Αύριο ανοίγουν οι κάλπες στην Γερμανία για τις κρίσιμες εκλογές, με 29 κόμματα να διεκδικούν την ψήφο 59,2 εκατομμυρίων πολιτών, καθώς ο κυβερνητικός συνασπισμός κατέρρευσε πριν έξι μήνες. Η νέα Bundestag θα έχει 630 βουλευτές, με το όριο εισόδου να παραμένει στο 5%.
Σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις, η Χριστιανική Ένωση (CDU/CSU) προηγείται με 28%, ακολουθούμενη από την ακροδεξιά Εναλλακτική για την Γερμανία (AfD) με 21%. Η εκλογική μάχη εστιάζεται σε θέματα όπως το μεταναστευτικό και η οικονομία, ενώ η ενίσχυση της AfD συνδέεται με εξωτερικές παρεμβάσεις.
Η νέα κυβέρνηση αναμένεται να σχηματιστεί το συντομότερο δυνατό, καθώς η Γερμανία χρειάζεται άμεσες αποφάσεις για εσωτερικά και εξωτερικά ζητήματα.
Διαβάστε αναλυτικά παρακάτω:
Ανοίγουν αύριο στις 09:00 (ώρα Ελλάδος) οι κάλπες στην Γερμανία, με 29 κόμματα να διεκδικούν την ψήφο 59,2 εκατομμυρίων πολιτών. Οι εκλογές διενεργούνται σχεδόν έξι μήνες πριν από την ολοκλήρωση της κοινοβουλευτικής περιόδου, καθώς στις 6 Νοεμβρίου 2024 κατέρρευσε ο κυβερνητικός συνασπισμός, ο οποίος αποτελείτο από το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD), τους Πράσινους και τους Ελεύθερους Δημοκράτες (FDP).
Μικρότερη Bundestag
Η αλλαγή του εκλογικού νόμου το 2023 έχει ως αποτέλεσμα τον περιορισμό των βουλευτών της Κάτω Βουλής (Bundestag) σε 630, καθώς καταργείται το σύστημα που ευνοούσε την διαρκή αύξηση του αριθμού των εδρών. Ενδεικτικά, η απερχόμενη Βουλή είχε 736 βουλευτές, ενώ προβλέπονταν επί της αρχής 598 έδρες. Το όριο εισόδου στην Bundestag είναι το 5%, ωστόσο ένα κόμμα μπορεί να εξασφαλίσει την εκπροσώπησή του ακόμη και εάν δεν το εξασφαλίσει, εάν συγκεντρώσει τουλάχιστον τρεις «απευθείας εντολές» βουλευτών, εάν δηλαδή υποψήφιοί της κερδίσουν τρεις «μονοεδρικές» περιφέρειες. Αυτής της πρόβλεψης έκανε χρήση στις προηγούμενες εκλογές η Αριστερά.
Το βασικότερο καθήκον της νέας βουλής είναι η εκλογή του καγκελάριου. Δεν προβλέπεται σχετική δεσμευτική προθεσμία και το ζήτημα θα τεθεί στην ημερήσια διάταξη αμέσως μόλις τα κόμματα του μελλοντικού κυβερνητικού συνασπισμού καταλήξουν σε συμφωνία. Τυπικά, ο νέος καγκελάριος προτείνεται στους βουλευτές από τον ομοσπονδιακό πρόεδρο και ακολουθεί η σχετική ψηφοφορία.
Προβάδισμα για CDU/CSU – Δύσκολος ο σχηματισμός κυβέρνησης
Σύμφωνα με την τελευταία δημοσκόπηση, το Πολιτικό Βαρόμετρο του Ινστιτούτου Wahlen για λογαριασμό του ZDF, η Χριστιανική Ένωση (CDU/CSU) διατηρεί το προβάδισμα που έχει εξασφαλίσει εδώ και μήνες, με 28% (-2) και ακολουθεί η ακροδεξιά Εναλλακτική για την Γερμανία (AfD) με 21% (+1). Το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD) ακολουθεί με 16% και χωρίς μεταβολή των ποσοστών του, όπως και οι Πράσινοι με 14%. Η Αριστερά εξακολουθεί να αυξάνει τις δυνάμεις της και φθάνει στο 8% (+1), ενώ Φιλελεύθεροι (FDP) και Συμμαχία Ζάρα Βάγκενκνεχτ (BSW) ενισχύονται κατά μισή μονάδα αλλά παραμένουν κάτω από το όριο του 5%, με 4,5%. Οι αναποφάσιστοι, τρεις μέρες πριν από τις εκλογές, ανέρχονταν σε 27%. Παρόμοια ήταν η εικόνα και πριν από τις εκλογές του 2021, ωστόσο τότε η διαφορά μεταξύ πρώτου (SPD) και δεύτερου κόμματος (CDU/CSU) ήταν οριακή.
Με τα στοιχεία της συγκεκριμένης δημοσκόπησης και το δεδομένο ότι τα κόμματα έχουν δηλώσει ότι δεν θα συνεργαστούν με την ακροδεξιά, ο μόνος πολιτικά ρεαλιστικός συνασπισμός θα ήταν εφικτός μεταξύ της Ένωσης και του SPD, με οριακή ωστόσο πλειοψηφία. Καθοριστικής σημασίας θα είναι ο αριθμός των κομμάτων που θα κατορθώσουν τελικά να βρεθούν στην επόμενη βουλή, καθώς όσο περισσότερα είναι, τόσο περιορίζεται η πιθανότητα να αρκούν δύο κόμματα για τον σχηματισμό βιώσιμου κυβερνητικού συνασπισμού.
Βασικά θέματα της προεκλογικής περιόδου ήταν το μεταναστευτικό, η οικονομία και η Ουκρανία, τα οποία αναμένεται να απασχολήσουν τόσο την προσπάθεια σχηματισμού κυβέρνησης όσο και τη νέα κυβέρνηση. Ο αρχηγός του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU) και πιθανότερος καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς δήλωσε τις τελευταίες ημέρες ότι για τον ίδιο, ενόψει διερευνητικών συνομιλιών με πιθανούς εταίρους, δεν αποτελεί «κόκκινη γραμμή» το σχέδιο πέντε σημείων που κατέθεσε τον περασμένο μήνα στην Bundestag με ιδιαίτερα περιοριστική πολιτική για το μεταναστευτικό. Αντίστοιχα, ο κ. Μερτς άφησε ανοιχτό και το ενδεχόμενο αλλαγών στο «φρένο χρέους», προκειμένου να επιτραπεί ο επιπλέον δανεισμός ώστε να καλυφθούν κυρίως αμυντικές δαπάνες και κονδύλια για την στήριξη της Ουκρανίας.
Εξωτερικές παρεμβάσεις στον προεκλογικό αγώνα
Η ενίσχυση της ακροδεξιάς, η οποία αναμένεται για πρώτη φορά να καταγράψει σε εθνική κάλπη τόσο υψηλά ποσοστά, συνδέεται και με τις παρεμβάσεις υπέρ της AfD τόσο από την Ρωσία όσο και από τις ΗΠΑ. Καθ’όλη τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου υπήρξαν εκστρατείες παραπληροφόρησης, με ψευδείς ειδήσεις, εκτεταμένη χρήση τεχνητής νοημοσύνης, αλλά και απροκάλυπτες δηλώσεις στήριξης της ακροδεξιάς, όπως αυτές του αμερικανού αντιπροέδρου Τζέι Ντι Βανς ή του δισεκατομμυριούχου επιχειρηματία και στελέχους της αμερικανικής κυβέρνησης Ίλον Μασκ.
Οι κάλπες κλείνουν στις 18:00, οπότε και αναμένεται η πρώτη πρόβλεψη αποτελέσματος (exit poll). Λίγη ώρα αργότερα θα αρχίσει και η ροή των επίσημων αποτελεσμάτων. Από την Δευτέρα, η κυβέρνηση του Όλαφ Σολτς καθίσταται υπηρεσιακή και για σημαντικές αποφάσεις θα πρέπει να συμβουλεύεται τον νικητή των εκλογών αλλά και τους πιθανούς εταίρους του. Ο Φρίντριχ Μερτς έχει δηλώσει ότι θεωρεί εφικτό η νέα κυβέρνηση να έχει σχηματιστεί έως το Πάσχα ή λίγες εβδομάδες μετά.
Zeitenwende, αλλά για ποιον;
Παρότι στην Γερμανία δεν τίθεται ζήτημα ακυβερνησίας ή αστάθειας, σε αντίθεση με άλλες εποχές, αυτή την φορά αναγνωρίζουν όλοι την πίεση το Βερολίνο να έχει όσο το δυνατόν συντομότερα πλήρως λειτουργική ηγεσία, καθώς είναι πλέον επιτακτική η ανάγκη για αποφάσεις τόσο στο εσωτερικό, λόγω της παρατεταμένης ύφεσης και του αναβρασμού στο μεταναστευτικό, όσο και στην εξωτερική πολιτική, υπό τις πρωτόγνωρες συνθήκες που δημιουργεί η κυβέρνηση Τραμπ στις ΗΠΑ.
Μεθαύριο επίσης, για όποιον κρατάει ακόμη λογαριασμό, συμπληρώνονται τρία χρόνια από την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Η «Zeitenwende» (σημείο καμπής) που εξήγγειλε ο Όλαφ Σολτς στην Bundestag στις 28 Φεβρουαρίου 2022 για το δόγμα της γερμανικής άμυνας, των εξοπλισμών και της εξωτερικής πολιτικής, πανηγυρίστηκε με ενθουσιασμό και από τον αρχηγό της αντιπολίτευσης και πιθανότερο επόμενο καγκελάριο Φρίντριχ Μερτς, ο οποίος την επικαλείτο μάλιστα καθ’ όλη την διάρκεια της προεκλογικής περιόδου. Μοναδικό παράπονό του, ότι ο αντίπαλός του δεν ήταν σε θέση να την υλοποιήσει επαρκώς. Τα 100 δισεκατομμύρια στο «έκτακτο ταμείο» για τις αμυντικές δαπάνες ακούγονταν πραγματικά σαν «σημείο καμπής» για μια Γερμανία που μέχρι τότε περιφρονούσε τις αμυντικές ανάγκες της ίδιας και της Ευρώπης. Σήμερα ωστόσο, με την Ουάσιγκτον να έχει ήδη «σερβίρει» τη δική της …Zeitenwende στους ευρωπαίους εταίρους της, η γερμανική «υπέρβαση» κινδυνεύει να είναι ήδη παρωχημένη.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ