«500 συνταγές για επισκέψεις σε τρία μουσεία στο Βοτανικό κήπο της πόλης Νεσατέλ»
Στην πόλη Νεσατέλ, της δυτικής Ελβετίας, γιατροί συνταγογραφούν επισκέψεις σε μουσεία, περιπάτους σε δημόσιους κήπους και αίθουσες τέχνης, ώστε να βοηθηθούν οι κάτοικοι που αντιμετωπίζουν προβλήματα αλλά και να προωθηθεί η σωματική δραστηριότητα.
Ποιες είναι λοιπόν, εκείνες οι «μαγικές» θεραπευτικές ιδιότητες της τέχνης που την κάνουν αποτελεσματική; Ή μήπως η τέχνη αποτελεί μια πλάνη που μας εμποδίζει να αντιμετωπίσουμε τις δυσκολίες της καθημερινότητας;
Στα παραπάνω ερωτήματα αλλά και σε πολλά ακόμα ερωτήματα κλήθηκε να απαντήσει ο Δρ. Νικόλαος Χαραλάμπους, Έλληνας ιατρός, ειδικευμένος στην ψυχιατρική και ψυχοθεραπεία ενηλίκων και ηλικιωμένων στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο της Γενεύης στην Ελβετία, μιλώντας στο ertnews.gr και στη δημοσιογράφο Νικόλ Παπαδοπούλου.
Άλλωστε όπως χαρακτηριστικά υπογραμμίζει ο ίδιος «(…) Η ενασχόληση με την τέχνη συχνά μας εμπνέει: επιτρέπει αυτό το αίσθημα ψυχικής ανατάσεως και την ανάδυση ενός βαθύτερου νοήματος, που συμβαίνει όταν έρχεται σε διαλεκτική επικοινωνία το ατομικό με το συλλογικό, το εσωτερικό με το εξωτερικό (…)».
Ακολουθεί η συνέντευξη:
Στην πόλη Νεσατέλ της δυτικής Ελβετίας, Ελβετοί γιατροί συνταγογραφούν επισκέψεις σε μουσεία, περιπάτους σε δημόσιους κήπους και αίθουσες τέχνης για λόγους ψυχικής υγείας. Πώς βλέπετε τη συγκεκριμένη πρωτοβουλία; Γνωρίζετε μήπως, ποια ήταν η αφορμή που υλοποιήθηκε; Και αν ναι, ποιοι συνέβαλαν στην πραγματοποίησή της;
Καταρχήν σας ευχαριστώ θερμά για την πρόσκληση.
Εξ΄ όσων γνωρίζω, πρόκειται για μια πρωτοβουλία που ξεκίνησε στο Μοντρεάλ του Καναδά το 2018 από το Musée des beaux-arts. Από το 2019 εφαρμόζεται στη Γενεύη και πρόσφατα σε άλλες πόλεις της Ελβετίας. Σκοπός της είναι η αποφυγή της καθιστικής ζωής, η αντιμετώπιση της κοινωνικής αποξένωσης, η πρόληψη των ψυχικών νόσων που συνδέονται με το γήρας και η υποστήριξη της θεραπείας χρονίων νόσων. Τα πλεονεκτήματα της στη σωματική και ψυχική υγεία αναγνωρίζονται από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (link:https://www.who.int/europe/publications/i/item/9789289054553 ) Πιο συγκεκριμένα, η ακόλουθη έρευνα στο Οντάριο του Καναδά έδειξε σημαντική βελτίωση σε πολλούς δείκτες της δημόσιας υγείας. (Link:https://cdn.ymaws.com/aohc.site-ym.com/resource/group/e0802d2e-298a-4d86-8af5-21156f9c057f/rxcommunity_final_report_fr_.pdf).
Κάθε τέτοια επίσκεψη στο μουσείο είναι οργανωμένη. Προηγείται ένα café culturel που προετοιμάζει τους συμμετέχοντες και ακολουθεί ένα atelier–workshop. Θεωρώ πως η αφορμή για τέτοιου είδους πρωτοβουλίες πηγάζει από την ανάγκη όλου του συστήματος υγείας (ασθενείς, ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό, ασφάλειες υγείας) για εμπλουτισμό των παραδοσιακών μοντέλων θεραπείας με νέες εναλλακτικές προσεγγίσεις. Η πρωτοβουλία υποστηρίζεται και από τις τοπικές κοινωνίες, καθώς απαιτεί συνεργασία των Δήμων με τις υπηρεσίες Υγείας και Πολιτισμού. Επίσης, κατά τη γνώμη μου, ο λόγος για τον οποίο δεν προτείνεται απλώς αλλά συνταγογραφείται ιατρικώς, είναι για να τονιστεί συμβολικά η σημασία της.
Πρόκειται για μια ιδέα που αφορά μόνο ανθρώπους που αντιμετωπίζουν χρόνιες ασθένειες και ψυχικά νοσήματα ή αποτελεί ένα εγχείρημα ανοιχτό σ΄ όλο τον κόσμο (και σε άλλους τομείς);
Όχι, δεν περιορίζεται στον τομέα της ψυχικής υγείας. Χαρακτηριστικά, στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο της Γενεύης ξεκίνησε από το τμήμα καρδιολογίας. Στη Neuchâtel, ορισμένοι χειρουργοί το περιλαμβάνουν στην προ και μετεγχειρητική παρακολούθηση, όπως τη φυσιοθεραπεία. Το προτείνουν επίσης άλλες ειδικότητες όπως η ογκολογία, η διαβητολογία και η φυσική ιατρική και αποκατάσταση, γεγονός που δηλώνει την ανάγκη ολιστικής προσέγγισης του ασθενούς. Όσον αφορά τη Γενεύη, στο πρόγραμμα αυτό συνεργάζονται το Μουσείο Εθνογραφίας (Musée d’ethnographie de Genève (MEG), το Μουσείο Τέχνης και Ιστορίας (Musée d’art et d’histoire (MAH) και το Μουσείο Αriana.
Σύμφωνα με την Πατρισιά Λεμάν, μια γιατρό της Νεσατέλ που συμμετέχει στο πρόγραμμα, «Για ανθρώπους που κάποιες φορές αντιμετωπίζουν δυσκολίες με την ψυχική τους υγεία, (αυτό) τους επιτρέπει να ξεχνούν για λίγο τις έγνοιες, τον πόνο τους, τις ασθένειές τους και να περνούν μια ευχάριστη στιγμή». Ποιες είναι εκείνες οι «μαγικές» θεραπευτικές ιδιότητες της τέχνης και η ενασχόληση μαζί της γίνεται έστω και λίγο αποτελεσματική; Ή μήπως η τέχνη αποτελεί μια πλάνη που μας εμποδίζει να αντιμετωπίσουμε τις δυσκολίες της καθημερινότητας;
Πιστεύω πως δεν πρόκειται για έναν απλό αντιπερισπασμό από τα προβλήματα της καθημερινότητας, αλλά κυρίως για να φέρει αυτά τα προβλήματα σε μια διαλεκτική με τον εσωτερικό κόσμο ή τον ψυχισμό του ατόμου αν θέλετε. Η ενασχόληση με την τέχνη συχνά μας εμπνέει: επιτρέπει αυτό το αίσθημα ψυχικής ανατάσεως και την ανάδυση ενός βαθύτερου νοήματος, που συμβαίνει όταν έρχεται σε διαλεκτική επικοινωνία το ατομικό με το συλλογικό, το εσωτερικό με το εξωτερικό. Αντιστρέφοντας το ερώτημα σας, θα μπορούσε κανείς να αντιτείνει ότι η καθημερινή πραγματικότητα αποτελεί μια πλάνη και μας εμποδίζει να προσεγγίσουμε τη βαθύτερη αλήθεια που καλείται να εκφράσει η τέχνη. (σ.σ. όπως δίδασκε ο Ρόμπιν Γουίλιαμς στους μαθητές του στην ταινία ο Κύκλος των Χαμένων Ποιητών).
Θεωρείτε πως στο σημερινό και διαρκώς μεταβαλλόμενο κόσμο που ζούμε, η ενασχόληση με κάθε είδους μορφής τέχνης, αποτελεί ίσως την ιδανικότερη ίαση, ένα αντίδοτο στις αντιξοότητες που μας περιβάλλουν;
Θεωρώ πως αποτελεί έναν ακόμη τρόπο να αναπτυχθεί η διαλεκτική που προανέφερα, δηλαδή μια δημιουργική διαδικασία εξερεύνησης του εσωτερικού μας κόσμου. Η ανάγκη σήμερα γίνεται ίσως πιο επιτακτική λόγω της σταδιακής κατάρρευσης προηγουμένων αφηγημάτων (πολιτικών, θρησκευτικών, κοινωνικών), πράγμα που πάντοτε συνέβαινε φυσιολογικά στη διάρκεια της ανθρώπινης ιστορίας. Ίσως αποκτά μια άλλη σημασία, στα πλαίσια της αναζήτησης μιας πνευματικής ή εσωτερικής αν θέλετε καθοδήγησης, μέσα σε μια εποχή κατά την οποία αμφισβητείται ο υλισμός ως πανάκεια. Επίσης, συχνά η ενασχόληση με την τέχνη ενθαρρύνει τη δημιουργικότητα, η οποία, σε όλες τις εκφάνσεις της, γίνεται συχνά θεραπευτική, ειδικά στην τρίτη ηλικία.
Εκτιμάτε ότι μια ανάλογη πρωτοβουλία στην Ελλάδα, η οποία αν επεκτεινόταν και σε άλλα είδη, όπως μουσική, θέατρο, κινηματογράφο, δημιουργική γραφή ή ποίηση, θα «αγκαλιαζόταν» θετικά από το ευρύ κοινό; Ποια τα κυριότερα πλεονεκτήματα που θα πρόσφερε;
Η Ελλάδα πραγματικά έχει αυτό το μοναδικό πλεονέκτημα πλούσιας παράδοσης και πολιτισμού. Διαθέτει εξαιρετικά ενδιαφέρουσα ιστορία, μυθολογία, μουσική και θέατρο. Επίσης διατηρεί διαχρονικά ήθη και έθιμα που βρίθουν συμβολικής σημασίας. Όλος αυτός ο πλούτος θα μπορούσε να εμπνεύσει μια αντίστοιχη πρωτοβουλία. Από την άλλη, οι οικονομικές και κοινωνικές δυσκολίες θα καθιστούσαν δύσκολο ένα τέτοιο εγχείρημα, τη στιγμή που υπάρχουν άλλες προτεραιότητες που απαιτούν λύσεις στον τομέα της υγείας.

Στην Ελβετία, πώς οδηγηθήκατε; Σε τι είδους τομέα ειδικεύεστε; Τι είναι αυτό που σας κρατάει μέχρι και σήμερα εκεί;
Ήρθα στην Ελβετία το 2011 αναζητώντας το καλύτερο δυνατόν επίπεδο εκπαίδευσης στην Ψυχιατρική και Ψυχοθεραπεία. Πέρα από την ψυχιατρική και ψυχοθεραπεία ενηλίκων, ειδικεύθηκα στην ψυχογηριατρική στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο την Γενεύης και στην ψυχανάλυση στο Ινστιτούτο C.G. Jung της Ζυρίχης. Αυτό που με κρατά εδώ είναι η αγάπη για το επάγγελμα μου και η ευλογία να είμαι ικανός να το ασκώ σε ιδανικές συνθήκες. Αλλά χωρίς διάθεση απόλυτης εξιδανίκευσης, ένας ακόμα λόγος είναι η οργάνωση γενικότερα της ζωής και ο τρόπος με τον οποίο λειτουργεί η ελβετική κοινωνία. Πρόκειται για ένα εξαιρετικά πολυπολιτισμικό περιβάλλον, που διέπεται από ευγένεια, εργατικότητα, αλληλοσεβασμό και αξιοκρατία.
Πιστεύετε ότι ο εγκλεισμός, το lockdown την περίοδο του covid-19, αύξησε δραματικά τα επίπεδα ψυχικών δυσλειτουργιών ή στην πραγματικότητα ήταν απλά η αφορμή για να έρθουν στην επιφάνεια χρόνιες παθογένειες που δεν ήταν έτοιμες να εκδηλωθούν;
Νομίζω ότι ο φόβος της πανδημίας και οι επιπτώσεις της αποτέλεσαν έναν έντονα στρεσογόνο παράγοντα που έθεσε σε δοκιμασία τους μηχανισμούς άμυνας και ειδικά τη διαχείριση των επιθετικών ενορμήσεων, τόσο σε ατομικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο. Αλλά αξίζει να σημειωθεί, ότι σε μεγάλο βαθμό, μέσω του ασυνείδητου ψυχολογικού μηχανισμού της προβολής, η πανδημία του covid-19 έγινε και ο αποδιοπομπαίος τράγος ή εάν προτιμάτε, ο καβαφικός βάρβαρος που πολλοί ακόμα περιμένουν.
Το φαινόμενο που όλο και περισσότερο στις μέρες μας κάνει θραύση, τη δωρεάν ψυχανάλυση με τεχνητή νοημοσύνη, δηλαδή την Al σε χρέη ψυχοθεραπευτή, πώς το κρίνεται; Σας προβληματίζει; Μπορεί η χρήση των ChatGPT και Chatbots, αυτή η στιγμιαία και εξ’ επαφής ανακούφιση που προσφέρουν, να αντικαταστήσει την ουσιαστική επικοινωνία και θεραπεία που χρειαζόμαστε;
Αξιοθαύμαστο τεχνολογικό βήμα. Είναι σίγουρα θετικό το ότι η ψυχοθεραπεία γίνεται προσβάσιμη σε περισσότερους ανθρώπους. Πιστεύω ότι ήδη λειτουργεί αρκετά καλά για τις γνωσιακές-συμπεριφορικές θεραπείες. Όμως, βασικά χαρακτηριστικά της ψυχαναλυτικής θεραπείας είναι το ασυνείδητο και οι ενορμήσεις του καθώς και η μεταβίβαση-αντιμεταβίβαση (δηλαδή η ανάλυση της συναισθηματικής αλληλεπίδρασης θεραπευτού και ασθενούς). Αυτό είναι δύσκολο να αντικατασταθεί τεχνολογικά. Ένα ενδιαφέρον παράδειγμα είναι η ερμηνεία των ονείρων από το ChatGPT: προσφέρει μια πολύ καλή ερμηνεία των συμβόλων ενός ονείρου αλλά δε λαμβάνει υπ΄όψιν τους συνειρμούς του ασθενούς και το πλαίσιο της ανάδυσης αυτών. Προς το παρόν, θεωρώ πως δεν αγγίζει ακόμα την εμπειρία της ψυχανάλυσης. Αλλά με την εξέλιξη των γλωσσικών πρωτοκόλλων και της βιοτεχνολογίας είναι εξαιρετικά πιθανόν να οδηγηθεί εκεί.
Πώς βλέπει ένας Έλληνας ψυχίατρος τον τομέα της ψυχικής υγείας στην Ελλάδα; Παρουσιάζει σημαντικές διαφορές σε σχέση με την Ελβετία;
Οι διαφορές είναι τεράστιες και η σύγκριση θα ήταν πολύ άδικη. Η φιλοσοφία της εκπαίδευσης στην ψυχιατρική και ψυχοθεραπεία, η οργάνωση του δικτύου ψυχικής υγείας και οι οικονομικοί πόροι διαφέρουν σε μεγάλο βαθμό. Αναφορικά, στις μεγάλες πόλεις της Ελβετίας, αντιστοιχεί ένας ψυχίατρος ανά 500 κατοίκους περίπου και οι ασφάλειες υγείας καλύπτουν δύο συνεδρίες ψυχοθεραπείας την εβδομάδα. Νομίζω αυτό αρκεί για να καταλάβει κανείς τη διαφορά, σε σύγκριση με τις εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες μέσα στις οποίες εργάζονται οι συνάδελφοι μου στην Ελλάδα.