Η κυβέρνηση Τραμπ προχώρησε σε μαζικές απολύσεις προσωπικού από τη «Φωνή της Αμερικής» και άλλα κρατικά μέσα ενημέρωσης, επιβεβαιώνοντας την πρόθεσή της να αναδιαμορφώσει τον ρόλο αυτών των οργανισμών, οι οποίοι έχουν ιστορικά συμβάλει στην άσκηση αμερικανικής επιρροής στο εξωτερικό.
Οι απολύσεις αφορούν κυρίως συμβασιούχους εργαζόμενους, οι οποίοι ενημερώθηκαν ότι θα απολυθούν έως τα τέλη Μαρτίου, ενώ οι υπάλληλοι πλήρους απασχόλησης τέθηκαν σε καθεστώς άδειας.
Αυτές οι εξελίξεις έρχονται σε μια περίοδο που η κυβέρνηση επιδιώκει τη συρρίκνωση του κράτους και προκαλούν ανησυχίες για τις επικοινωνιακές ισορροπίες, καθώς η Ρωσία και η Κίνα ενισχύουν την παγκόσμια επιρροή τους μέσω κρατικών μέσων ενημέρωσης.
Πιο αναλυτικά:
Σε μια αιφνιδιαστική και ευρείας κλίμακας κίνηση, η κυβέρνηση του Αμερικανού Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ προχώρησε σε μαζικές απολύσεις προσωπικού από τη «Φωνή της Αμερικής» (Voice of America) και άλλα κρατικά χρηματοδοτούμενα μέσα ενημέρωσης, επιβεβαιώνοντας την πρόθεσή της να αναδιαμορφώσει δραστικά τον ρόλο αυτών των οργανισμών που, επί δεκαετίες, αποτελούν εργαλεία άσκησης αμερικανικής επιρροής στο εξωτερικό.
Το πρώτο κύμα απολύσεων ξεκίνησε την Κυριακή, με τους συμβασιούχους εργαζόμενους να λαμβάνουν ηλεκτρονικό μήνυμα που τους ενημέρωνε πως θα απολυθούν έως τα τέλη Μαρτίου. Στο ίδιο μήνυμα αναφερόταν χαρακτηριστικά ότι:
«Πρέπει να σταματήσετε αμέσως κάθε εργασία και δεν επιτρέπεται να έχετε πρόσβαση σε κτίρια ή συστήματα του οργανισμού».
Η είδηση επιβεβαιώθηκε στο Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων (AFP) από αρκετούς υπαλλήλους του οργανισμού, επισημαίνοντας την άμεση και ολοκληρωτική απομάκρυνση συμβασιούχων, οι οποίοι αποτελούν σημαντικό ποσοστό του εργατικού δυναμικού της VOA, ειδικά στις μη αγγλόφωνες υπηρεσίες.
Πολλοί από τους εργαζόμενους αυτούς δεν είναι Αμερικανοί πολίτες, γεγονός που σημαίνει ότι η απώλεια της εργασίας μπορεί να επιφέρει και την απώλεια των αδειών παραμονής τους στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Αντίθετα, οι υπάλληλοι πλήρους απασχόλησης, που καλύπτονται από μεγαλύτερη νομική προστασία, δεν απολύθηκαν άμεσα, αλλά τέθηκαν σε καθεστώς άδειας, ενώ τους ζητήθηκε να μην εργάζονται προσωρινά.
Η «Φωνή της Αμερικής», που ιδρύθηκε κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, εκπέμπει σήμερα σε 49 γλώσσες παγκοσμίως, με βασική αποστολή την ενημέρωση κοινού σε χώρες όπου δεν υπάρχει ελευθερία του Τύπου. Με τις τελευταίες εξελίξεις, ωστόσο, πολλά τμήματα της υπηρεσίας έχουν διακόψει την ειδησεογραφική τους δραστηριότητα, με ορισμένες να περιορίζονται απλώς στην αναπαραγωγή μουσικού περιεχομένου, λόγω έλλειψης προσωπικού και νέων προγραμμάτων.
Ο δημοσιογράφος της VOA, Λίαμ Σκοτ, επιβεβαίωσε ότι θα απολυθεί και ο ίδιος στις 31 Μαρτίου, ενισχύοντας την εικόνα της σαρωτικής αναδιάρθρωσης.
Οι εξελίξεις έρχονται λίγα 24ωρα μετά την υπογραφή εκτελεστικού διατάγματος από τον Ντόναλντ Τραμπ, με στόχο τη μητρική εταιρεία της VOA, δηλαδή τον Αμερικανικό Οργανισμό για τα Παγκόσμια Μέσα Ενημέρωσης (USAGM), στο πλαίσιο ενός συνολικού σχεδίου συρρίκνωσης της ομοσπονδιακής κυβέρνησης.
Ο οργανισμός είχε 3.384 υπαλλήλους το 2023 και είχε αιτηθεί προϋπολογισμό 950 εκατομμυρίων δολαρίων για το τρέχον οικονομικό έτος. Η περικοπή του προϋπολογισμού επηρέασε άμεσα και άλλα ΜΜΕ που χρηματοδοτούνται από τις ΗΠΑ, μεταξύ αυτών:
- Radio Free Europe/Radio Liberty, που είχε δημιουργηθεί κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου για να προσεγγίσει το σοβιετικό μπλοκ.
- Radio Free Asia, το οποίο λειτουργεί σε χώρες όπως η Κίνα, η Βόρεια Κορέα και άλλες περιοχές της Ασίας όπου υπάρχουν περιορισμοί στην ελευθερία του Τύπου.
- Radio Farda, που μεταδίδει ειδήσεις στα περσικά, αλλά έχει μπλοκαριστεί από την ιρανική κυβέρνηση.
- Alhurra, το αραβόφωνο δίκτυο που δημιουργήθηκε μετά την εισβολή στο Ιράκ, ως αντίβαρο στην επικριτική κάλυψη του Al-Jazeera με έδρα το Κατάρ.
Ο Ντόναλντ Τραμπ είχε στο παρελθόν ασκήσει σκληρή κριτική στη VOA, αμφισβητώντας τη χρησιμότητά της, ιδιαίτερα εξαιτίας του «τείχους προστασίας» που κατοχυρώνει την συντακτική της ανεξαρτησία.
Σύμφωνα με πηγές από τον Λευκό Οίκο, οι κινήσεις αυτές εντάσσονται στο ευρύτερο σχέδιο συρρίκνωσης του κράτους, το οποίο στηρίζεται και από τον Έλον Μασκ, με στόχο τη μείωση των δημοσίων δαπανών και την ενίσχυση των φορολογικών ελαφρύνσεων. Ήδη η κυβέρνηση Τραμπ έχει προχωρήσει σε περικοπές στην εξωτερική αναπτυξιακή βοήθεια, ενώ έχουν αποψιλωθεί και βασικά υπουργεία, όπως της Παιδείας.
Οι τελευταίες σαρωτικές απολύσεις στη «Φωνή της Αμερικής» και σε άλλα στρατηγικά ΜΜΕ των ΗΠΑ επιβεβαιώνουν μια δραματική στροφή στην επικοινωνιακή πολιτική της Ουάσινγκτον, σε μια περίοδο όπου Ρωσία και Κίνα ενισχύουν με ταχύτητα την παγκόσμια επιρροή τους μέσα από κρατικά μέσα ενημέρωσης. Η απόφαση της κυβέρνησης Τραμπ να συσσωρεύσει περικοπές σε δομές που είχαν ιστορικά καθοριστικό ρόλο στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ, προκαλεί έντονες αντιδράσεις και γεννά ερωτήματα για τις επικοινωνιακές ισορροπίες του μέλλοντος.