Ο Ντόναλντ Τραμπ, στην πρώτη του ομιλία ενώπιον του Κογκρέσου μετά την επανεκλογή του, παρουσίασε την επιστροφή του στον Λευκό Οίκο ως θρίαμβο, εστιάζοντας στα επιτεύγματά του και αγνοώντας τις αντιδράσεις των πολιτικών του αντιπάλων.
Η ομιλία του, διάρκειας 1,5 ώρας, χαρακτηρίστηκε από διχαστικό τόνο, με τον Τραμπ να επικρίνει τους Δημοκρατικούς και να αποφεύγει να αναφερθεί σε αμφιλεγόμενες αποφάσεις του, όπως οι δασμοί και η πολιτική του στην Ουκρανία.
Αν και υποστήριξε ότι οι αλλαγές που έχει επιφέρει είναι προς το συμφέρον της χώρας, οι αντιδράσεις από την αντιπολίτευση και οι ανησυχίες για τις οικονομικές επιπτώσεις των δασμών παραμένουν έντονες.
Πιο αναλυτικά:
Ο Ντόναλντ Τραμπ εκμεταλλεύτηκε την πρώτη του ομιλία ενώπιον του Κογκρέσου μετά την επανεκλογή του, για να παρουσιάσει την επιστροφή του στον Λευκό Οίκο ως έναν απόλυτο θρίαμβο, εστιάζοντας στα επιτεύγματά του.
Σε μια ομιλία διάρκειας 1,5 ώρας -τη μεγαλύτερη που έχει εκφωνήσει ποτέ πρόεδρος των ΗΠΑ ενώπιον του Κογκρέσου- ο Τραμπ εμφανίστηκε θριαμβευτής, αγνοώντας τις αντιδράσεις των πολιτικών του αντιπάλων και αποφεύγοντας να αναφερθεί με λεπτομέρειες σε αμφιλεγόμενες αποφάσεις του.
«Η Αμερική επέστρεψε», δήλωσε πανηγυρικά ο Τραμπ. «Έχουμε πετύχει περισσότερα σε 43 ημέρες από όσα κατάφεραν οι περισσότερες κυβερνήσεις σε τέσσερα ή οκτώ χρόνια, και μόλις ξεκινάμε».
Η ομιλία αυτή αποτέλεσε την πρώτη ευκαιρία για το σύνολο των βουλευτών του Κογκρέσου να ακούσουν απευθείας τον Τραμπ για όσα έχει ήδη πράξει αλλά και για ό,τι έπεται. Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ επιχείρησε να δικαιολογήσει, σε κάποιον βαθμό, τις ταχύτατες αλλαγές που έλαβαν χώρα, σε όλα τα επίπεδα, μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, ενώπιον μιας αμερικανικής κοινής γνώμης που προσπαθεί ακόμη να τις επεξεργαστεί.
Ο Τραμπ ισχυρίστηκε πως οι εκλογές του Νοεμβρίου του έδωσαν «μια εντολή που δεν έχει ξαναδεί η χώρα εδώ και πολλές δεκαετίες» – μια δήλωση που προκάλεσε την οργή του βουλευτή των Δημοκρατικών Αλ Γκριν από το Τέξας, ο οποίος άρχισε να φωνάζει στον Τραμπ μέχρι που το προσωπικό ασφαλείας τον απομάκρυνε από την αίθουσα της Βουλής των Αντιπροσώπων.

Στην ομιλία του, ο Τραμπ δεν έκανε καμία αναφορά στους χιλιάδες ομοσπονδιακούς υπαλλήλους που απέλυσε, ούτε στα προγράμματα που έκλεισε παρά το γεγονός ότι είχαν εγκριθεί και χρηματοδοτηθεί από το Κογκρέσο. Επίσης, αφιέρωσε ελάχιστο χρόνο στην Ουκρανία, παρά το γεγονός ότι η κατάσταση εκεί έχει μονοπωλήσει την ατζέντα του Λευκού Οίκου -και όχι μόνο- τις τελευταίες ημέρες.
Όσον αφορά τους δασμούς, τις περικοπές στην κυβέρνηση και την εξωτερική πολιτική, οι δραστικές αποφάσεις του Τραμπ έχουν εξοργίσει τους Δημοκρατικούς και έχουν κάνει ακόμα και ορισμένους Ρεπουμπλικανούς να αμφιβάλλουν, ενώ πολλές ξένες κυβερνήσεις έχουν βρεθεί σε κατάσταση αναταραχής προσπαθώντας να προσαρμοστούν. Ο σκοπός του το βράδυ της Τρίτης, υποτίθεται, ήταν να εξηγήσει το γιατί έλαβε αυτές τις αποφάσεις.

Ωστόσο, όπως φάνηκε, αυτό δεν ήταν στα πλάνα του Ντόναλντ Τραμπ. Η ομιλία του το βράδυ της Τρίτης ήταν διχαστική, γεμάτη αυτοθαυμασμό για τη νίκη του στις εκλογές και επικρίσεις προς τους Δημοκρατικούς επειδή δεν αναγνωρίζουν τα επιτεύγματά του.
Σαρωτικές αλλαγές
Οι σαρωτικές αλλαγές που επιβάλλει ο Τραμπ στη λειτουργία της ομοσπονδιακής κυβέρνησης προχωρούν με ιλιγγιώδη ταχύτητα, και η ομιλία του ήταν μια ευκαιρία να υπερασπιστεί τις επιλογές του.
Ξεχώρισε τον Έλον Μασκ, επικεφαλής του DOGE, λέγοντας: «Δουλεύει πολύ σκληρά. Δεν το είχε ανάγκη αυτό».
«Όλοι εδώ, ακόμα και αυτή η πλευρά, το εκτιμά. Πιστεύω απλώς ότι δεν θέλουν να το παραδεχτούν», είπε, προκαλώντας την αντίδραση των Δημοκρατικών.
Αναφέρθηκε στις περικοπές προγραμμάτων από το Τμήμα Κυβερνητικής Αποτελεσματικότητας (DOGE) του Μασκ, τις οποίες παρουσίασε ως καταπολέμηση της «απάτης», ενώ επανέλαβε ψευδείς ισχυρισμούς ότι νεκροί Αμερικανοί λαμβάνουν επιδόματα.

Πόλεμος στην Ουκρανία
Παρότι η ομιλία του επικεντρώθηκε κυρίως σε εσωτερικά ζητήματα, ο Τραμπ δεν μπορούσε να αγνοήσει τον πόλεμο στην Ουκρανία. «Εργάζομαι ακούραστα για να τερματίσω αυτή τη βάναυση σύγκρουση», δήλωσε.
Αρχικά, σχεδίαζε να ανακοινώσει στο Κογκρέσο τη συμφωνία για τα ουκρανικά ορυκτά, αλλά η έντονη διαμάχη με τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι, στον Λευκό Οίκο, την προηγούμενη εβδομάδα ανέτρεψε τα σχέδια.
Αντ’ αυτού, ο Τραμπ εξέφρασε ξανά τη δυσαρέσκειά του για τα χρήματα που έχει ξοδέψει η Ουάσιγκτον στον πόλεμο.
Ωστόσο, αναφέρθηκε θετικά σε επιστολή του Ζελένσκι, ο οποίος εξέφρασε τη λύπη του για την πρόσφατη ένταση και δήλωσε έτοιμος για ειρηνευτικές συνομιλίες. «Εκτιμώ το ότι έστειλε αυτή την επιστολή», είπε ο Τραμπ, χωρίς να διευκρινίσει αν και πότε θα μιλήσει ξανά με τον Ουκρανό ηγέτη.
Κομματική αντιπαράθεση – Έβγαλαν έξω τον Γριν
Η ομιλία του Τραμπ εξελίχθηκε σε μια έντονα κομματική αντιπαράθεση, με τις πρώτες εντάσεις να εμφανίζονται άμεσα. Ο Δημοκρατικός βουλευτής Αλ Γκριν διέκοπτε επανειλημμένα τον Αμερικανό Πρόεδρο, μέχρι που ο πρόεδρος της Βουλής, Μάικ Τζόνσον, διέταξε την απομάκρυνσή του από την αίθουσα.
Ο Τραμπ δεν επιχείρησε να κατευνάσει το κλίμα. Αντίθετα, στράφηκε προς τους Δημοκρατικούς, που κάθονταν σιωπηλοί, και τους επέκρινε για την άρνησή τους να στηρίξουν την ατζέντα του.
Αναφέρθηκε σε «ριζοσπαστικούς αριστερούς φανατικούς» και χρησιμοποίησε ξανά το προσβλητικό παρατσούκλι «Ποκαχόντας» για τη γερουσιαστή Ελίζαμπεθ Γουόρεν.
Κατά τη διάρκεια της ομιλίας του, εστίασε στις πολιτισμικές διαμάχες, υποσχόμενος να εξαλείψει τη λεγόμενη «woke ατζέντα».
Ήταν έτοιμος να απαντήσει σε τυχόν αποδοκιμασίες, αλλά η ομιλία του, όπως σχολιάζει το CNN, είχε σχεδιαστεί προσεκτικά ώστε να ενισχύσει το μήνυμά του σε ένα από τα μεγαλύτερα τηλεοπτικά ακροατήρια της χρονιάς – ακόμη και η επίκρισή του προς τους Δημοκρατικούς, επειδή δεν τον χειροκρότησαν, περιλαμβανόταν στο κείμενο της ομιλίας του.

Εμπορικός πόλεμος
Λίγες ώρες πριν από την ομιλία του Τραμπ, η οικονομική συγκυρία δεν ήταν η ιδανική για τον ίδιο. Οι αγορές κατέρρευσαν λόγω των εκτεταμένων δασμών που ανακοίνωσε σε Μεξικό, Καναδά και Κίνα, προκαλώντας ανησυχία στους επενδυτές.
Λίγο μετά το κλείσιμο των αγορών, ο υπουργός Εμπορίου των ΗΠΑ υπαινίχθηκε πιθανή υπαναχώρηση από τους νέους δασμούς την Τετάρτη.
Ωστόσο, ο Τραμπ, που υποστηρίζει τους δασμούς από τη δεκαετία του ’70 και έχει δηλώσει ότι η λέξη «δασμός» είναι η αγαπημένη του, δεν έκανε πίσω στη στρατηγική του.
«Ό,τι δασμούς μας βάζουν, τους βάζουμε κι εμείς. Είναι αμοιβαίο, μπρος-πίσω. Ό,τι φόρους μας επιβάλλουν, τους επιβάλλουμε κι εμείς», δήλωσε, προσθέτοντας: «Θα εισπράξουμε τρισεκατομμύρια και θα δημιουργήσουμε θέσεις εργασίας όπως ποτέ άλλοτε».
Πολλοί Ρεπουμπλικανοί ανησυχούν βαθιά για τους δασμούς, σημειώνει το CNN, με βουλευτές από πολιτείες που αναμένεται να πληγούν να εκφράζουν την Τρίτη τις αντιρρήσεις τους στους συμβούλους του Προέδρου. Έτσι, περίμεναν μια λεπτομερή εξήγηση για το πώς οι μέσοι Αμερικανοί θα ωφεληθούν.
Ο Τραμπ ωστόσο παρέμεινε αόριστος στις αναφορές του, αλλά επέμεινε στη στρατηγική του, ακόμα και παραδεχόμενος ότι μπορεί να υπάρξουν οικονομικές επιπτώσεις.
«Οι δασμοί αφορούν το να κάνουμε την Αμερική πλούσια ξανά και να την κάνουμε σπουδαία ξανά. Και συμβαίνει, και θα συμβεί γρήγορα», είπε. «Θα υπάρξει μια μικρή αναστάτωση, αλλά εντάξει, θα το ξεπεράσουμε. Δεν θα είναι κάτι μεγάλο».

Για όλα φταίει ο Μπάιντεν
Ο Τραμπ έχει καταστήσει τον προκάτοχό του, Τζο Μπάιντεν, κεντρικό σημείο αναφοράς της δεύτερης θητείας του, επιρρίπτοντάς του ευθύνες για τα πάντα, από την ακρίβεια έως τις διεθνείς κρίσεις.
Η ομιλία του την Τρίτη δεν αποτέλεσε εξαίρεση. Κατηγόρησε τον Μπάιντεν για προβλήματα που «κληρονόμησε» η κυβέρνησή του.
«Όπως γνωρίζετε, κληρονομήσαμε από την προηγούμενη κυβέρνηση μια οικονομική καταστροφή και έναν εφιάλτη πληθωρισμού», δήλωσε.
«Το μόνο που πραγματικά χρειαζόμασταν ήταν ένας νέος Πρόεδρος», είπε αναφερόμενος στο θέμα της μετανάστευσης και τις αποτυχημένες προσπάθειες του Μπάιντεν να μειώσει τις ροές από τα σύνορα των ΗΠΑ.
Κάθε νέος Πρόεδρος αναλαμβάνει τις προκλήσεις και την «κληρονομιά» που του αφήνει η προηγούμενη κυβέρνηση. Ωστόσο, σχολιάζει το CNN, το ερώτημα είναι για πόσο ακόμη ο Τραμπ μπορεί να αποδίδει τις συνεχιζόμενες δυσκολίες της χώρας στον Μπάιντεν, καθώς οι Αμερικανοί πολίτες περιμένουν από τον ίδιο λύσεις – και όχι απλώς να ρίχνει ευθύνες.
Με πληροφορίες από: NBC News, Associated Press, CNN