Στις 25 Σεπτεμβρίου 1972, στη Θεσσαλονίκη, σημειώθηκε μία από τις πιο επεισοδιακές δίκες στην ιστορία της Ελλάδας, όταν δύο κατηγορούμενοι για εμπορία ναρκωτικών επιτέθηκαν στους δικαστές και προκάλεσαν χάος στην αίθουσα.
Αφού απείλησαν ότι θα τα κάνουν «γυαλιά καρφιά», οι κατηγορούμενοι προχώρησαν σε βίαιες ενέργειες, σπάζοντας τζάμια και καταστρέφοντας έπιπλα, ενώ η κατάσταση απαιτούσε την παρέμβαση ισχυρών αστυνομικών δυνάμεων.
Μετά από επεισόδια που προκάλεσαν, οι δράστες μεταφέρθηκαν στο νοσοκομείο για ψυχιατρική αξιολόγηση και στη συνέχεια προσήχθησαν στην Εισαγγελία για νέες κατηγορίες.
Πιο αναλυτικά:
Στις 25 Σεπτεμβρίου του 1972, σημειώθηκε στη Θεσσαλονίκη, μία από τις πλέον επεισοδιακές δίκες στην Ελλάδα, καθώς η αίθουσα μετατράπηκε σε «ροντέο».
Ειδικότερα, οι κατηγορούμενοι αρχικά απείλησαν ότι θα τα κάνουν όλα «γυαλιά καρφιά» και εν συνεχεία επιτέθηκαν στους δικαστές.
Οι δύο κατηγορούμενοι για εμπορία ναρκωτικών στο Επταπύργιο, είχαν ξεσηκωθεί σχετικά με την απόφαση αναβολής, οι αστυνομικοί προσπάθησαν να τους συγκρατήσουν, αλλά δίχως επιτυχία, καθώς ξέφυγαν οι κατηγορούμενοι από τα χέρια τους και επιτέθηκαν στα έδρανα στους δικαστές.
Η ένταση και το επεισόδιο ήταν τόσο μεγάλο, που διακόπηκαν οι δίκες και στις υπόλοιπες αίθουσες του δικαστικού μεγάρου.
Κρίθηκε αναγκαία μάλιστα η επέμβαση των ισχυρών αστυνομικών δυνάμεων ακόμα και με πυροβολισμούς, ώστε να εξουδετερωθούν οι δυο κατηγορούμενοι, οι οποίοι δεν είχαν αφήσει τίποτα όρθιο.
Οι δύο κατηγορούμενοι είχαν φυλακιστεί έναν χρόνο πριν και μαζί με συγκρατούμενούς τους στις φυλακές Επταπυργίου, είχαν δημιουργήσει επεισόδια. Αφού πρώτα αρνήθηκαν να υπακούσουν στις εντολές του φύλακα και να πέσουν για ύπνο, στη συνέχεια προκάλεσαν ζημιές στα κελιά τους.
Όταν έφτασε η ώρα του δικαστηρίου, λίγη ώρα μετά την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας ένας από τους δύο κατηγορούμενους έπαθε κρίση επιληψίας και κατέρρευσε.
Όταν συνήλθε, το δικαστήριο συνέχισε τη διαδικασία, αλλά ο δεύτερος κατηγορούμενος τη διέκοψε. Πήγε μπροστά στον δικαστή και είπε στον πρόεδρο: «Αν δεν μας δώσετε αναβολή, θα τα κάνω γυαλιά καρφιά»!
Έτσι λοιπόν το δικαστήριο αποφάσισε να αναβάλει τη δίκη, αλλά τη στιγμή που ανακοινώθηκε η απόφαση ο ένας κατηγορούμενος πετάχτηκε πάνω, έσπασε όλα τα τζάμια των παραθύρων, κατάπιε γυαλιά και άρχισε να απειλεί τους δικαστές.
Οι δικαστές έντρομοι εγκατέλειψαν την αίθουσα, ο κόσμος από το ακροατήριο αποχώρησε και στη συνέχεια οι δύο κατηγορούμενοι κατέστρεψαν τα πάντα: Έδρανα, καρέκλες, βιβλιοθήκες, έσκισαν βιβλία και δικογραφίες. Έσπασαν ακόμη και τα κιγκλιδώματα που ήταν κατασκευασμένα από ξύλο και τα χρησιμοποίησαν ως ρόπαλα εναντίον των αστυνομικών.
Χτύπησαν μάλιστα στο κεφάλι ένα φωτορεπόρτερ, την ώρα που τραβούσε φωτογραφίες από τα άγρια επεισόδια. Εν τέλει μια ομάδα αστυνομικών κατάφερε να μπει στην αίθουσα, πυροβολώντας στον αέρα για να τους εκφοβίσει και να τους περιορίσει.
Μετά τη σύλληψή τους, οι δράστες μεταφέρθηκαν στο Δημοτικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης, όπου διαπιστώθηκε από τους γιατρούς, ότι δεν ήταν σε ψυχολογική κατάσταση κατάλληλη για να παρακολουθήσουν τη συνέχεια της δίκης.
Μετά την έξοδό τους από το νοσοκομείο, προσάχθηκαν στην Εισαγγελία για να τους απαγγελθούν εκ νέου κατηγορίες για τα επεισόδια.