Από τη μικρού μήκους ταινία “Μίλα”, την είδαμε στη μεγάλου μήκους “Άκουσε με” και από το σύντομο πέρασμα της στο “Pari” θα τη δούμε φέτος στη νέα ταινία της Πένυς Παναγιωτοπούλου “Wishbone”. H Ευθαλία Παπακώστα βρέθηκε στο Φεστιβάλ Κύματα της Κεφαλονιάς, όχι με αφορμή κάποια από τις παραπάνω ταινίες της αλλά με άλλη ιδιότητα, αυτή του μέλους κριτικής επιτροπής.
Δείτε το τρέιλερ:
“Ως μέλος κριτικής επιτροπής, με έχουν καλέσει άλλη μια φορά στο Φεστιβάλ Λάρισας, το βρίσκω πολύ τιμητικό γιατί κάπως και εγώ έχω κάνει κάποια βήματα, αλλά είμαι λίγο, έτσι το νιώθω, λίγο στην αρχή και ότι δίνουνε αυτό το χώρο, να μπορέσω εγώ να φέρω τις επιλογές μου στο τραπέζι δηλαδή και ως γυναίκα και ως λίγο νεότερη το βρίσκω πάρα πολύ όμορφο και χαίρομαι και περνάμε πολύ ωραία”.
Παράλληλα όμως με αυτή την ιδιότητα κλήθηκε να συντονίσει ένα masterclass που συνέδεε την τέχνη της υποκριτικής με το βίωμα. Κάθε βίωμα από τους εκ διαμέτρου αντίθετους μεταξύ τους ρόλους, είναι εκεί για να τροφοδοτήσει αυτή τη συζήτηση.
“Το σκέφτομαι συνέχεια και έντονα. Το αφήνω μετά για λίγο. Την ώρα εκείνη θα δω πως θα προκύψει αλλά η προετοιμασία είναι εκεί γιατί αναγκάζεσαι να το σκέφτεσαι και λίγο αγχώνεσαι και λίγο αλλάζεις γνώμη και λίγο θες να περάσεις κάποιο μήνυμα, όλα αυτά, οπότε δουλεύεται από μέσα και έχω κάποιες ιδέες και θα γίνει και μαζί με το κοινό να δω ποια είναι η χημεία να δούμε πως θα πάει ακριβώς”.
Πώς αισθάνθηκες και τί περίμενες από τις ταινίες που παρακολούθησες και στη συνέχεια συζήτησες με τα υπόλοιπα μέλη της επιτροπής, στη διαδικασία αυτή;
“Όταν σε καλούν σε ένα φεστιβάλ, νομίζω πως πας να δεις μια ταινία πάντα έχεις ένα ένστικτο, τι θα δεις, συνήθως πέφτεις και μέσα. Κάποιες φορές έρχονται ανατροπές, αλλά το ένστικτο μου όταν άρχισα λίγο να ακούω και να διαβάζω για το φεστιβάλ είναι ότι πρόκειται για ένα φεστιβάλ που ανθίζει και παίρνω κάτι πολύ θετικό από αυτό. Δεν είμαι σίγουρη από πού προέρχεται. Μάλλον από τους ανθρώπους και τις επιλογές, αλλά υπάρχει “ένα κλίμα”. Το κατάλαβα και σήμερα με το που έφτασα. Κάτι πολύ θετικό και πολύ ζωντανό έζησα. […] στη Κεφαλονιά που ίσως δεν υπάρχει αυτή η κουλτούρα τόσο πολύ [σ.σ. καθώς, με εξαίρεση τον μοναδικό κινηματογράφο που υπάρχει στο νησί, το φεστιβάλ είναι ο μόνος φορέας προβολής ταινιών που δύσκολα φτάνουν στη νησιωτική Ελλάδα], δεν έχει αναπτυχθεί η επαφή μέσα από τα μαστερ κλας και για αυτό είναι λίγο πιο αγνό το κοινό. Νομίζω είναι τέλειος συνδυασμός”.
Επιλέγει ρόλους και με χρονική απόσταση μεταξύ τους, και θεματικά διαφορετικούς. Αυτό της προσφέρει τη δυνατότητα ουσιαστικής μεταμόρφωσης.
“Έχει ενδιαφέρον το ότι λέτε πως οι ρόλοι που διαλέγω ίσως έχουν απόσταση μεταξύ τους. Ένας λόγος θα ήταν να μη γίνει ταύτιση, αλλά δεν γίνεται πολύ συνειδητά αυτό. Συνήθως αυτό συμβαίνει όταν δημιουργείται μια χημεία με τον σκηνοθέτη. Τότε νιώθω ότι τα πράγματα θα είναι. Αισθάνομαι αν θα υπάρχει ασφάλεια […] έμπνευση και βάθος… και μετά μπαίνω. Για αυτό ίσως τυχαίνει να έχουν χρονική απόσταση μεταξύ τους. Δεν το έχω προσέξει συνειδητά δηλαδή αν ισχύει, αλλά έτσι θα είναι. Επίσης όταν υπάρχει διάστημα χρονικό ανάμεσα στο ένα πράγμα απ’ το άλλο, […] και εμείς κάπως αλλάζουμε σαν ηθοποιοί. Νομίζω ότι φέρνεις αναγκαστικά άλλα στοιχεία. […] και σε αυτό βοηθάνε οι αποστάσεις. Ως καλλιτέχνης, ανυπομονώ να κάνω κάτι σε ένα χρόνο και να είχα ένα χρόνο κενό για να δω τι θα φέρει η αλλαγή”.
Φέτος θα τη δούμε στον δεύτερο κύκλο της επιτυχημένης σειράς της ΕΡΤ “Η Παραλία”.
“Τώρα θα μπω στο cast της “παραλίας”. Έχω μικρή εμπειρία στην τηλεόραση από μια-δύο παραγωγές. Δεν θέλω να αδικήσω κανέναν, αλλά η εμπειρία που έχω στην “παραλία” είναι ότι πιο κοντά σε κινηματογραφική εμπειρία έχω από άλλες τηλεοπτικές παραγωγές. Με το που πατάς το πόδι σου, τα άτομα γύρω και ο χώρος που δημιουργείται για να με αφήσουν να παίξω… είναι απίστευτο. Μου αρέσει πάρα πολύ. Χαίρομαι πάρα πολύ. Όντως! Δεν το λέω έτσι. Ξεκινήσαμε με τον ρόλο να είναι ένας πιο καταλυτικός χαρακτήρας επειδή βρήκα τόσο υλικό και έχω χαρεί τόσο πολύ καθώς την έχουμε μεγαλώσει τώρα. Είμαι η πιο αλέγκρα γυναίκα που έχω παίξει και περνάω πάρα πολύ καλά με αυτό το ρόλο. Ανυπομονώ δηλαδή να τη μοιραστώ με το κοινό”.
Για να δείτε την σειρά, πατήστε εδώ.
Σχετικά με τα γούστα της στον κινηματογράφο, διαλέγει δύο Έλληνες σκηνοθέτες που θαυμάζει τη δουλειά τους, ο ένας εντός συνόρων και ο άλλος με φτερά στο εξωτερικό.
“Δεν ξέρω αν θα πρωτοτυπήσω, αλλά νομίζω ότι για μένα η γλώσσα που έχει ανακαλύψει ο Γιάννης Οικονομίδης είναι εξαίρετη. Δεν βρίσκω κάτι άλλο, που να είναι τόσο καινούργιο. Είναι τόσο δικό του. Γενικά εκτιμώ πάρα πολύ τους σκηνοθέτες που φέρνουνε κάτι πολύ αυθεντικό. Μάλλον μοιράζονται το πώς βλέπουν τον κόσμο και αυτό νομίζω είναι όλος ο στόχος όταν βλέπω μια ταινία. Να δω πώς ο σκηνοθέτης βλέπεις τον κόσμο μέσα από τη δουλειά του. Ο Οικονομίδης, είναι λίγο διαφορετικός από αυτά που κάνω ή διαλέγω να “κινούμαι προς αυτό”. Το έχει καταφέρει με φοβερή επιτυχία. […] Βγάζει όλο τον θυμό και την οργή και την επιθετικότητα, σχεδόν τραγουδιστά, δηλαδή προσφέρει μια μελωδία για τα αυτιά μας, αρκεί να μπορέσουμε να την αντέξουμε. Νομίζω στην καθημερινότητα δεν την αντέχουν αυτή τη “μελωδία” πάρα πολύ. Δεν ξέρω ποιος είναι ο τρόπος για να την αντέξεις. Η αλήθεια είναι και εγώ είμαι πολύ ευαίσθητη στην επιθετικότητα ή στην αγένεια ή σε αιχμηρές παρουσίες. Σχεδόν παραλύω. Θα ήθελα να είχα άλλα μέσα και να μπορώ να αντεπιτίθομαι σε αυτό, βέβαια η ειρηνική αντίδραση ίσως δεν είναι πολύ λανθασμένη, αλλά αυτό παρατηρώ. Με στεναχωρεί αρκετά. Μπορεί σε ένα κλάσμα δευτερολέπτου να φανεί στην καθημερινότητά μας. Είναι πάρα πολύ σύνηθες και πολύ συχνό. Θα ήθελα να ήταν λίγο λιγότερο. Θα ήθελα να ήμασταν λίγο πιο ευγενικοί, να ήμαστε λίγο πιο φιλικοί, να ήμασταν λίγο πιο δοτικοί. […] Είμαι [επίσης] φαν από την αρχή [του Γιώργου Λάνθιμου] και όταν είδα το “Poor Things” για μένα ήταν αριστούργημα. Kάθε σκηνή και κάθε επιλογή ακόμα και η υποκριτική θεωρώ ότι είναι κάτι καινούριο, φέρνει άλλο στυλ που εγώ δεν το έχω ξαναδεί. Το λάτρεψα”.