Η επόμενη κυβέρνηση της Γερμανίας θα αντιμετωπίσει σημαντικές προκλήσεις, όπως η αποκατάσταση της οικονομίας, η διαχείριση των μεταναστευτικών ροών, οι δύσκολες σχέσεις με τις ΗΠΑ υπό τον Ντόναλντ Τραμπ και η στήριξη στην Ουκρανία. Ο νικητής των εκλογών, Φρίντριχ Μερτς από το CDU/CSU, καλείται να σχηματίσει μια κυβέρνηση συνασπισμού, ενώ οι εκλογικές επιδόσεις των κομμάτων δείχνουν ότι οι διαπραγματεύσεις θα είναι δύσκολες.
Η ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) κέρδισε έδαφος, ενώ οι Σοσιαλδημοκράτες (SPD) και οι Πράσινοι (Grüne) αντιμετωπίζουν προκλήσεις στην πολιτική τους ανανέωση. Η Γερμανία, που βρίσκεται σε ύφεση, χρειάζεται ριζικές αλλαγές για να προσελκύσει επενδύσεις και να ενισχύσει την άμυνά της.
Πιο αναλυτικά:
Δύσκολες προκλήσεις αναμένουν τον επόμενο ηγέτη της Γερμανίας, από τις σχέσεις με τον Ντόναλντ Τραμπ, μέχρι την ανάκαμψη της οικονομίας της χώρας που το τελευταίο διάστημα παραπαίει.
Οι πρώτες προγνώσεις αποτελέσματος για τις γερμανικές εκλογές δεν δείχνουν κάποια συγκλονιστική έκπληξη. Προϊδεάζουν όμως για μια δύσκολη επόμενη μέρα με σκληρές διαπραγματεύσεις και περιορισμένα δυνατά σενάρια, σημειώνει η Deutsche Welle.
Η πρώτη άμεση ανάλυση της DW για τις εκλογές
«Οι Χριστιανοδημοκράτες (CDU/CSU) είναι όπως αναμενόταν οι νικητές των εκλογών, με ένα ποσοστό μόλις στο 28,9%, που όμως αποδεικνύει ότι δεν διαθέτουν δυναμική νίκης και πιθανότατα θα προκαλέσει γκρίνιες στα μεσαία και κατώτερα κομματικά γραφεία.
Η ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) με 19,7%% έχει διπλασιάσει τα ποσοστά της και έχει κάθε λόγο να πανηγυρίζει. Είναι η κερδισμένη των εκλογών τόσο σε αριθμούς, όσο και σε επίπεδο εντυπώσεων. Έχει επιβάλει την ατζέντα της και προσελκύει όλα τα βλέμματα φίλων και αντιπάλων στην Ευρώπη.
Για τους Σοσιαλδημοκράτες (SPD) το 16,1% είναι μια σημαντική ήττα. Η αισιοδοξία που προσπαθούσε να μεταδώσει μέχρι την τελευταία στιγμή ο Όλαφ Σολτς έμοιαζε εξωπραγματική και αποδείχτηκε ότι ήταν πράγματι τέτοια. Το δικό του πολιτικό μέλλον μοιάζει να έχει επισφραγιστεί ενώ το ενδεχόμενο συμμετοχής ως μικρότερος εταίρος σε μια συγκυβέρνηση με τους Χριστιανοδημοκράτες δεν είναι η καλύτερη αφετηρία για μια διαδικασία ανανέωσης
Οι Πράσινοι με το 13,2% πληρώνουν το κόστος συμμετοχής τους στην προηγούμενη κυβέρνηση. Κατάφεραν να συγκρατήσουν δυνάμεις, έχασαν λίγο, αλλά θα χρειαστεί τώρα να μπουν σε διαπραγμάτευση με τους Χριστιανοδημοκράτες, οι οποίοι δεν σταμάτησαν να τους απαξιώνουν ως άσχετους με την οικονομία.
Οι Φιλελεύθεροι (FDP) βρίσκονται όπως φαίνεται στο χείλος του γκρεμού και θα φανεί αν καταφέρνουν να μην πέσουν. Κινούνται στο όριο του 5%. Δεν θα είναι πάντως οι πιο περιζήτητοι κυβερνητικοί εταίροι σε ένα σχήμα που θα χρειαστεί και πάλι τρεις εταίρους
Για την Αριστερά Die Linke το ποσοστό 8,6% πρέπει να θεωρείται ικανοποιητικό αν θυμηθεί κανείς ότι στα τέλη του 2024 όλοι τους είχαν ξεγραμμένους. Υπήρξαν δημοσκοπήσεις που το «έβλεπαν», και δεν ήταν τελικά «ενθουσιασμός της στιγμής».
Η Σάρα Βάγκενκνεχτ 4,8% μάλλον παρασύρθηκε από το καλό της αποτέλεσμα στις ευρωεκλογές, το οποίο δε μπόρεσε να ξαναπιάσει σε καμιά δημοσκόπηση. Χωρίς τα εφόδια μιας κοινοβουλευτικής παρουσίας θα είναι δύσκολο για τη Συμμαχία της (BSW) να επιβιώσει πολιτικά για μια τετραετία.
Mε την οριστικοποίηση των αποτελεσμάτων και την τελική κατανομή των εδρών θα μπορεί να πει κανείς περισσότερα για τις επιλογές της επόμενης μέρας».

Οι κορυφαίες προκλήσεις για την επόμενη κυβέρνηση της Γερμανίας
Σύμφωνα με το AFP, ο συντηρητικός νικητής Φρίντριχ Μερτς του CDU/CSU — ο οποίος πρέπει να σχηματίσει μια κυβέρνηση συνασπισμού τις επόμενες εβδομάδες — έχει μια μακρά λίστα υποχρεώσεων για να εκπληρώσει την υπόσχεσή του για την οικοδόμηση μιας “Γερμανίας για την οποία μπορούμε να είμαστε ξανά περήφανοι”, όπως έλεγε.
Το μεταναστευτικό
Ύστερα από μια εκλογική διαδικασία που έφερε για την ακροδεξιά «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (AfD) ένα ποσοστό ρεκόρ, ο Μερτς έχει δεσμευτεί για περιορισμό των παράτυπων μεταναστών από την πρώτη μέρα, ελπίζοντας να κερδίσει ξανά τους ψηφοφόρους που παρασύρονται από το κόμμα κατά της μετανάστευσης.
Ο Μερτς έχει υποσχεθεί ότι η Γερμανία θα ανακτήσει την παγκόσμια θέση της, όμως όπως δήλωσε η πρώτη του δουλειά θα είναι να κλείσει τα σύνορα της χώρας σε μετανάστες χωρίς έγγραφα.
Μια σειρά από θανατηφόρες τρομοκρατικές επιθέσεις έχουν κλονίσει την εμπιστοσύνη και την αίσθηση ασφάλειας των πολιτών. Ο Μερτς έχει υποσχεθεί ότι οι δυνάμεις του νόμου και τάξης θα επιδεικνύουν «μηδενική ανοχή» και δεσμεύτηκε ότι οι αιτούντες άσυλο που απορρίπτεται η αίτησή τους θα κρατούνται μέχρι την απέλασή τους.
Για ορισμένα από τα σχέδιά του μπορεί να χρειαστούν μακροχρόνιες συνομιλίες ώστε να σχηματιστεί κυβέρνηση συνασπισμού που θα μπορούσε να περιλαμβάνει τους Σοσιαλδημοκράτες και τους Πράσινους, όμως όλα τα κόμματα υποστηρίζουν αυστηρότερους κανόνες.
Ωστόσο, θα πρέπει να γίνουν πιο ριζικές αλλαγές σε ευρωπαϊκό επίπεδο, εάν ο επόμενος καγκελάριος επιθυμεί πιο θεμελιώδεις αλλαγές στο μεταναστευτικό καθεστώς που ισχύει στην ΕΕ.
Ανόρθωση της οικονομίας
Η τρίτη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου συρρικνώνεται, έχοντας καταγράψει τη δεύτερη συνεχόμενη χρονιά της σε ύφεση και με αμφίβολες προοπτικές.
Η Κίνα μετατρέπεται από μια μεγάλη αγορά σε βασικό ανταγωνιστή, τη στιγμή που οι μεγάλες γερμανικές επιχειρήσεις έχουν να παλέψουν επιπλέον με υψηλές τιμές ενέργειας και μεγάλες ελλείψεις εργατικού δυναμικού.
Οι περισσότεροι υποψήφιοι στις εκλογές συμφωνούν ότι η κορυφαία οικονομία της Ευρώπης πρέπει αναδιαρθρώσει τις υποδομές της, επιταχύνοντας την ψηφιοποίηση διαφόρων υπηρεσιών και να μειώνοντας τη γραφειοκρατία.
Τα κόμματα έκαναν ανταγωνιστικές προτάσεις ώστε η χώρα να προσελκύσει επενδύσεις σε νέες τεχνολογίες και να επαναδραστηριοποιήσει τον κατασκευαστικό της τομέα.
Υπάρχουν όμως μεγάλα εμπόδια, συμπεριλαμβανομένων των απειλών εμπορικού πολέμου με τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Οι δύσκολες σχέσεις με τις ΗΠΑ
Από τότε που επέστρεψε στον Λευκό Οίκο, ο Ντόναλντ Τραμπ ταλαιπωρεί τους συμμάχους με απειλές και εκτελεστικές εντολές που έχουν πυροδοτήσει φόβους για ότι τα χειρότερα έπονται.
Η προσέγγισή του με την εδώ και καιρό απομονωμένη Ρωσία για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία έχει πυροδοτήσει ανησυχίες για το μέλλον της Βορειοατλαντικής συμμαχίας, σύμφωνα με το AFP.
Η Γερμανία μάλιστα ίσως έχει συγκλονιστεί ακόμη περισσότερο, καθώς έχει χτίσει τη μεταπολεμική της ευημερία κάτω από την ομπρέλα ασφαλείας των ΗΠΑ. Θεωρούσε από καιρό την Ουάσιγκτον ως βασικό της σύμμαχο.
Ωστόσο, ο Τραμπ έχει επικρίνει τη Γερμανία για το εμπορικό της πλεόνασμα, τις αμυντικές δαπάνες και για πολιτιστικά ζητήματα, ενώ ο θερμός υποστηρικτής του Ίλον Μασκ κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας υποστήριξε σθεναρά το ακροδεξιό AfD.
Ο Μερτς από την πλευρά του έχει υποστηρίξει ότι το Βερολίνο πρέπει να είναι μια «ισχυρή φωνή» σε μια ενωμένη Ευρώπη, ώστε η ΕΕ να μπορεί να αντιμετωπίσει με σιγουριά τον Τραμπ.
Ουκρανία και άμυνα
Στον πόλεμο της Ουκρανίας, που κλείνει πλέον τα τρία χρόνια, η Γερμανία ήταν ο δεύτερος μεγαλύτερος υποστηρικτής του Κιέβου ενάντια στη Ρωσία, πίσω μόνο από τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ωστόσο, ο Τραμπ ανέτρεψε τη στάση των ΗΠΑ με το εντυπωσιακό άνοιγμα προς τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν και χαρακτηρίζοντας τον πρόεδρο της Ουκρανίας Βολοντίμιρ Ζελένσκι «δικτάτορα».
Ιδιαίτερα δύσκολη για τους Γερμανούς είναι η πιθανότητα να χρειαστεί να επωμιστούν το βάρος της διατήρησης της ειρήνης στην Ουκρανία μετά από οποιαδήποτε πιθανή κατάπαυση του πυρός.
Ο απερχόμενος καγκελάριος Όλαφ Σολτς και ο Μερτς δεν θέλησαν σε καμία περίπτωση να μπουν σε συζητήσεις για την αποστολή στρατευμάτων στην Ουκρανία, όμως μια τέτοια εξέλιξη μπορεί να καταστεί αναπόφευκτη.
Μετά από χρόνια ελλιπούς χρηματοδότησης, οι ένοπλες δυνάμεις της χώρας βρίσκονται σε απελπιστική κατάσταση και τα κύρια κόμματα συμφωνούν ότι ακόμη και μια σημαντική αύξηση των δαπανών θα αργήσει να κάνει το γερμανικό στρατό πλήρως ανταγωνιστικό.
Ο Τραμπ ζήτησε από τους ευρωπαίους συμμάχους του ΝΑΤΟ ότι θα πρέπει να ξοδέψουν το 5% του ΑΕΠ τους για την κοινή άμυνα, με το ποσοστό αυτό να είναι μάλλον υπερβολικό για τους πολιτικούς στο Βερολίνο, αν και παρέμειναν ασαφείς σχετικά με τα νούμερα που θα είναι αρκετά.
Τα ποσά ενδέχεται να υπερβαίνουν τα αυστηρά όρια χρέους που έχει θέσει η Γερμανία, οπότε τα κόμματα θα πρέπει να συμφωνήσουν να τα παρακάμψουν κατά κάποιο τρόπο, ένα βήμα που θα ήταν αδιανόητο να συλλάβει κανείς μέχρι και πολύ πρόσφατα.
Πηγή: AFP, DW, ERT