- Ο Π. Ρουμελιώτης σχολιάζει τις οικονομικές εξελίξεις και υπογραμμίζει την βελτίωση στα μακροοικονομικά στοιχεία, αλλά το εισόδημα των Ελλήνων παραμένει 20% κάτω από το 2009.
- Επισημαίνει τη σημασία να διατηρηθεί η καλή πορεία της χώρας και να επενδύσει σε καινοτομία και τεχνολογίες για την αύξηση της παραγωγικότητας.
- Υπογραμμίζει ότι η σύγκλιση με την Ευρώπη είναι δύσκολη λόγω του δημόσιου χρέους και του έλλειμμα επενδύσεων, και ότι η χαμηλή ανάπτυξη επηρεάζει το βιοτικό επίπεδο.
Τις οικονομικές εξελίξεις κλήθηκε να σχολιάσει στο Πρώτο Πρόγραμμα 91,6 και 105,8 και στην εκπομπή «Το GPS της Επικαιρότητας» με τον Θάνο Σιαφάκα, ο Παναγιώτης Ρουμελιώτης, οικονομολόγος, πρώην εκπρόσωπος της Ελλάδας στο ΔΝΤ.
Ως χώρα είμαστε σε καλή πορεία- Πρέπει να τη διαφυλάξουμε ως κόρη οφθαλμού
Το εισόδημα των Ελλήνων βρίσκεται ακόμα περίπου 20% κάτω από ότι ήταν το 2009
Συνομιλώντας λοιπόν, με τον Θάνο Σιαφάκα, στο ραδιόφωνο της ΕΡΤ δήλωσε αρχικά «Η αλήθεια είναι ότι υπάρχει μία βελτίωση στα μακροοικονομικά στοιχεία, ιδιαίτερα σε ότι αφορά τη δημοσιονομική κατάσταση της χώρας. Αδιαμφισβήτητα τα δημοσιονομικά ελλείμματα έχουν περιοριστεί εντυπωσιακά περίπου στο 1% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος. Και έχει δρομολογηθεί μία εξίσου σημαντική μείωση του δημοσίου χρέους. Αλλά ωστόσο το δημόσιο χρέος παραμένει ακόμα σε υψηλά επίπεδα και θα παραμείνει μέχρι και το 2029, με βάση τις τελευταίες προβλέψεις. Αλλά ο Στίγκλιτς εννοούσε ότι το ΑΕΠ μεγεθύνεται με μεγαλύτερους ρυθμούς από ότι ο μέσος όρος στην Ευρωζώνη, ότι οι τράπεζες έχουν εξυγιανθεί. Ωστόσο, βλέπουμε ότι το εισόδημα των Ελλήνων βρίσκεται ακόμα περίπου 20% κάτω από ότι ήταν το 2009 και το βιοτικό επίπεδο επίσης σε χαμηλότερα επίπεδα. Και βεβαίως και ο πληθωρισμός λόγω του ουκρανικού πολέμου και λόγω τώρα της γενικότερης γεωπολιτικής κατάστασης, έχουν επιβαρύνει δυσανάλογα τα μεσαία και τα φτωχά νοικοκυριά».
Και συμπλήρωσε «Επιβάλλεται για τη χώρα να μην επιστρέψουμε σε τέτοιες καταστάσεις, σαν την κρίση του 2009 και του 2010 και είμαστε σε καλή πορεία, όπως σας είπα προηγουμένως, σε ό, τι αφορά τη δημοσιονομική διαχείριση. Αυτό πρέπει να διατηρηθεί οπωσδήποτε σαν κόρη οφθαλμού, γιατί είδαμε τι έχει υποστεί η χώρα μας και τι έχει χάσει τα 15 τελευταία χρόνια με όρους εισοδήματος και βιοτικού επιπέδου. Το δεύτερο που πρέπει να αναζητήσουμε και χαίρομαι που άνοιξε αυτή η συζήτηση στην Ελλάδα πρόσφατα, ότι με ποιους τρόπους μπορεί η Ελλάδα να βελτιώσει το βιοτικό της επίπεδο. Και ο μόνος βασικός τρόπος είναι να κάνουμε αυτά που κάνουν άλλες χώρες. Δηλαδή να επιδιώξουμε να επενδύσουμε σε καινοτομία, να εισάγουμε τεχνολογίες οι οποίες θα αυξήσουν την παραγωγικότητά μας και κατ’ επέκταση και την ανταγωνιστικότητά μας. Πρέπει να επανα βιομηχανοποιηθούμε όπως και ολόκληρη η Ευρώπη. Πρέπει να έχουμε καλύτερη διαχείριση των κοινοτικών πόρων σε τομείς που κρίνονται κρίσιμοι για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας».
Πολύ δύσκολη η σύγκλιση με τους ευρωπαϊκούς ρυθμούς
Έπειτα, κατά τη διάρκεια της συνομιλίας τους, δεν παρέλειψε να υπογραμμίσει το εξής «Σύγκλιση θα προκύψει όταν διατηρήσουμε υψηλούς ρυθμούς μεγέθυνσης του ΑΕΠ μας, έτσι ώστε να βρισκόμαστε συνεχώς πάνω από το μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό φαίνεται να συμβαίνει. Θα συμβεί δηλαδή για τα επόμενα 2 με 3 χρόνια, ωστόσο στη συνέχεια ο ρυθμός αυτός θα περιοριστεί και θα συγκλίνουμε με το χαμηλό ρυθμό μεγέθυνσης του ΑΕΠ στην Ευρωζώνη γύρω στο 1 με 1,4. Η Ευρώπη λοιπόν, δεν πάει καλά και επομένως και εμείς δεν πάμε καλά διότι κύριοι εταίροι μας, εμπορικοί και άλλοι, είναι οι Ευρωπαίοι. Επομένως, η Ευρώπη επειδή δεν πάει καλά και η Ελλάδα δεν πάει καλά. Άρα, αν δείτε τα νούμερα που δημοσιεύθηκαν από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο πριν από μία εβδομάδα, είναι απογοητευτικά για την Ευρωζώνη και ειδικότερα για τη Γερμανία. Δηλαδή μιλάμε για μηδενικούς ρυθμούς ανάπτυξης, μεγέθυνση του ΑΕΠ στη Γερμανία φέτος και μικρούς ρυθμούς ανάπτυξης λιγότερο μεταξύ 1 και μεταξύ 0,5 και 0,7 (…)».
Τέλος, ερωτηθείς για το πότε προβλέπεται να γίνει η σύγκλιση με τη Ευρώπη, ο οικονομολόγος και πρώην εκπρόσωπος της Ελλάδας στο ΔΝΤ, κ. Παναγιώτης Ρουμελιώτης, επισήμανε «Αυτό θα αργήσει διότι υπάρχει το βάρος του δημόσιου χρέους, το οποίο μας περιορίζει στο να επενδύσουμε σημαντικά κεφάλαια, όπως κάνουν άλλες χώρες ή στην ανάπτυξη νέων βιομηχανιών. Δυστυχώς, τουλάχιστον αυτό είναι μια διαπίστωση αρνητική που φρενάρει την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Δεύτερον, έχουμε ένα μεγάλο GAP, ένα μεγάλο έλλειμμα επενδύσεων, το οποίο είχε συσσωρευθεί τα προηγούμενα χρόνια, το οποίο πρέπει να καλυφθεί. Τρίτον, οι άμεσες επενδύσεις που γίνονται γενικά στην Ευρώπη λόγω και της κρίσης έχουν μειωθεί και επομένως αυτό επηρεάζει την Ελλάδα. Επομένως, όσο δεν υπάρχει μεγέθυνση, το να διαθέσεις ένα πλούτο περιορισμένο είναι πρόβλημα και δεν βελτιώνεται το βιοτικό επίπεδο».