Η Μαρίν Λεπέν, ηγέτιδα του ακροδεξιού κόμματος Εθνικός Συναγερμός στη Γαλλία, κρίθηκε ένοχη για υπεξαίρεση δημοσίου χρήματος και καταδικάστηκε σε στέρηση του δικαιώματος του εκλέγεσθαι, γεγονός που αποκλείει την υποψηφιότητά της για την προεδρία το 2027.
Η απόφαση βασίζεται στην ενεργή συμμετοχή της Λεπέν σε ένα σύστημα υπεξαίρεσης δημοσίων κονδυλίων μέσω πλασματικών συμβάσεων για βοηθούς βουλευτών, σύστημα που είχε θεσπίσει ο πατέρας της, Ζαν-Μαρί Λεπέν.
Η δικαστής Μπενεντίκτ Ντε Περτούις τόνισε ότι η υπόθεση δεν αφορά την πολιτική δραστηριότητα, αλλά την εκτέλεση των συμβάσεων.
Πιο αναλυτικά:
Η Μαρίν Λεπέν, επικεφαλής του ακροδεξιού κόμματος Εθνικός Συναγερμός (Rassemblement National), αφού λίγο νωρίτερα κρίθηκε ένοχη για υπεξαίρεση δημοσίου χρήματος, καταδικάστηκε σε στέρηση του δικαιώματος του εκλέγεσθαι, γεγονός που σημαίνει ότι δεν θα μπορεί να είναι υποψήφια για την προεδρία, όπως και όλοι οι υπόλοιποι εκλεγμένοι αξιωματούχοι που εμπλέκονται στην υπόθεση.
Η απόφαση αυτή έρχεται ως αποτέλεσμα της κατηγορηματικής διαπίστωσης από τη δικαστή Μπενεντίκτ Ντε Περτούις ότι η Λεπέν είχε «αποφασιστικά και αυστηρά υιοθετήσει το σύστημα» που είχε θεσπίσει ο πατέρας της, Ζαν-Μαρί Λεπέν, για την υπεξαίρεση δημοσίων κονδυλίων.
Η δικαστής ανέφερε ότι η Λεπέν βρισκόταν «στο κέντρο αυτού του συστήματος από το 2009». Η καταδίκη της βασίζεται στο ότι η επικεφαλής του Εθνικού Συναγερμού συμμετείχε ενεργά σε μια παράνομη διαδικασία, κατά την οποία «υπήρχαν πλασματικές συμβάσεις» για τους βοηθούς βουλευτών του κόμματος.
Οι συμβάσεις αυτές δεν αφορούσαν πραγματικά καθήκοντα, αλλά δημιουργήθηκαν προκειμένου να διαμοιράζονται τα ευρωπαϊκά κονδύλια των βουλευτών του κόμματος, όπως εξήγησε η δικαστής.
«Ήταν διαπιστωμένο ότι όλοι αυτοί οι άνθρωποι εργάζονταν στην πραγματικότητα για το κόμμα, αλλά οι βουλευτές τους δεν τους είχαν αναθέσει καθήκοντα» δήλωσε η Ντε Περτούις.
Η δικαστής διευκρίνισε ότι «κανείς δεν κρίθηκε για την ενασχόλησή του με την πολιτική».
«Να το ξεκαθαρίσουμε: δεν πρόκειται για δίκη για την ενασχόληση με την πολιτική. Το ζήτημα ήταν αν οι συμβάσεις εκτελέστηκαν ή όχι», εξήγησε.