- Ερευνητές ανακάλυψαν 27 νέα είδη στο Άλτο Μάγιο του Περού, συμπεριλαμβανομένων ενός σπάνιου αμφίβιου ποντικού και μιας σαλαμάνδρας που σκαρφαλώνει σε δέντρα, κατά τη διάρκεια 38ήμερης αποστολής.
- Η αποστολή κατέγραψε πάνω από 2.000 είδη άγριας ζωής και φυτών, με 49 από αυτά να είναι απειλούμενα, και εξέφρασε έκπληξη για την πλούσια βιοποικιλότητα της περιοχής παρά τις περιβαλλοντικές πιέσεις.
- Οι ερευνητές ελπίζουν ότι τα ευρήματά τους θα συμβάλουν στις προσπάθειες διατήρησης και στη δημιουργία προστατευόμενων περιοχών, ενώ οι ιθαγενείς κοινότητες ήδη γνωρίζουν πολλά από αυτά τα είδη με παραδοσιακά ονόματα.
Ερευνητές στην περιοχή Άλτο Μάγιο του βορειοδυτικού Περού ανακάλυψαν 27 νέα για την επιστήμη είδη, μεταξύ των οποίων ένα σπάνιο αμφίβιο ποντίκι, μια σαλαμάνδρα που σκαρφαλώνει σε δέντρα και ένα ασυνήθιστο ψάρι με διογκωμένο κεφάλι. Κατά τη διάρκεια της αποστολής που διήρκεσε 38 ημέρες, οι ερευνητές κατέγραψαν περισσότερα από 2.000 είδη άγριας ζωής και φυτών. Τα ευρήματα προκαλούν ιδιαίτερη έκπληξη δεδομένης της υψηλής πυκνότητας του ανθρώπινου πληθυσμού της περιοχής, με σημαντικές πιέσεις, όπως η αποψίλωση των δασών και η γεωργία.
Η αποστολή ήταν «συναρπαστική», δήλωσε ο Δρ. Τροντ Λάρσεν, ανώτερος διευθυντής βιοποικιλότητας και επιστήμης οικοσυστημάτων στο Κέντρο Επιστήμης Moore της Conservation International, ο οποίος ηγήθηκε της έρευνας. «Στην περιοχή Άλτο Μάγιο, 280.000 άνθρωποι ζουν σε πόλεις, κωμοπόλεις και κοινότητες. Δεδομένης της μακράς ιστορίας αλλαγής χρήσης γης και περιβαλλοντικής υποβάθμισης, εξεπλάγην πολύ όταν βρήκα τόσο υψηλό συνολικό πλούτο ειδών, συμπεριλαμβανομένων τόσων νέων, σπάνιων και απειλούμενων ειδών, πολλά από τα οποία δεν μπορούν να βρεθούν πουθενά αλλού» εξήγησε.
Τα «νέα» είδη περιλαμβάνουν τέσσερα θηλαστικά: ένα νέο είδος ποντικού με αγκαθωτή γούνα, παρόμοια με αυτήν του σκαντζόχοιρου, μια φρουτονυχτερίδα με κοντή ουρά, έναν νάνο σκίουρο και ένα αμφίβιο ποντίκι. Η ανακάλυψη ενός νέου είδους αμφίβιου ποντικού ήταν «συγκλονιστική και συναρπαστική», δήλωσε ο Λάρσεν. «Ανήκει σε μια ομάδα σαρκοφάγων, αμφίβιων τρωκτικών, για τα οποία η πλειονότητα των ειδών είναι εξαιρετικά σπάνια και δύσκολο να συλλεχθεί, δίνοντάς τους μια σχεδόν μυθική θέση μεταξύ των ειδικών σε θηλαστικά. Εντοπίσαμε αυτό το αμφίβιο ποντίκι μόνο σε ένα μοναδικό κομμάτι βαλτόδασους που απειλείται εξαιτίας της γεωργίας και μπορεί να μην ζει πουθενά αλλού» πρόσθεσε.
Ο νάνος σκίουρος έχει μήκος περίπου 14 εκατοστά και κινείται γρήγορα, καθιστώντας εξαιρετικά δύσκολο τον εντοπισμό του στο πυκνό τροπικό δάσος. Ίσως το πιο ενδιαφέρον είδος ήταν το ψάρι με το διογκωμένο κεφάλι που ανήκει στην οικογένεια των γατόψαρων.
«Η λειτουργία αυτού του διογκωμένου κεφαλιού παραμένει μυστήριο. Μπορεί να έχει να κάνει με τα αισθητήρια όργανα στο κεφάλι ή μπορεί να βοηθά στον έλεγχο της άνωσης, να παρέχει αποθέματα λίπους ή να βοηθά στη στρατηγική αναζήτησης τροφής» εικάζει ο ερευνητής.
Οι επιστήμονες κατέγραψαν επίσης επτά άλλα νέα είδη ψαριών, ένα νέο είδος βατράχου με στενό στόμα και 10 νέα είδη πεταλούδας. Εκτός από τα ήδη επιβεβαιωμένα, οι ερευνητές εκτιμούν πως μπορεί να έχουν εντοπίσει έως και 48 ακόμη νέα είδη, τα οποία θα πρέπει να μελετηθούν περαιτέρω.
Η αποστολή κατέγραψε επίσης 49 «απειλούμενα» είδη από την κόκκινη λίστα της IUCN, συμπεριλαμβανομένων δύο πιθήκων που απειλούνται με εξαφάνιση.
Η έρευνα διεξήχθη τον Ιούνιο και τον Ιούλιο του 2022, χρησιμοποιώντας παγίδες με κάμερα, αισθητήρες βιοακουστικής και περιβαλλοντικό DNA (eDNA) που συλλέχθηκαν από ποτάμια και άλλες πηγές νερού. Η ομάδα των 13 επιστημόνων περιλάμβανε Περουβιανούς επιστήμονες από την Παγκόσμια Γη, καθώς και επτά τεχνικούς βοηθούς με εκτεταμένες παραδοσιακές γνώσεις από τη Feriaam (την Ιθαγενή Περιφερειακή Ομοσπονδία των Κοινοτήτων Alto Mayo Awajún). Από τα 2.046 συνολικά είδη που καταγράφηκαν, τουλάχιστον 34 φαίνεται να ζουν μόνο σην περιοχή Άλτο Μάγιο.
Ενώ τα είδη δεν έχουν ποτέ περιγραφεί από την επιστήμη, ορισμένα ήταν ήδη γνωστά στις ιθαγενείς κοινότητες.
«Στην κοινότητα των Awajún όπου ανήκω, έχουμε πολλές γνώσεις για την επικράτειά μας», δήλωσε η Γιουλίσα Τούι, η οποία βοήθησε στην έρευνα για τα ερπετά και τα αμφίβια. «Γνωρίζουμε την αξία των φυτών μας, πώς μας θεραπεύουν, πώς μας ταΐζουν και γνωρίζουμε μονοπάτια μέσα στο δάσος που μας οδήγησαν να συναντήσουμε διαφορετικά ζώα» είπε.
«Αν και δεν γνωρίζουμε τα επιστημονικά τους ονόματα, έχουμε αναπτύξει μια ταξινόμηση αυτών των ειδών… Πιστεύω ότι η ανακάλυψη αφορά τον επιστημονικό κόσμο, όχι τόσο εμάς, καθώς αυτά τα είδη μας είναι ήδη γνωστά- με άλλα ονόματα- για τη χρησιμότητα ή τη συμπεριφορά τους στη φύση» πρόσθεσε.
Οι ερευνητές ελπίζουν ότι η έρευνά τους θα ενισχύσει τις προσπάθειες διατήρησης, συμπεριλαμβανομένων των σχεδίων για τη δημιουργία ενός δικτύου τοπικών προστατευόμενων περιοχών.
ΠΗΓΗ: Guardian