«Πρόκειται για την αποθέωση του Χορού», έγραφε ο Ρίχαρντ Βάγκνερ για την Έβδομη Συμφωνία του Λούντβιχ βαν Μπετόβεν. Το έργο που αναπαριστά έναν θρίαμβο της ανθρώπινης ύπαρξης, μια οικουμενική κατάφαση της ζωής. Στις 25 Οκτωβρίου, η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών ταξιδεύει στη Βέροια ερμηνεύοντας στον Χώρο Τεχνών του Δήμου, την ολύμπια Έβδομη Συμφωνία. Στο πρόγραμμα, ακόμη, η Συμφωνία κοντσερτάντε για βιολί, τσέλο, όμποε και φαγκότο του Γιόζεφ Χάυντν. Ένα έργο που γράφτηκε κατά τη διάρκεια της πρώτης επίσκεψης του στο Λονδίνο υφαίνοντας έναν συναρπαστικό διάλογο μεταξύ των τεσσάρων οργάνων. Σολίστ, τέσσερις Κορυφαίοι μουσικοί της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών. Η Εξάρχουσα Κατερίνα Χατζηνικολάου, ο βιολοντσελίστας Τιμόθεος Γαβριηλίδης-Πέτριν, ο ομποΐστας Γιάννης Οικονόμου και ο φαγκοτίστας Αλέξανδρος Οικονόμου. Η βραδιά ανοίγει με την Εισαγωγή από την όπερα «Ντον Τζοβάννι» του Βόλφγκανγκ Αμαντέους Μότσαρτ, μια σύνθεση που εκφράζει την περιπετειώδη ζωή του κεντρικού ήρωα και προϊδεάζει για το τραγικό τέλος του. Στο πόντιουμ, ο Βλαδίμηρος Συμεωνίδης.
Διοργάνωση του Δήμου Βεροίας και της Κοινωφελούς Επιχείρησης Πολλαπλής Ανάπτυξης του Δήμου Βεροίας στο πλαίσιο των εορταστικών εκδηλώσεων για την επέτειο της Απελευθέρωσης της πόλης, «Ελευθέρια 2024».
Το πρόγραμμα με μια ματιά
ΒΟΛΦΓΚΑΝΓΚ ΑΜΑΝΤΕΟΥΣ ΜΟΤΣΑΡΤ (1756–1791)
Εισαγωγή από την όπερα «Ντον Τζοβάννι», K. 527
ΓΙΟΖΕΦ ΧΑΫΝΤΝ (1732 – 1809)
Συμφωνία κοντσερτάντε για βιολί, τσέλο, όμποε και φαγκότο, σε σι ύφεση μείζονα (Hob. I/105)
ΛΟΥΝΤΒΙΧ ΒΑΝ ΜΠΕΤΟΒΕΝ (1770–1827)
Συμφωνία αρ. 7 σε λα μείζονα, έργο 92
Σολίστ
- Κατερίνα Χατζηνικολάου, βιολί
- Τιμόθεος Γαβριηλίδης-Πέτριν, βιολοντσέλο
- Γιάννης Οικονόμου, όμποε
- Αλέξανδρος Οικονόμου, φαγκότο
Μουσική Διέυθνυση
Βλαδίμηρος Συμεωνίδης
Πληροφορίες Εισιτηρίων
Είσοδος ελεύθερη με προκράτηση θέσης από την Γραμματεία της Κοινωφελούς Επιχείρησης Πολλαπλής Ανάπτυξης του Δήμου Βεροίας, τηλέφωνο 23310 78100
ΒΟΛΦΓΚΑΝΓΚ ΑΜΑΝΤΕΟΥΣ ΜΟΤΣΑΡΤ (1756 – 1791)
Εισαγωγή από την όπερα «Ντον Τζοβάννι», K. 527
Η επιτυχία που γνώρισε η όπερα Οι γάμοι του Φίγκαρο στην Πράγα (1786), είχε σαν φυσικό επακόλουθο την παραγγελία μίας νέας όπερας στον Μότσαρτ από το Εθνικό Θέατρο της πόλης. Ο Μότσαρτ συνεργάστηκε με τον Ιταλό λιμπρετίστα Λορέντσο ντα Πόντε (ο οποίος είχε υπογράψει και το λιμπρέτο των Γάμων του Φίγκαρο) συνθέτοντας το 1787 την όπερα Ντον Τζοβάννι, βασισμένη στη θρυλική μορφή του ακόλαστου γόη, Δον Ζουάν. Η όπερα αφηγείται μερικές από τις ερωτικές περιπέτειές του· όταν η Ντόνα Άννα τίθεται στο στόχαστρό της επιθυμίας του, ο πατέρας της και Διοικητής της Σεβίλλης, παρεμβαίνει και μονομαχώντας με τον Ντον Τζοβάννι σκοτώνεται. Στο τέλος της όπερας, το άγαλμα του νεκρού εμφανίζεται μπροστά στον ήρωα της όπερας και αναγγέλλει την τιμωρία του: η Γη ανοίγει και εκείνος τυλίγεται στις φλόγες της Κόλασης.
Η θριαμβευτική πρεμιέρα της όπερας δόθηκε στην Πράγα στις 29 Οκτωβρίου 1787 υπό τη διεύθυνση του συνθέτη. Η εισαγωγή της, σύμφωνα με τη συνήθη πρακτική, γράφτηκε τελευταία, λίγο πριν τη γενική δοκιμή. Η αργή αρχική ενότητα της Εισαγωγής αποτελεί προοίμιο του τραγικού τέλους του ήρωα (η ίδια μουσική επανεμφανίζεται προς το τέλος του έργου). Οι ηχηρές συγχορδίες της ρε ελάσσονας, λειτουργούν καθηλωτικά, ερχόμενες σε αντίθεση με τον ακόλουθο αργό βηματισμό των εγχόρδων ή με τις αγωνιώδεις κλίμακες σε βιολιά και φλάουτα. Η υπόλοιπη Εισαγωγή εκτυλίσσεται ως ένα λαμπερό συμφωνικό Allegro σε φόρμα σονάτας. Παρόλου που η γραφή παραμένει μέχρι τέλους σπινθηροβόλα, εκφράζοντας την περιπετειώδη ζωή του κεντρικού ήρωα, η έντασή της έχει σαφώς και μία εσωτερική διάσταση αγωνίας, που αποτυπώνεται προφανέστερα στην περιεκτικότατη ενότητα επεξεργασίας του θεματικού υλικού.
ΛΟΥΝΤΒΙΧ ΒΑΝ ΜΠΕΤΟΒΕΝ (1770 – 1827)
Συμφωνία αρ.7 σε λα μείζονα, έργο 92
- Poco sostenuto – Vivace
- Allegretto
- Presto – Assai meno presto
- Allegro con brio
Τα πρώτα σχέδιά της Εβδόμης Συμφωνίας ανάγονται στο φθινόπωρο του 1811 κατά την παραμονή του συνθέτη στο Τέπλιτσε, κοντά στην Πράγα. Αργότερα μέσα στη χρονιά, ο Μπετόβεν επέστρεψε στη Βιέννη και συνέχισε την εργασία πάνω στο νέο έργο, που ολοκληρώθηκε τον Μάιο του 1812. Η πρώτη εκτέλεση της Έβδομης δόθηκε στη Βιέννη στο πλαίσιο μίας επιτυχημένης συναυλίες του Μπετόβεν, στις 8 Δεκεμβρίου 1813, που δόθηκε για την οικονομική στήριξη των τραυματιών της μάχης του Χάναου.
Το πρώτο μέρος ξεκινά με μία εκτενέστατη αργή εισαγωγή, σχεδόν ένα μέρος αφ’ εαυτής. Με προοδευτική ελάφρυνση της ορχηστρικής γραφής εισάγεται το κυρίως γρήγορο μέρος. Το φλάουτο εκθέτει το πρώτο θέμα, που στην πορεία εκτίθεται και από άλλες οικογένειες οργάνων, ενώ το δεύτερο θέμα προκύπτει από το ίδιο θεματικό υλικό. Το δεύτερο μέρος σε λα ελάσσονα φέρει την ένδειξη Allegretto, αντί μίας κλασικά αργής ρυθμικής ένδειξης, επιλογή πρωτότυπη και πολυσήμαντη όσον αφορά στην πρακτική υλοποίησή της. Υπό ένα αφοπλιστικά απλό ρυθμικό σχήμα η μουσική ακροβατεί ανάμεσα σε ένα πένθιμο εμβατήριο και σε ένα μεγαλοπρεπές χορικό, συσσωρεύοντας αλλά και εκλύοντας σε συγκεκριμένες κορυφώσεις τεράστιες ποσότητες συναισθηματικής έντασης. Το τρίτο μέρος αποτελείται από ένα ζωηρό σκέρτσο και ένα πιο αργό αλλά μεγαλοπρεπές τρίο, που εκτίθενται δύο φορές. Μετά και από μία τελική εμφάνιση του σκέρτσου, ο Μπετόβεν επανεισάγει την αρχή του τρίο αλλά μετά από τέσσερα μόλις μέτρα δίνει ένα αιφνίδιο τέλος στην αρχική τονικότητα. Η χορευτική διάθεση φτάνει στο απόγειό της με το τέταρτο και τελευταίο μέρος σε φόρμα σονάτας, γεμάτο ενέργεια και λάμψη. Θέλοντας πιθανόν να αντισταθμίσει τη μεγάλη αργή εισαγωγή του πρώτου μέρους, ο Μπετόβεν κλείνει τη Συμφωνία με μία ανάλογα μεγάλη coda, που λειτουργεί ως δεύτερη επεξεργασία του θεματικού υλικού και αποτελεί ένα εκστατικό φινάλε.
Ο Ρίχαρντ Βάγκνερ συνοψίζει το μεγαλείο της Εβδόμης μέσα από ένα ρομαντικό, ποιητικό πρίσμα, πλην ουσιαστικότατο: «Όλη η ανησυχία, όλος ο πόθος και η καταιγίδα της ψυχής γίνονται εδώ μία γεμάτη δριμύτητα χαρά, η οποία μας ταξιδεύει με τη βακχική της δύναμη μέσα από έναν ευρύ χώρο φύσης, μέσα από όλα τα ρεύματα και τα κύματα της ζωής… Η Συμφωνία είναι η Αποθέωση του Χορού: είναι Χορός με την υψηλότατη έννοια, η πιο υψηλή πράξη ανθρώπινης κίνησης, ενσωματωμένη σε μία ιδεώδη ηχητική δομή». Η χορευτική διάσταση της Έβδομης ανήκει πράγματι σε ένα πνευματικό, υπαρξιακό επίπεδο, όπου ο θρίαμβος της ανθρώπινης ύπαρξης, μία μεταφυσική και οικουμενική κατάφαση της ζωής εκφράζονται και βιώνονται μέσα από τη διαρκή συσσώρευση ρυθμικής ενέργειας.»