- Η Ελλάδα διαθέτει υψηλά ταμειακά διαθέσιμα 35 δισ. ευρώ, που της παρέχουν ευχέρεια χρόνου για τις επόμενες εξόδους στις αγορές.
- Οι δανειακές υποχρεώσεις της είναι περιορισμένες, με λήξεις ομολόγων μόλις 5 δισ. ευρώ έως το 2025, σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες που έχουν ανάγκες εκατοντάδων δισεκατομμυρίων.
- Το χρηματοδοτικό πρόγραμμα προβλέπει δανεισμό 8 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 6 δισ. ευρώ θα προέλθουν από νέες εκδόσεις ομολόγων και 2 δισ. ευρώ από επανεκδόσεις, με στόχο πρόωρες αποπληρωμές χρέους 5 δισ. ευρώ το 2025.
Σε μια συγκυρία που χαρακτηρίζεται από μεγάλη αβεβαιότητα, η Ελλάδα έχει τρία ιδιαίτερα χαρακτηριστικά όσον αφορά στην κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών της χώρας. Πρώτον διαθέτει υψηλά ταμειακά διαθέσιμα της τάξεως των 35 δις. ευρώ που επιτρέπουν άνεση χρόνου όσον αφορά στο πότε θα γίνουν οι επόμενες έξοδοι στις αγορές.
Δεύτερον, περιορισμένες δανειακές υποχρεώσεις καθώς οι λήξεις ομολόγων εντός του 2025 είναι μόλις 5 δις. ευρώ όταν άλλες ευρωπαϊκές χώρες χρειάζεται εκατοντάδες δισεκατομμύρια ευρώ. Και τρίτον, πρωτογενή πλεονάσματα 7 δις ευρώ, ικανά να χρηματοδοτήσουν το μεγαλύτερο μέρος των τόκων εξυπηρέτησης του δημοσίου.
Το χρηματοδοτικό πρόγραμμα της Ελλάδας συζητήθηκε στο σημερινό υπουργικό συμβούλιο. Προβλέπει δανεισμό χαμηλότερο από τον αντίστοιχο περυσινό ο οποίος θα φτάσει στα 8 δις. ευρώ. Τα 6 δις. ευρώ περίπου εκτιμάται ότι θα εξασφαλιστούν από εκδόσεις νέων ομολόγων και τα υπόλοιπα περίπου 2 δις ευρώ από τις επανεκδόσεις υφιστάμενων ομολόγων.
Σημαντικό μέρος του ποσού που θα δανειστεί η Ελλάδα –αυτά τα 8 δις. ευρώ- θα κατευθυνθούν για νέες πρόωρες αποπληρωμές χρέους 5 δις. ευρώ μέσα στο 2025. Αυτές οι δρομολογημένες κινήσεις είναι γνωστές στις αγορές γι’ αυτό και το κόστος δανεισμού της Ελλάδας εν μέσω αβεβαιότητας συνολικά για την Ευρώπη, παραμένει σε χαμηλότερα επίπεδα και από την Ιταλία και από τη Γαλλία.
Ρεπορτάζ: Θάνος Τσίρος