- Η πολιτική ένταση στην Ελλάδα κλιμακώνεται ενόψει της ψήφισης του προϋπολογισμού 2025, με τις κυβερνητικές και αντιπολιτευτικές δυνάμεις να διαφωνούν για την ακρίβεια και τις προτάσεις μείωσης του ΦΠΑ.
- Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης ανέφερε ότι οι μειώσεις φόρων πρέπει να είναι βιώσιμες και ότι η μείωση του ΦΠΑ θα έχει σημαντικό κόστος για τον κρατικό προϋπολογισμό.
- Οι αντιπολιτευτικές δυνάμεις, όπως το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ, κατηγορούν την κυβέρνηση για υποκρισία και φοροεπιδρομή, ενώ το ΚΚΕ θεωρεί τις προτάσεις μείωσης του ΦΠΑ ως πολιτική τακτική χωρίς ουσιαστική ανταπόκριση στις ανάγκες των πολιτών.
Η πολιτική σκηνή στην Ελλάδα βρίσκεται σε έντονη πόλωση ενόψει της συζήτησης και ψήφισης του προϋπολογισμού για το 2025 στη Βουλή, στις 15 Δεκεμβρίου, με την κυβέρνηση και την αξιωματική αντιπολίτευση να εκτοξεύουν εκατέρωθεν πυρά για την ακρίβεια και τις προτάσεις για μείωση του ΦΠΑ.
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Παύλος Μαρινάκης, απάντησε στις προτάσεις του Νίκου Ανδρουλάκη, προέδρου του ΠΑΣΟΚ, για μειώσεις των φόρων, επισημαίνοντας ότι η κυβέρνηση καταβάλλει προσπάθειες να μειώσει το κόστος ζωής μέσω αύξησης των εισοδημάτων και μειώσεων φόρων, αλλά πάντα με γνώμονα την αντοχή του κρατικού προϋπολογισμού. Όπως τόνισε χαρακτηριστικά, «η αντιμετώπιση του αυξημένου κόστους ζωής γίνεται με αύξηση εισοδημάτων, μειώσεις φόρων, εχθρός του καλού είναι το καλύτερο, κάνουμε αυτές που μπορεί να αντέξει το ταμείο του κράτους». Αναφερόμενος στη θέση του Ανδρουλάκη για τη μείωση του ΦΠΑ, ο Μαρινάκης υποστήριξε ότι η μείωση της κάθε μονάδας του ΦΠΑ κοστίζει περίπου 1 δισεκατομμύριο ευρώ, προσθέτοντας ότι «δεν διαφωνεί κανείς ότι πρέπει να μειωθούν», αλλά τα λεφτά δεν φυτρώνουν από πουθενά, καταγγέλλοντας την πολιτική «ανέξοδων υποσχέσεων» που υποθήκευσε τις επόμενες γενιές.
Αντιθέτως, ο Νίκος Ανδρουλάκης επανήλθε με τη δική του προσέγγιση, υποστηρίζοντας τη σημασία ενός ανοικτού, δημοκρατικού διαλόγου για την επίλυση των κρίσιμων ζητημάτων της χώρας. «Οι αναγκαίες συναινέσεις για να πάει η χώρα μας μπροστά προϋποθέτουν έναν διάλογο ανοικτό, δημοκρατικό. Διάλογο που οδηγεί σε αυτές τις συναινέσεις. Και όχι αλαζονικά μαθήματα από τη θέση του καθενός, χωρίς να κοιτά τα ευρύτερα ζητήματα», δήλωσε ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ. Τόνισε ότι η κυβέρνηση απέτυχε να ανοίξει έναν τέτοιο διάλογο, γι’ αυτό και το ΠΑΣΟΚ ανέλαβε πρωτοβουλία για την οργάνωσή του.
Η Νέα Δημοκρατία, από την πλευρά της, αντέτεινε ότι το ΠΑΣΟΚ επιδεικνύει υποκρισία, κατηγορώντας το κόμμα του Ανδρουλάκη για διπλωματία λόγων και πράξεων. Σύμφωνα με ανακοίνωση του κυβερνώντος κόμματος, «το ΠΑΣΟΚ του Ανδρουλάκη στα λόγια ζητάει μείωση των φόρων, αλλά το ΠΑΣΟΚ στην πράξη (όπως στον Δήμο Αθηναίων με τον Χάρη Δούκα) αυξάνει τα δημοτικά τέλη για μικρομεσαίες επιχειρήσεις και καταστήματα». Η Νέα Δημοκρατία υποστηρίζει ότι το ΠΑΣΟΚ εκφράζει αντιφάσεις μεταξύ λόγων και πράξεων.
Η κριτική δεν περιορίζεται μόνο στο κυβερνών κόμμα και το ΠΑΣΟΚ, καθώς η ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ κατηγορεί την κυβέρνηση για «φοροεπιδρομή» που επιβαρύνει τα μεσαία και χαμηλά νοικοκυριά. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, σύμφωνα με το Γραφείο Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ, αυξάνει τα κρατικά έσοδα μέσω φορολογικών επιβαρύνσεων, τη στιγμή που η αγοραστική δύναμη των Ελλήνων είναι από τις χαμηλότερες στην Ευρώπη.
Από την πλευρά του, το ΚΚΕ με ανακοίνωσή του υπογραμμίζει ότι η πολιτική αντιπαράθεση γύρω από το ΦΠΑ αποδεικνύει το παιχνίδι που παίζεται μεταξύ μιας αντιλαϊκής κυβέρνησης και μιας «βολικής», άσφαιρης αντιπολίτευσης. Οι εκπρόσωποι του ΚΚΕ θεωρούν ότι οι προτάσεις για μείωση του ΦΠΑ δεν είναι παρά μια πολιτική τακτική που δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες των πολιτών.
Αναμένονται νέες εξελίξεις καθώς η πολιτική αντιπαράθεση κλιμακώνεται, με την τελική ψηφοφορία του προϋπολογισμού του 2025 να αναμένεται να αναδείξει τις διαχωριστικές γραμμές μεταξύ των πολιτικών αρχηγών και των κομμάτων.
Ρεπορτάζ: Γεωργία Σκιτζή