Ο τουρκικός Τύπος αναλύει τις πρόσφατες εξελίξεις σχετικά με τη δημιουργία ευρωπαϊκού ταμείου για την ενίσχυση της άμυνας, επισημαίνοντας ότι οι τουρκικές εταιρείες θα έχουν πρόσβαση σε αυτά τα κονδύλια μόνο εάν υπογραφεί συμφωνία άμυνας με την ΕΕ.
Παρά τις προοπτικές συνεργασίας, οι τουρκικές εταιρείες δεν θα μπορέσουν να επωφεληθούν άμεσα από το ταμείο των 150 δισεκατομμυρίων ευρώ, κυρίως λόγω των επιφυλάξεων που εκφράζουν χώρες όπως η Γαλλία και η Κύπρος.
Η ανάλυση υπογραμμίζει τη σημασία της πολιτικής προσέγγισης μεταξύ Τουρκίας και ΕΕ, καθώς και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Άγκυρα στην επιδίωξή της να ενταχθεί στην ευρωπαϊκή αμυντική αρχιτεκτονική.
Πιο αναλυτικά:
Για καλά και κακά νέα κάνει λόγο ο τουρκικός Τύπος σχολιάζοντας τις ανακοινώσεις της δημιουργίας ευρωπαϊκού ταμείου για την ενίσχυση της άμυνας και της αμυντικής βιομηχανίας. Στα Μέσα Ενημέρωσης αναλύεται πώς η Τουρκία μπορεί να εκμεταλλευτεί τις ευκαιρίες και επί της ουσίας να βάλει χέρι στα ευρωπαϊκά κονδύλια.
Του Χρήστου Μαζανίτη
«Οι τουρκικές εταιρείες θα μπορέσουν να επωφεληθούν από αυτό το ταμείο μόνο εάν η Τουρκία υπογράψει συμφωνία άμυνας και ασφάλειας με την ΕΕ» αναφέρεται στον τουρκικό Τύπο, δίνοντας το στίγμα της πολιτικής που πρόκειται να ακολουθήσει η Τουρκία ώστε να βάλει χέρι στα ευρωπαϊκά κονδύλια για την ενίσχυση των αμυντικών βιομηχανιών.
Με τίτλο «Το νέο αμυντικό σχέδιο της ΕΕ: Καλά και κακά νέα για την Τουρκία» δημοσιεύεται στην τουρκική έκδοση της Deutche Welle ρεπορτάζ του Değer Akal, που υποστηρίζει ότι στην αναδόμηση της αρχιτεκτονικής ασφάλειας της Ευρώπης, η πόρτα δεν είναι εντελώς κλειστή για την Τουρκία.
Τα κακά νέα είναι ότι οι εταιρείες της αμυντικής βιομηχανίας της Τουρκίας, μαζί με τις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο, δεν θα μπορέσουν να επωφεληθούν άμεσα από το νέο αμυντικό ταμείο της ΕΕ ύψους 150 δισεκατομμυρίων ευρώ.
«Οι τουρκικές εταιρείες θα μπορέσουν να επωφεληθούν από αυτό το ταμείο μόνο εάν η Τουρκία υπογράψει συμφωνία άμυνας και ασφάλειας με την ΕΕ. Αυτό θα καταστεί δυνατό μόνο με την εξομάλυνση των σχέσεων μεταξύ της Τουρκίας και των χωρών της ΕΕ και το πράσινο φως που θα δοθεί από τη Γαλλία, η οποία είναι πιθανό να είναι επιφυλακτική ως προς αυτό, καθώς και από τα μέλη της ΕΕ, την Κύπρο και την Ελλάδα, οι οποίες δεν θα είναι τόσο πρόθυμες» επισημαίνεται.
Σε άλλο σημείο δίνεται έμφαση στην επιμονή της Γαλλίας που λέει «Πρώτα η Ευρώπη» και η προτεραιότητα στις εταιρείες των κρατών μελών της ΕΕ φαίνεται να έχει φέρει αποτελέσματα. Ωστόσο, αυτό δεν αποκλείει το ενδεχόμενο να αλλάξει η στρατηγική το προσεχές διάστημα και να ανοίξει η πρόσβαση στο ταμείο αυτό και για τις τουρκικές εταιρείες και γι’ αυτό, υπογραμμίζεται η σημασία της πολιτικής προσέγγισης μεταξύ της ΕΕ και της Τουρκίας.
Στα τουρκικά ΜΜΕ δίδεται ιδιαίτερη σημασία στην αντίδραση του Γερμανού Καγκελάριου Olaf Scholz, ο οποίος συμμετείχε στη Σύνοδο Κορυφής των ηγετών της ΕΕ στις Βρυξέλλες, αντέδρασε στις εξελίξεις σε έναν σκληρό τόνο που δεν είχε ξανακάνει ποτέ μέχρι σήμερα.
Ο Scholz υπενθυμίζοντας ότι τα τελευταία χρόνια είχε καταβάλει μεγάλες προσπάθειες για την περαιτέρω βελτίωση των σχέσεων μεταξύ Ευρώπης και Τουρκίας δήλωσε τα εξής : «Ως εκ τούτου η σύλληψη ενός τόσο σημαντικού πολιτικού της αντιπολίτευσης, του δημάρχου της Κωνσταντινούπολης, είναι ένα πολύ, πολύ κακό σημάδι».
Ο Scholz τόνισε ότι οι εξελίξεις δημιουργούν μια «πολύ ζοφερή» κατάσταση για τη δημοκρατία στην Τουρκία και κυρίως για τις σχέσεις μεταξύ Ευρώπης και Τουρκίας.
Με τίτλο «Η αμυντική συνεργασία ΕΕ – Τουρκίας δεν θα είναι εύκολη!» δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα φιλοκυβερνητικού τηλεοπτικού σταθμού Habertürk άρθρο του Güntay Şimşek, δημοσιογράφου – εξειδικευμένου σε θέματα αεροναυπηγικής και τεχνολογίας, ο οποίος επισημαίνει ότι τις τελευταίες ημέρες, αναφερόταν ότι το Ηνωμένο Βασίλειο και η Τουρκία θα συνεισφέρουν στην αμυντική βιομηχανία της ΕΕ και ότι θα αναπτυχθούν κοινές αμυντικές στρατηγικές και έργα.
«Το γεγονός ότι προτάθηκε κάτι τέτοιο στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή δείχνει ότι υπάρχουν ζητήματα που πρέπει να συζητηθούν οπωσδήποτε και να συμφωνηθούν με το Ηνωμένο Βασίλειο και την Τουρκία. Όπως γίνεται αντιληπτό, στην ατζέντα θα τεθούν ορισμένοι όροι για τη συνεργασία» τονίζει.
Ωστόσο, η ανάλυσή του επιβεβαιώνει και τα δημοσιεύματα του enikos.gr, για το πώς η Τουρκία μπορεί να διεκδικήσει μερίδιο από τα ευρωπαϊκά προγράμματα μέσω των εταιρειών που εξαγόρασε στην Ευρώπη αλλά και τις συμφωνίες που έχει κλείσει, ειδικά το τελευταίο χρονικό διάστημα.
«Δεδομένου ότι το Ηνωμένο Βασίλειο έχει ούτως ή άλλως μεγαλύτερη επιρροή στη Μέση Ανατολή από άλλες ευρωπαϊκές χώρες, αν η προσέγγιση των τελευταίων ετών μεταξύ Τουρκίας και Ηνωμένου Βασιλείου αναλυθεί καλά, μπορεί να υπάρξουν σημαντικά αποτελέσματα και για την ΕΕ. Για παράδειγμα, οι σχέσεις της Τουρκίας με το Ηνωμένο Βασίλειο στον τομέα της αμυντικής βιομηχανίας είναι ισχυρότερες από εκείνες της Γαλλίας και της Γερμανίας, αλλά η συμβολή της στις δραστηριότητες της ΕΕ είναι περιορισμένη. Λόγω του σημαντικού του ρόλου του Ηνωμένου Βασιλείου σε ευρωπαϊκά έργα της αμυντικής βιομηχανίας, το Ηνωμένο Βασίλειο θα βρει σίγουρα τρόπο να αποκτήσει πρόσβαση σε κονδύλια της ΕΕ. Και οι δύο πλευρές θα θέλουν τη συμφωνία. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι μεγάλες βρετανικές αμυντικές εταιρείες, όπως η BAE Systems και η Babcock International, έχουν ισχυρή διασύνδεση με τις αμυντικές βιομηχανίες χωρών της ΕΕ, όπως Ιταλίας και Σουηδίας. Η σχέση της Τουρκίας με την Ιταλία, με επικεφαλής την Baykar, και η στενή συνεργασία της αμυντικής μας βιομηχανίας με την Ισπανία θα μπορούσαν να μας εξασφαλίσουν ευκαιρίες στην ΕΕ. Θα ήταν προς το συμφέρον της Ευρώπης να κάνει μια καλή συμφωνία και μαζί μας. Όμως υπάρχει ο κίνδυνος η πολιτική ατζέντα και εξελίξεις να καθυστερήσουν τη σύναψη τέτοιου είδους συμφωνιών!».
Λόγω αυτής της τελευταίας εξέλιξης στην ΕΕ, το Ηνωμένο Βασίλειο έχει επικεντρωθεί στη Σύνοδο Κορυφής ΕΕ-Ηνωμένου Βασιλείου που θα πραγματοποιηθεί τον Μάιο. Εάν υπάρξει συμφωνία ΕΕ-Ηνωμένου Βασιλείου, θα έχει θετικό αντίκτυπο και για την Τουρκία. Κατά πάσα πιθανότητα, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Τουρκία δε θα αποκλειστούν από το να αναλάβουν ρόλο στην αμυντική βιομηχανία της ΕΕ, αλλά θα ζητηθεί να προσδώσουν μια διάσταση στις σχέσεις τους μέσω συμφωνιών. Επειδή η μη ανάπτυξη συνεργασιών του Ηνωμένου Βασιλείου και της Τουρκίας με εταιρείες διαφόρων κρατών μελών της ΕΕ θα έχει σοβαρό αντίκτυπο και στην Ευρώπη.
Αναφέρει το παράδειγμα της Rolls-Royce, «μια από τις σημαντικότερες εταιρείες στο Ηνωμένο Βασίλειο, πρωτοπόρος στον τομέα της στον κόσμο και με Τούρκο διευθύνοντα σύμβουλο, είναι επίσης πολύ σημαντικός θεσμός για την Ευρώπη. Μέσα στη δομή της, υπάρχει η MTU, η σημαντική εταιρεία παραγωγής ενεργειακών πόρων της Γερμανίας, δηλαδή εταιρεία κατασκευής κινητήρων. Τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας της MTU ανήκουν στη Γερμανία, αλλά η ιδιοκτησία της ανήκει στη βρετανική Rolls-Royce. Η MTU παρέχει υπηρεσίες σε ένα ευρύ φάσμα τομέων, συμπεριλαμβανομένων ελαφρών, μεσαίων και βαρέων τεθωρακισμένων οχημάτων, στρατιωτικών πλοίων και μη στρατιωτικών ναυτικών σκαφών. Η MTU επρόκειτο αρχικά να προμηθεύσει τους κινητήρες για τα τανκς Altay. Όμως οι Γερμανοί δημιούργησαν προβλήματα και δεν τα έδωσαν».
«Σε μια Ευρώπη με τόσο περίπλοκες σχέσεις, είναι απαραίτητο να σχεδιαστεί καλά η αμυντική βιομηχανία.
Δεδομένου ότι η πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που αποκλείει τις εταιρείες του Ηνωμένου Βασιλείου, της Τουρκίας και των ΗΠΑ έγινε υπό την επιρροή της Γαλλίας, ορισμένες χώρες δεν βλέπουν ζεστά αυτή την εξέλιξη. Η Γερμανία, η Ιταλία, η Σουηδία και η Ολλανδία έχουν αντιρρήσεις για αυτήν την εικόνα που αναδύεται στο πλαίσιο της κοινής στρατηγικής για την άμυνα και την ασφάλεια. Η Γαλλία, ωστόσο, συνεχίζει να καταβάλλει προσπάθειες για να περιοριστούν οι αμυντικές δαπάνες μόνο σε εταιρείες της ΕΕ.
Εν τέλει, προκειμένου να τεθεί σε ισχύ, η πρόταση που βρίσκεται ενώπιον της Επιτροπής πρέπει να εγκριθεί από την πλειοψηφία των χωρών της ΕΕ. Μέχρι τον Μάιο υπάρχει ακόμη χρόνος.
Σε μια εποχή που η αμυντική βιομηχανία της Τουρκίας βρίσκεται σε άνοδο, τα νέα για εντατική συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Ένωση είχαν ευχάριστο αντίκτυπο. Ήρθε καλά. Ας δούμε πως θα προχωρήσουν οι εξελίξεις».
Τέλος, η Daily Sabah, δημοσιεύει άρθρο ανάλυσης Τ/ακαδημαϊκού και Διευθυντή Ερευνών περί Εξωτερικής Πολιτικής στη φιλοκυβερνητική δεξαμενή σκέψης SETA Murat Yeşiltaş, ο οποίος αναφέρεται στη «Μόνιμη Διαρθρωμένη Συνεργασία (PESCO) στον τομέα της ασφάλειας και της αμυντικής πολιτικής, η οποία ανακοινώθηκε το 2017 και η οποία φαίνεται να είναι ζωτικής σημασίας για την ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφαλείας, προσφέρει ομοίως ένα πλαίσιο που αποκλείει την Τουρκία».
Και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «αν και η Άγκυρα θα ήθελε να είναι ένα πλήρες μέρος της ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής ασφάλειας και άμυνας, εξακολουθούν να υπάρχουν ορισμένοι περιορισμοί που το καθιστούν προβληματικό. Η πιθανότητα μιας νέας διαδικασίας με άξονα την Ευρωπαϊκή Ένωση θα μπορούσε να διευκολύνει την ενσωμάτωση της Τουρκίας. Ωστόσο, μπορεί να μην είναι ρεαλιστικό να περιμένουμε πρόοδο σε αυτό το σημείο. Μια άλλη εναλλακτική λύση είναι η ένταξη της Τουρκίας στην PESCO, όπως εντάχθηκε το Ηνωμένο Βασίλειο στην PESCO το 2021, γεγονός που θα μπορούσε να διευκολύνει την ενσωμάτωση της Τουρκίας».