις μεταθανάτιες πωλήσεις».
Πόσα χρήματα αφήνει όμως στα τρία παιδιά του ο Αλέν Ντελόν, ο οποίος είχε πολιτογραφηθεί Ελβετός το 2000;
Τον τελευταίο χρόνο της ζωής του «Δολοφόνου με το αγγελικό πρόσωπο», μαινόταν ο πόλεμος χαρακωμάτων μεταξύ των επίδοξων κληρονόμων που μέσω των δικηγόρων τους προσπαθούσαν να αναλάβουν την ιατρική περίθαλψη του πατέρα τους – μια «μάχη» που πήρε μεγάλη δημοσιότητα. Όμως το ύψος της κληρονομιάς παρέμεινε μυστικό.
Κατά τη διάρκεια της επιτυχημένης καριέρας του ο Ντελόν συγκέντρωσε σημαντική περιουσία, καθώς ήταν επίσης ο παραγωγός σε καμιά τριανταριά ταινίες, όπως στις «Κύριος Κλάιν» και «Μπορσαλίνο». Ο «Γατόπαρδος» ήταν επίσης ένας έξυπνος επιχειρηματίας και, μεταξύ άλλων, είχε ιδρύσει έναν στάβλο με άλογα ιπποδρομιών. Πάνω απ’ όλα, εκμεταλλεύτηκε την ίδια την εικόνα του, προωθώντας τη μάρκα Delon.
Η εταιρεία διανομής ειδών πολυτελείας που δημιούργησε το 1978 ήταν πολύ επιτυχημένη, αφού πουλούσε τσιγάρα, αλκοόλ και αρώματα με το όνομά του, ιδίως στην Ασία. Από το 2009 ο οίκος Dior χρησιμοποιούσε φωτογραφίες του από τη δεκαετία του ’60, από την περίοδο της «Πισίνας», για τις διαφημίσεις του αρώματος Eau Sauvage.
Μυστήριο πάντως παραμένει η ακίνητη περιουσία του, πέρα από το κτήμα του Ντουσί, που του ανήκε εδώ και μισό αιώνα, από την εποχή που ήταν ζευγάρι με την ηθοποιό Μιρέιγ Νταρκ. Διατήρησε μόνο τα βοηθητικά κτίρια ενός παλιού, καμένου πύργου, στη θέση του οποίου έφτιαξε μια λίμνη, στη μέση ενός γιγαντιαίου πάρκου πολλών στρεμμάτων, περιτοιχισμένου από ψηλούς τοίχους.
Όταν πήρε την ελβετική υπηκοότητα είχε στην κατοχή του μια ιδιοκτησία κοντά στη Γενεύη.
Ο Ντελόν ήταν λάτρης της τέχνης και συνέλεγε ορειχάλκινα γλυπτά ζώα του Ρέμπραντ Μπουγκάτι. Είχε επίσης συλλογές κρασιών (Château Latour, Cheval Blanc, Château Lafite…) ρολόγια και πολυτελή αυτοκίνητα. Από το 1960 είχε αρχίσει να αγοράζει πίνακες ζωγραφικής.
Οι πωλήσεις που έγιναν πριν από τον θάνατό του δίνουν μια ιδέα του πλούτου του. Η τελευταία μεγάλη δημοπρασία, πέρυσι το καλοκαίρι στο Παρίσι, του απέφερε περισσότερα από οκτώ εκατομμύρια ευρώ – μαζί με τους φόρους. Μεταξύ των έργων που πουλήθηκαν ήταν ένας πίνακας του Ραούλ Ντουφί (έναντι 1.016.400 ευρώ ακριβώς) και ένα έργο του Ευγένιου Ντελακρουά.
Δεκαπέντε χρόνια νωρίτερα, σε μια από τις πρώτες πωλήσεις των πινάκων του (έργα μεταξύ άλλων των Αλεσίνσκι, Ντιμπιφέ, Χάρτουνγκ…) συγκέντρωσε περίπου 9 εκατομμύρια ευρώ.
Ο Ντελόν ήταν επίσης παθιασμένος συλλέκτης όπλων. Όμως ένα μεγάλο μέρος του οπλοστασίου του, συνολικά 72 όπλα κατηγορίας Α (πυροβόλα και πολεμικό υλικό) και κατηγορίας Β (κυρίως για αθλητική σκοποβολή) και περισσότερα από 3.000 πυρομαχικά, τα οποία φυλούσε στο Ντουσί χωρίς να τα δηλώσει, βρέθηκαν και κατασχέθηκαν από τις αρχές τον περασμένο Φεβρουάριο.