- Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) δημοσίευσε μια λίστα με 17 επικίνδυνα παθογόνα, συμπεριλαμβανομένων βακτηρίων και ιών, για τα οποία απαιτούνται νέα ή βελτιωμένα εμβόλια.
- Η έρευνα επικεντρώθηκε σε παθογόνα που προκαλούν υψηλά ποσοστά θνησιμότητας, ειδικά σε παιδιά κάτω των πέντε ετών, και περιλαμβάνει ασθένειες όπως η φυματίωση, ο HIV και η ελονοσία, οι οποίες σκοτώνουν 2,5 εκατομμύρια ανθρώπους ετησίως.
- Ο ΠΟΥ στοχεύει να βελτιώσει την πρόσβαση στα εμβόλια έως το 2030 και ελπίζει ότι τα ευρήματα της έρευνας θα ενισχύσουν την ανάπτυξη νέων εμβολίων σε τοπικό και παγκόσμιο επίπεδο.
Ερευνητές του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) δημοσίευσαν μιαλίστα με 17 παθογόνα για τα οποία απαιτούνται νέα ή βελτιωμένα εμβόλια, συμπεριλαμβανομένων των βακτηρίων της γρίπης, του HIV, του νοροϊού και του Staphylococcus aureus.
Τα εμβόλια είναι ένα από τα πιο σημαντικά επιτεύγματα της ανθρωπότητας, βοηθώντας στον έλεγχο ή ακόμα και στην εξάλειψη σοβαρών ασθενειών όπως η ευλογιά, η πολιομυελίτιδα και πιο πρόσφατα ο Covid-19. Ωστόσο, εξακολουθούν να μην υπάρχουν εμβόλια για πολλές ευρέως διαδεδομένες ασθένειες, ενώ ορισμένα από αυτά είναι ελάχιστα αποτελεσματικά ενάντια στο μικρόβιο-στόχο τους. Για αυτό και οι ερευνητές του ΠΟΥ συνέταξαν μια λίστα με τα παθογόνα για τα οποία θα πρέπει να αναπτυχθούν νέα εμβόλια ή να βελτιωθούν τα υπάρχοντα.
Οι ερευνητές αρχικά συμβουλεύτηκαν διεθνείς και τοπικούς ειδικούς για να καθορίσουν κριτήρια για τις επιλογές τους. Αυτά περιλάμβαναν παράγοντες όπως οι ετήσιοι θάνατοι παιδιών κάτω των πέντε ετών, ή η έκταση της αντοχής ενός μικροβίου στα φάρμακα (μερικά από τα πιο ανησυχητικά βακτήρια είναι συνήθως ανθεκτικά στα αντιβιοτικά πρώτης γραμμής). Στη συνέχεια, διασταύρωσαν αυτά τα κριτήρια με περιφερειακά δεδομένα για να εντοπίσουν τις δέκα ασθένειες για τις οποίες δεν υπάρχουν αποτελεσματικά εμβόλια, που επηρεάζουν περισσότερο ένα συγκεκριμένο μέρος του κόσμου. Στη συνέχεια, συνδύασαν αυτές τις περιφερειακές λίστες προκειμένου να συντάξουν μια παγκόσμια λίστα με 17 παθογόνα για τα οποία θα πρέπει να αναπτυχθούν εμβόλια.
«Πολύ συχνά οι παγκόσμιες αποφάσεις για την ανάπτυξη νέων εμβολίων πάρθηκαν αποκλειστικά με γνώμονα την απόδοση της επένδυσης και όχι τον αριθμό των ζωών που θα μπορούσαν να σωθούν στις πιο ευάλωτες κοινότητες», δήλωσε σε ανακοίνωση του ΠΟΥ, η Κέιτ Ο’ Μπράιαν, Διευθύντρια του Τμήματος Ανοσοποίησης, Εμβολίων και Βιολογίας του διεθνούς οργανισμού.
«Αυτή η μελέτη χρησιμοποιεί ευρεία περιφερειακή τεχνογνωσία και δεδομένα για την αξιολόγηση εμβολίων που όχι μόνο θα μείωναν σημαντικά τις ασθένειες που επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό τις κοινότητες σήμερα, αλλά και το ιατρικό κόστος που αντιμετωπίζουν οι οικογένειες και τα συστήματα υγείας» πρόσθεσε.
Οι ερευνητές του ΠΟΥ εντόπισαν πέντε παθογόνα για τα οποία θα πρέπει να αναπτυχθούν νέα εμβόλια ή να βελτιωθούν τα ήδη υπάρχοντα: Mycobacterium tuberculosis (φυματίωση), HIV-1, Klebsiella pneumoniae, S. aureus και Escherichia coli. Τα υπόλοιπα παθογόνα ήταν ο στρεπτόκοκκος της ομάδας Α, ο ιός της ηπατίτιδας C, ο κυτταρομεγαλοϊός, τα παράσιτα Leishmania, η Salmonella, ο νοροϊός, το Plasmodium falciparum (ελονοσία), τα βακτήρια Shigella που προκαλούν διάρροια, ο ιός του δάγγειου πυρετού, ο στρεπτόκοκκος ομάδας Β και ο ιός της γρίπης. Οι τρεις πιο θανατηφόρες ασθένειες στη λίστα, ο HIV, η φυματίωση και η ελονοσία, υπολογίζεται ότι σκοτώνουν 2,5 εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως ετησίως.
Για ορισμένα από αυτά τα μικρόβια υπάρχουν ήδη εμβόλια, όπως για τη φυματίωση και τη γρίπη, αλλά είναι μόνο εν μέρει προστατευτικά και/ή πρέπει να ενημερώνονται συνεχώς στην περίπτωση της εποχικής γρίπης. Για ορισμένα μικρόβια υπάρχουν νέα ή βελτιωμένα εμβόλια που αναμένουν έγκριση. Επίσης, ερευνητές αναπτύσσουν εμβόλια για παθογόνα όπως το Shigella ή ο νοροϊός, τα οποία έχουν δείξει πολλά υποσχόμενα στην πρώιμη έρευνα.
Στόχος του ΠΟΥ είναι να βελτιώσει ουσιαστικά την πρόσβαση των ανθρώπων στον εμβολιασμό έως το 2030 – μια προσπάθεια γνωστή ως Ατζέντα Εμβολιασμού 2030 (IA2030). Οι ερευνητές ελπίζουν ότι τα ευρήματά τους μπορούν να καθοδηγήσουν και να βελτιώσουν την έρευνα και την ανάπτυξη προγραμμάτων εμβολίων, τόσο σε τοπικό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο.
«Ως κοινότητα, μπορούμε και πρέπει να αντιμετωπίσουμε αυτές τις προκλήσεις μαζί, και γρήγορα, για να συνειδητοποιήσουμε πλήρως τα οφέλη και να επιτρέψουμε τη βιώσιμη επίδραση των υπαρχόντων και μελλοντικών εμβολίων», έγραψαν οι ερευνητές.
Η εργασία των ερευνητών δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «eBioMedicine».
ΠΗΓΗ: Gizmodo